Metamanias Μουσική

Ο Τζιμάκος της “υγιούς απείθειας” και “ανυπακοής”

Περίπου  έπεσε το facebook από το Σάββατο το απόγευμα, μόλις έγινε γνωστή η είδηση του θανάτου του Τζίμη Πανούση. Πάνω κάτω οι γενιές που μεγάλωσαν με τα τραγούδια του και τη διαδρομή του, οι γενιές του fb, οπότε όλοι, πολλοί, είχαν αναφορές, μνήμες, συναυλίες, έρωτες, φλερτ, όλα αυτά…

Ο Τζίμης Πανούσης ήταν ένας εμπνευσμένος τραγουδοποιός, μια θαυμάσια φωνή (δεν ξέρω πόσοι το εντάσσουν αυτό το στοιχείο στις μνήμες τους) και ταυτοχρόνως ένα ανήσυχο «παιδί» που έκανε πραγματικότητα τις φαντασιώσεις πολλών. Κυρίως μέσα από τους στίχους του και τη δημόσια εικόνα του. Δεν είναι τυχαίες οι αναρτήσεις που διάβασα στο fb περί «υγιούς απείθειας» και «ανυπακοής».

Φοβάμαι, φοβάμαι πολύ δηλαδή, ότι ο Τζίμης Πανούσης, άθελά του, καλλιέργησε το διαρκές «εφηβικό ασυνείδητο» μιας μεγάλης μερίδας νεοελλήνων (συγχωρήστε με, φίλοι ψυχαναλυτές, δική μου ορολογία είναι αυτή, αλλά νομίζω συνεννοούμαστε). Επειδή ήταν ένας πολύ έξυπνος και ταλαντούχος άνθρωπος, πιθανολογώ ότι το είχε κατανοήσει πολύ νωρίς αυτό. Και δεν είχε να κάνει κάτι άλλο, από το να το καλλιεργήσει, συνομιλώντας με το κοινό του και τις δικές του (του Πανούση) ευαισθησίες και αναζητήσεις. Εύστοχα, μέσα στην πραγματικότητα, μέσα στη συγκυρία που κάθε φορά δρούσε.

Ίσως, μπορούμε να πούμε ότι ήταν ο ροκ Διονύσης Σαββόπουλος (με πολύ καλύτερη φωνή, συγνώμη Νιόνιο μας). Θέλετε ο αντισυστημικός Διονύσης Σαββόπουλος; Ο αντισυστημικός, κανένα πρόβλημα.

Δεν τον είχα γνωρίσει ποτέ από κοντά τον Τζίμη Πανούση, έως το περασμένο καλοκαίρι, οπότε βρέθηκα στις πρόβες της «Ειρήνης» του Αριστοφάνη και του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη. Εκεί τον είδα να δουλεύει χωρίς προβολείς. Εκεί είδαν τον επαγγελματισμό του, το πηγαίο ταλέντο του, το χιούμορ του, το… «κούμπωμά» του στην προσέγγιση του δημοσιογράφου. Τον είχα πλησιάσει στο διάλειμμα, ήταν ευγενέστατος, αλλά απόμακρος. Αυτά είδα στην πρόβα της «Ειρήνης» το περασμένο καλοκαίρι, και αργότερα, στην πρεμιέρα της Επιδαύρου, είδα έναν άνθρωπο να παίρνει μια παράσταση στην πλάτη του. Σε μια εντελώς καινούργια και διαφορετική «πιάτσα». Νομίζω δεν είχε πρόβλημα να παίρνει πράγματα στην πλάτη του. Αυτό διέκρινα.

Ο Τζίμης Πανούσης ήταν (μα τι άδικο, τι απίστευτο αυτό το «ήταν»!)  ο Τζιμάκος, για πολλούς. Οι δυνατότητες για ταυτίσεις, πολλές: με τους στίχους, με το στυλ του, με την αντικομφορμιστική συμπεριφορά του. Το ξαναλέω: δεν τον γνώρισα ποτέ προσωπικά και δεν ξέρω πόσος εαυτός του αποτυπωνόταν στη δημόσια εικόνα του. Νομίζω κάμποσος (εαυτός).

Όλοι οι υπόλοιποι, οι πολλοί, οι πάρα πολλοί, που πραγματικά σοκαρίστηκαν, δάκρυσαν, θύμωσαν, αρνήθηκαν (ό,τι κάνει η απώλεια δηλαδή) με την αναπάντεχη και οριστική αναχώρησή του, μάλλον μεταθέτουν το δικό τους εφηβικό κομμάτι στην περσόνα του Τζίμη Πανούση. Και αυτό θρηνούν. Γι’ ακόμα μια φορά. Αλλά έτσι δεν γίνεται με τους ξεχωριστούς ανθρώπους, κι ακόμα περισσότερο με τους ξεχωριστούς καλλιτέχνες;

Ο Τζίμης Πανούσης ήταν ένα σημαντικό σημείο στον μουσικό και  καλλιτεχνικό γαλαξία. Διακριτό, απαστράπτων. Πολλοί άνθρωποι το περασμένο καλοκαίρι, κατέβηκαν στην Επίδαυρο μόνο και μόνο για να δουν τον Πανούση. Ήταν «εισιτήριο» η παρουσία του, η συμμετοχή του. Γιατί ήταν εγγύηση η διαδρομή του. Και αυτό δεν το έχουν καταφέρει πολλοί. Ξεχωριστή παρουσία, ταλαντούχα παρουσία. Θα λείψει.

ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ