Metamanias Θέατρο

Όταν βρέχει παραστάσεις και δεν κρατάμε ομπρέλα!

Κοντεύει να φύγει ο Μάιος και οι θεατρικές πρεμιέρες της χειμερινής σεζόν συνεχίζονται ακάθεκτες. Πρεμιέρες και παραστάσεις που προστίθενται και συνολικά φτάνουν, σύμφωνα με έγκυρες μετρήσεις, (αντιγράφω από τη μέτρηση της Ματίνας Καλτάκη στην «Καθημερινή») στις 1.150 παραστάσεις !!! Και για άλλη μια χρονιά, τα τελευταία χρόνια, δεν υπάρχει κανένα διάλειμμα ανάμεσα στη χειμερινή και τη θερινή σεζόν, για μια ακόμη χρονιά οι παραστάσεις του θεσμικού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου «εμβολίζονται» από πρεμιέρες όχι απλώς καλοκαιρινών περιοδειών -συνήθως κάποιου αρχαίου δράματος- αλλά και αναμενόμενων παραστάσεων. Οι υπουργικές επιχορηγήσεις έχουν παίξει έναν κάποιο ρόλο σ’ αυτή τη μακρόσυρτη θεατρική περίοδο, αφού κάποιοι ασθμαίνουν για να παρουσιάσουν, έστω και για λίγες παραστάσεις εντός της προβλεπόμενης σεζόν την πρότασή τους -και να συνεχίσουν κανονικά από το ερχόμενο φθινόπωρο…

Οι «επαγγελματίες» θεατές την ίδια στιγμή που φτιάχνουν το πρόγραμμα των καλοκαιρινών και φεστιβαλικών τους θεαμάτων προσπαθούν να κατηγοριοποιήσουν και να αποτιμήσουν όσες -ελάχιστες σε σχέση με το μεγάλο σύνολο- παραστάσεις είδαν, να εντοπίσουν τάσεις, χαρακτηριστικά και παθογένειες της περιόδου.

Στη φετινή σεζόν, λοιπόν, που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, είδαμε ελάχιστες συγκλονιστικές παραστάσεις, είδαμε κάποιες που μας ευχαρίστησαν, και πάρα πολλές που μας απογοήτευσαν ή μας θύμωσαν. Το «μενού» είχε απ’ όλα.  Είχε κλασικά κείμενα, παλαιότερα και πιο σύγχρονα, είχε σύγχρονα θεατρικά έργα απ’ όλο τον κόσμο, είχε λογοτεχνικά κείμενα κάθε είδους που μεταφέρθηκαν στη σκηνή, είχε ξανά, σπουδαίες ερμηνείες, είχε εκπλήξεις, σκηνοθετικές και ερμηνευτικές, είχε κάποιες νέες προτάσεις, λίγες είναι η αλήθεια, είχε έλλειμμα στο νεοελληνικό θεατρικό κείμενο (για μια ακόμη φορά)…

Ωραίες οι αποτιμήσεις, θα μπορούσαμε να πούμε πάρα πολλά, αλλά το ζητούμενο είναι το εξής: σε ποιο κοινό απευθύνονται όλες αυτές οι παραστάσεις; Φέρνουν νέους θεατές; Βγάζουν τα λεφτά τους με λίγα λόγια όλες αυτές οι παραγωγές;

Και το ρεπορτάζ, και το «ρεπεράζ» σε παραστάσεις και οι απόψεις ανθρώπων του χώρου (που στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορούν να είναι επώνυμες) μιλούν για μια πολύ δύσκολη οικονομικά χρονιά για τα περισσότερα θέατρα. Κάποιοι μιλούν για «καταστροφικές παραστάσεις» σε αρκετές παραγωγές μεγάλων ή ιστορικών οργανισμών. Κάποιοι άλλοι λένε και αριθμούς: «30 εισιτήρια σε αίθουσα 200 ατόμων. Πώς να βγεις;»! Κάποιοι μιλούν για μία ή δύο παραστάσεις που «πήγαν» σε έναν μόνο οργανισμό. Και οι περισσότεροι συγκλίνουν στο ότι κάποια μιούζικαλ, κάποιες προσεγμένες και απολύτως επαγγελματικές παραστάσεις σε θέατρα που έχουν χαρακτηριστεί εμπορικά πήραν το… ταμείο και τις εντυπώσεις, σε αντίθεση με παραστάσεις πολλά υποσχόμενες σε σκηνές με παράδοση και ιστορία. Άλλοι λένε ότι οι προσφορές εισιτηρίων και η συμπίεση των τιμών έχουν «κακομάθει» τους θεατές. Σε άλλες παραστάσεις υπήρχαν υψηλές τιμές εισιτηρίων. Σε άλλες, που συνδύαζαν διασκέδαση, νοσταλγία  και έξοδο, η τιμή δεν έπαιξε ρόλο.

Ελάχιστες κινήθηκαν από στόμα σε στόμα, κι αυτές σε συγκεκριμένες μικρές ομάδες θεατών. Πρώτον γιατί δεν υπήρχαν πολλές για να «κινηθούν» μ’ αυτόν τον τρόπο, και δεύτερον γιατί είναι πεπερασμένοι οι θεατές που συνομιλούν μ’ αυτόν τον κώδικα.

Στην προκειμένη περίπτωση, στην περίπτωση της διογκωμένης θεατρικής Αθήνας, το θέμα είναι δικαιοδοσίας όχι μόνο θεατρολόγων αλλά και κοινωνιολόγων. Γιατί έχουμε τόσες παραστάσεις; Γιατί έχουμε τόσους καλλιτέχνες σε μια χώρα που μόνο αισθητική δεν έχει να προβάλει στη σύγχρονη εκδοχή της; Τι οδηγεί τόσους νέους ανθρώπους στο δρόμο της αναζήτησης των εκδοχών της τέχνης; Πώς βιοπορίζονται όλοι αυτοί -αφού συνήθως δεν πληρώνονται, αλλά πληρώνουν; Και για να πάμε στα πιο θεατρικά: με ποια κριτήρια επιλέγεται το ρεπερτόριο; Με την «καβάντζα» της επιχορήγησης που δίνει τη στοιχειώδη δυνατότητα σε ολιγομελείς ομάδες να κάνουν το όνειρό τους -ή αυτό που νομίζουν για όνειρό τους;-  και συγκεντρώνει σε θέατρα πολλαπλών σκηνών ετερόκλητες παραστάσεις; Μήπως θα χρειαζόταν μια περισσότερο επιμελημένη επιλογή έργων και θιάσων που θα καταφέρει να φέρει κόσμο στα θέατρα, να εκπαιδεύσει το κοινό, να κοινωνήσει παλαιά αλλά και νέα κείμενα;

Είναι πολλά τα ερωτήματα, και κάθε χρόνο προστίθενται νέα, στα ήδη αναπάντητα. Για την ίδια κατάσταση που διαιωνίζεται. Και κάθε χρόνο προστίθενται και νέες παραστάσεις στη σεζόν. Και τις περισσότερες δεν μπορείς, δεν προλαβαίνεις, δεν γίνεται να τις δεις.  Και μένεις πάντα με την απορία και την ενοχή ότι κάποιους αδίκησες, κάποιους προσπέρασες, κάποιοι έμειναν με τη μοναχική τους προσπάθεια…

Παρ’ όλα αυτά κάθε χρονιά σου αφήνει κάτι. Κυρίως ερμηνείες -έχουμε σπουδαίους ηθοποιούς-, κι αν ευτυχήσει η συνταγή και παραστάσεις. Από ερμηνείες δεν μπορώ ξεχάσω (με τυχαία σειρά): τη Ρένη Πιττακή στο Misery

τη Μαριάννα Δημητρίου στη «Λήθη», τον Αργύρη Ξάφη στο «Μόλλυ Σουήνη», τη Σοφία Σεϊρλή στο «Χελιδόνι»

την Κωνσταντίνα Τάκαλου στις «Δούλες», τη Μαρία Κίτσου στον «Ηλίθιο», τον Δημήτρη Λιγνάδη στον «Πέερ Γκυντ», τον Δημήτρη Ημελλο στη «Φθινοπωρινή Σονάτα»

τον Νίκο Ψαρρά στον «Φάρο», την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη ως Αρκάντινα στον «Γλάρο», τον Γιάννη Κότσιφα στην “Αγριόπαπια”, το Μιχάλη Συριόπουλο στο «Καντίντ», τη Μαρία Κεχαγιόγλου στο «Ψηλά από τη γέφυρα»

τη Μαρία Ναυπλιώτου στο «Ενα τραμ με το όνομα “Πόθος”», τον Αλέξανδρο Βάρθη στο «Κάζιμιρ και Καρολίνα», τη Λυδία Φωτοπούλου σ’ εκείνη την οπτικοποιημένη εμφάνισή της στη «Γρανάδα», την Εμιλυ Κολιανδρή στο «Με δύναμη από την Κηφισιά», την Ελένη Ουζουνίδου στον «Αρίστο».

Ναι, καλές ερμηνείες είχαμε πολλές, και αυτή τη χρονιά. Όπως και πληθώρα παραστάσεων. Ήδη έχουν αρχίσει να εμφανίζονται εκείνες οι σκηνές που κάνουν λελογισμένες επιλογές στο ρεπερτόριο (Πορεία, Πόρτα). Έτσι κι αλλιώς όλες οι επιλογές είναι δύσκολες σε ένα δυσχερές θεατρικό, κοινωνικό και οικονομικό τοπίο και χρειάζονται σχεδόν «χειρουργικές» επιλογές για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (καλλιτεχνικό και εμπορικό). Για την ερχόμενη χρονιά να ευχηθούμε λιγότερες -ασφαλώς- και πιο δουλεμένες παραστάσεις.

ΟΛΓΑ  ΣΕΛΛΑ