Metamanias Θέατρο Το ημερολόγιο του φεστιβάλ

Προσεγμένες και προσεκτικές «Θεσμοφοριάζουσες»

Οι κακές προβλέψεις για τον καιρό δεν επαληθεύτηκαν, ευτυχώς, και παρά την απογευματινή μπόρα βρήκαμε μια λαμπερή και ξάστερη Επίδαυρο το δειλινό της περασμένης Παρασκευής (και αρκούντως πλυμένη, αφού είχε βρέξει γερά το απόγευμα της ίδιας μέρας). Έτσι οι περίπου 4 χιλ. θεατές (plus) που έφτασαν στο αργολικό θέατρο στην πρεμιέρα της παράστασης, ήταν οπωσδήποτε γενναίοι, αφού αψήφησαν τις δυσοίωνες προβλέψεις του καιρού, και ξεπέρασαν το κακό κλίμα των ημερών. Αυτή τη φορά σειρά είχαν οι «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου και μετάφραση Παντελή Μπουκάλα.

Φωτό: Σάκης Μπιρμπίλης

Λίγο πριν μπούμε στο αρχαίο θέατρο, είδαμε το σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού (όλο στημένο πίσω από την ορχήστρα), ανάλαφρο, δροσερό, παιγνιώδες, σαν camping ή σαν σκηνές κατασκήνωσης πολύχρωμης. Ήταν  εκεί που είχαν κατασκηνώσει οι Αθηναίες για τις εορτές των Θεσμοφορίων. Στην ορχήστρα μόνο ένας βωμός. Τίποτ’ άλλο.

Εκεί πρωτοέφτασαν δύο άνδρες, ο Ευριπίδης (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) και ο υπηρέτης του, ο Μνησίλοχος (Μάκης Παπαδημητρίου). Κι από εκείνο το σημείο αρχίζει να ξετυλίγεται η ιστορία του Αριστοφάνη. Αφού ο Ευριπίδης πολύ αγωνιά για το τι θα πουν γι’ αυτόν οι Αθηναίες που έχουν μαζευτεί για τα Θεσμοφόρια (οι οποίες τον μισούν επειδή διαβάλλει το γυναικείο φύλο στις τραγωδίες του) και σκέφτεται πώς να το αντιμετωπίσει. Πρώτη κίνηση να πάει στον ποιητή Αγάθωνα, έναν ψωνισμένο έως φαύλο τύπο (Γιώργος Χρυσοστόμου), αλλά πρώτα συναντούν τον υπηρέτη του (Γιώργος Παπαγεωργίου). Είναι οι σκηνές που οι τέσσερις ηθοποιοί παρουσιάζουν ένα από τα πιο χιουμοριστικά μέρη της κωμωδίας. Μετά από… διαβουλεύσεις,  αποφασίζεται να ντυθεί γυναίκα ο Μνησίλοχος και να πάει στα Θεσμοφόρια για να υπερασπιστεί τον Ευριπίδη. Ο Μνησίλοχος ενδύεται τελικά τα ρούχα που σχεδίασε ο Άγγελος Μέντης (και για τις Θεσμοφοριάζουσες και για τον μεταμφιεσμένο Μνησίλοχο) και πηγαίνει στα Θεσμοφόρια. Στην αρχή μπερδεύει τις γυναίκες με τα επιχειρήματά του, όμως σύντομα τον καταλαβαίνουν και τον… γραπώνουν! Κι από εκείνο το σημείο αρχίζουν άλλα ευτράπελα, με στόχο την απελευθέρωση του Μνησίλοχου.

Ο χορός των γυναικών υπό την εύστοχη καθοδήγηση της Σεσίλ Μικρούτσικου στην κίνηση και υπό τους ήχους της αναγνωρίσιμης τρυφερής και μελωδικής μουσικής του Νίκου Κυπουργού μεταφέρει το σύμπαν των γυναικών, τους προβληματισμούς τους, τα παράπονά τους (από τον Ευριπίδη και τον κόσμο των ανδρών). Η αλήθεια είναι ότι σ’ αυτό το σημείο οι καλές ηθοποιοί της παράστασης (Λένα Ουζουνίδου, Μαρία Κατσανδρή, Νάντια Κοντογεώργη, Άνδρη Θεοδότου) κάπως ανακατεύτηκαν, λίγο χάθηκαν, με εξαίρεση την Άνδρη Θεοδότου που ξεχώρισε περισσότερο.

Πλατείασε κάπως, σκηνοθετικά, η έξοχη σκηνή όπου ο Μνησίλοχος, φυλακισμένος από τις Θεσμοφοριάζουσες, καλεί τον Ευριπίδη να τον σώσει υποδυόμενος ηρωίδες των τραγωδιών του, ενώ θα μπορούσε να βγάλει περισσότερο γέλιο και να έχει έναν άλλο ρυθμό.

Όμως, οι «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη και του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου ήταν μια ευφρόσυνη παράσταση, προσεγμένη και προσεκτική, που δεν έφερε μεν κάποια νέα στοιχεία στην ανάγνωση της κωμωδίας ούτε στη σκηνική της παρουσίαση, δεν εμβάθυνε περισσότερο σε κάποιες σημαντικές σκηνές, αλλά υπηρέτησε με πολύ καλές δόσεις όλες τις πλευρές της. Και κυρίως είχε σε κάθε τομέα εξαιρετικά επιλεγμένους συνεργάτες και συντελεστές.

Πρώτα πρώτα στη μετάφραση. Ο μύθος έφτανε απολύτως στο κοίλον, χάρη και στη μετάφραση του Παντελή Μπουκάλα που ανέδειξε τόσο το χιούμορ όσο και τον λυρισμό του Αριστοφάνη, δίνοντας ασφαλώς, μέσω της μετάφρασης, τον τόνο της συνολικής προσέγγισης στην κωμωδία, αποφεύγοντας τις ευκολίες και τις φτήνιες που τόσα χρόνια βλέπουμε και εντάσσοντας τον πλούτο της γλώσσας σε αριστοφανική παράσταση, χωρίς την πιασάρικη καταφυγή στη σύνδεση με την επικαιρότητα.

Μετά οι ηθοποιοί, με καλύτερους, μακράν, τον Μάκη Παπαδημητρίου και τον Γιώργο Παπαγεωργίου. Κι αν ο πρώτος είναι γνωστός για το αναγνωρίσιμο κωμικό του ταλέντο, ο δεύτερος το απέδειξε περίτρανα. Ο Γιώργος Χρυσοστόμου υπηρέτησε τον ρόλο και του Αγάθωνα και του Σκύθη, συχνά καταφεύγοντας στο αναμενόμενο ταλέντο του, χωρίς όμως κάτι νέο.

Όσο για τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, απέδειξε, σε δύο συνεχόμενες χρονιές τη γκάμα του (πέρυσι ως Άδμητος στην «Άλκηστη» του Ευριπίδη, φέτος σ’ έναν εκ διαμέτρου αντίθετο ρόλο), αν και κάποιες στιγμές φάνηκε να μην εντάσσεται απολύτως στον «κώδικα» και την εξοικείωση που είχαν το δίδυμο Παπαδημητρίου-Χρυσοστόμου (που ερχόταν από τα δύο χρόνια συνεργασίας τους στην παράσταση «Πέτρες στις τσέπες μου»), κάτι το οποίο δεν φάνηκε εμπόδιο στον Γιώργο Παπαγεωργίου.

Τα κοστούμια του Άγγελου Μέντη, που έχουν ήδη συζητηθεί, ήταν εντυπωσιακά, θα μπορούσα να πω ότι έμοιαζε να επιδιώκουν να είναι εντυπωσιακά, αλλά μερικές φορές (συνεπικουρούντος και του Σάκη Μπιρμπίλη με τους φωτισμούς του) μου φάνηκαν σαν σκηνές από την έναρξη της Ολυμπιάδας. Δεν θα ξεχάσω όμως τη νότα «πέδιλα-κάλτσες», που ήταν από τις πιο επιτυχημένες και διόλου ηχηρές λεπτομέρειες των κοστουμιών.

Για όλους αυτούς τους λόγους το κοινό ευχαριστήθηκε την παράσταση και χειροκρότησε θερμά και ρυθμικά τους συντελεστές στο τέλος της. Εκεί, στην υπόκλιση, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος αναφέρθηκε στην παλιά του συνεργάτιδά του, τη Χρύσα Σπηλιώτη, που είναι ακόμα ανάμεσα στους αγνοούμενους από τις φονικές πυρκαγιές στο Μάτι και αφιέρωσε την παράσταση «στους ανθρώπους που κάηκαν και στους συγγενείς τους».

ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ

Φωτογραφίες: Εύη Φυλακτού