Metamanias Θέατρο

«Τίμων ο Αθηναίος»: Με διαφάνεια και ευαισθησία

Ένα από τα πιο ακατάτακτα έργα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, ο «Τίμων ο Αθηναίος», που σκηνοθέτησε για το Εθνικό Θέατρο ο καλλιτεχνικός του διευθυντής, Στάθης Λιβαθινός, φιλοξενείται στο REX – Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη», που κι αυτήν δεν θα μπορούσαμε να την κατατάξουμε στις συνήθεις θεατρικές αίθουσες αυτή την περίοδο. Κι αυτό γιατί η αίθουσα ανακατασκευάζεται και ανακαινίζεται και για τις ανάγκες της παράστασης η σκηνή έχει απλωθεί σαν μια μεγάλη πασαρέλα σε όλο το βάθος της πλατείας, και τα προσωρινά (αλλά αρκούντως άβολα) καθίσματα την αγκαλιάζουν.

Ο πλούσιος Τίμων (Βασίλης Ανδρέου) εμφανίζεται πίσω από τη διάφανη κουρτίνα που κρύβει την κύρια σκηνή του «Μαρίκα Κοτοπούλη» σε μια χρυσοποίκιλτη μπανιέρα, σαν άλλος Μαρά. Ο επιστάτης του (η εξαιρετική Μαρία Σαββίδου) είναι διαρκώς παρών για να προλάβει τις ανάγκες του, ενώ από την οροφή της σκηνής κρέμονται δεκάδες μεταλλικές κρεμάστρες, μια εύστοχη ιδέα της Ελένης Μανωλοπούλου (που υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια) για να δηλώσει το πλήθος των επισκεπτών αυτού του σπιτιού. Είναι επιφανείς Αθηναίοι, που εκμεταλλεύονται όσο δεν παίρνει την δίχως όρια γενναιοδωρία και φιλοξενία του Τίμωνα, μέχρι που εκείνος πτωχεύει. Και οι ευεργετηθέντες με κάθε τρόπο, δεν… έχουν ρευστότητα, όταν τους ζητά δανεικά. Και ο μέχρις εκείνη τη στιγμή καλοδιάθετος και ξέγνοιαστος άνθρωπος, με μεγάλη δόση αφέλειας για τις ανθρώπινες συμπεριφορές, αυτοκαταστρέφεται, μισεί τους ανθρώπους,  -γίνεται, κειμενικά, ο πρόδρομος του κατοπινού «Μισάνθρωπου»-, τους καταριέται, γυρίζει την πλάτη ακόμη και στον πιστό του επιστάτη που είναι αποφασισμένος να του σταθεί μέχρι το τέλος και πεθαίνει μόνος στην άκρη της θάλασσας…

Ο «Τίμων ο Αθηναίος» ακουμπά σε πολλές διαχρονικές πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς -και σημερινές. Τον πλούτο, την αλόγιστη σπατάλη και κατανάλωση, την κολακεία προς τους ισχυρούς, τη σκληρότητα, την αναλγησία, την υποκρισία, την πτώση των άλλοτε ισχυρών, τη μοναξιά, την αυτοκαταστροφή. Στο πολύ κατατοπιστικό και καλόγουστο σελιδοποιητικά πρόγραμμα, διαβάζουμε ότι πρόκειται για ένα έργο που εντυπωσίασε τον Καρλ Μαρξ, «περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο έργο του Σαίξπηρ και διάβασε τις βιτριολικές επιθέσεις του Τίμωνα στη δύναμη του χρυσού ως κριτική κατά της καπιταλιστικής οικονομίας του χρήματος. Μάλιστα, στα “Οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα του 1844”, ο Μαρξ είτε παραθέτει αυτούσιες ατάκες του έργου είτε υφαίνει λόγια του έργου μαζί με δικά του».

Οπωσδήποτε ο «Τίμων ο Αθηναίος» είναι ένα έργο που εύκολα παρακολουθεί ο σύγχρονος θεατής, και σε πολλά θα ταυτιστεί μαζί του. Ασφαλώς η επιλογή του από τον Στάθη Λιβαθινό επιθυμούσε μια συνομιλία του θεατή με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και πραγματικότητα, με ταυτίσεις, μεταθέσεις, παραλληλισμούς, είτε με πρόσωπα είτε με χώρες.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού έστησε μια καθαρή παράσταση, με θαυμάσιες αισθητικές εικόνες, που περιείχαν πολλά έργα τέχνης της Αναγέννησης (πολλά παρέπεμπαν ευθέως σε πίνακες του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου), είχε στη διάθεση του την άψογη μετάφραση του Νίκου Χατζόπουλου, τις θαυμάσιες διασκευές που έκανε ο Λύσανδρος Φαληρέας σε έργα των Bach, Verdelot, Carlton και Poulenc αλλά και την έμπειρη Μελίνα Παιονίδου στη μουσική διδασκαλία, και επί σκηνής τα περισσότερα από τα στελέχη της παλιάς Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού, με τους οποίους πάντα συνεργάζεται ο Στάθης Λιβαθινός. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η δουλειά επί σκηνής ήταν ομαδική -όλοι εκείνοι οι φίλοι του Τίμωνα μαζί έβγαιναν, μαζί τον κολάκευαν, μαζί τον απέρριψαν-, παρ’ όλα αυτά ξεχώρισαν ιδιαιτέρως ο Δημήτρης Παπανικολάου ως Απήμαντος (αφού ήταν και ο μόνος που δεν ήταν μέλος αυτής της ομάδας των κολάκων, ο μόνος που είχε διαφορετική άποψη και καχυποψία εξ αρχής), ο Νίκος Καρδώνης, ο Αρης Τρουπάκης, ο Χρήστος Σουγάρης και ασφαλώς η Μαρία Σαββίδου. Ο Βασίλης Ανδρέου επωμίσθηκε τον τεράστιο ρόλο του Τίμωνα και τον υπηρέτησε με αυταπάρνηση, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του Στάθη Λιβαθινού. Ένας ρόλος με πολλές εναλλαγές διάθεσης και ψυχολογίας, που κάποιες φορές έγινε στομφώδης χωρίς λόγο, ενώ στο δεύτερο μέρος, ως καταρρακωμένος και ηττημένος Τίμωνας ήταν πιο άμεσος και αισθαντικός. Ίσως γιατί το δεύτερο μέρος αυτού του σαιξπηρικού κειμένου, που λέγεται ότι ο Σαίξπηρ συνέγραψε με τον Τόμας Μίντλτον, αναδεικνύει περισσότερο την ψυχολογική αναστάτωση του ήρωα και ασφαλώς έχουμε μπροστά μας έναν αρνητικό ήρωα, που πάντα είναι πιο γοητευτικοί και ενδιαφέροντες.

Ένα «ιδιότροπο» σαιξπηρικό έργο, που ασφαλώς, ασφαλέστατα, οφείλει να βρίσκεται στην πρώτη σκηνή της χώρας, στην οποία πρώτη φορά παρουσιάζεται. Και βρέθηκε εκεί, στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη», με καθαρότητα και ευαισθησία.

ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ