Metamanias Θέατρο

Το αβάσταχτο τσάμικο ενός “γεροέφηβου”

«Έχασα τα μαλλιά, τη μάνα μου, την Μαρίνα, τον δρόμο, το θάρρος μου, τη χαρά μου, τη σύνταξή μου… είχα πολλά όνειρα, αλλά δεν τα κατάφερα… αυτό που θέλω είναι να μην πονάω… τα αισθήματά μου έχουν στεγνώσει..λογοδιάρροια με έπιασε, το χει αυτό η μοναξιά»!

Σπαράγματα ενός βίου που οδεύει στη δύση του, θύμησες και στιγμές από έρωτες και πρώτα φιλιά, όρκους όπως «κάθε φορά που έχει Πανσέληνο σε θυμάμαι», τραγούδια, γιορτές, γάμους, γέννες, γλέντια, παραστάσεις και περιοδείες, κομπαρσιλίκια και ρόλους σε μια παράσταση που είναι μια υπόκλιση και ένα χειροφίλημα στα γηρατειά ως πραγματικότητα και αναπόφευκτη κατάληξη στην ανθρώπινη ζωή μας. Το Γήρας – ένα χορικό, στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σύνθεση και σκηνοθεσία Γεωργίας Μαυραγάνη φέρει μια βαθιά ειλικρίνια και  ένα συσσωρευμένο βίωμα που ταράζει και συγκινεί το κοινό. Ειδική μνεία για τους ηθοποιούς, νέους αλλά και βετεράνους: Ναζίκ Αϊδινιάν, Φραντζέσκα Αλεξάνδρου, Χρυσή Βιδαλάκη, Ηλίας Κατέβας, Μαντώ Κεραμυδά, Δημήτρης Κερεστετζής, Μάγδα Λέκκα, Δήμητρα Μητροπούλου, Δημήτρης Μπικηρόπουλος, Μάριος Παναγιώτου, Ελίνα Ρίζου.

Τα πάθη και ο κόσμος των γηρατειών, η σοφία, η τρυφερότητα, η λαχτάρα για ζωή και κυρίως η αφοπλιστική ειλικρίνεια και ο αυτοσαρκασμός τους είναι για πρώτη φορά σε θεατρική παράσταση οι μεγάλοι πρωταγωνιστές της σκηνής όπως και της ζωής μας.
Η Γεωργία Μαυραγάνη μεγαλωμένη στην ελληνική επαρχία, όπου οι άνθρωποι γερνούσαν στα σπίτια τους συμφιλιωμένοι με τη φθορά του χρόνου και τον αποχωρισμό ως φυσική συνέπεια και κατάληξη μιας ζωής, όταν τα γηροκομεία ήταν μια άγνωστη λέξη και μια μοντέρνα εφεύρεση των πόλεων και των πολυάσχολων γόνων, στέκεται με τρυφερότητα, ευγενική συστολή και ζεστή μεγάλη αγκαλιά απέναντι στα γηρατειά ακούγοντας ιστορίες και συλλέγοντας στιγμές. «Αντίο και Χίλια Ευχαριστώ» λέει ο χορός των γερόντων στο φινάλε της παράστασης που με αφορμή το δεύτερο στάσιμο του Οιδίποδα επί Κολωνό, αποσπάσματα συνεντεύξεων, λογοτεχνικά και άλλα κείμενα καθώς και “εν θερμώ “ υλικά κατά τη διάρκεια των προβών, στέκεται μπροστά στον καθρέφτη, παρατηρεί το πρόσωπό της και το σώμα της και μονολογεί για τις καφέ κηλίδες, τις φλέβες, το χαλαρό δέρμα. Και φρίττει και αναρωτιέται αν είναι ένα παιδί ή όχι. Και αποφασιστικά δίνει την απάντηση πως χρόνος δεν υπάρχει, γιατί «κλείνω τα μάτια και είναι σαν να ΄μαι δέκα ετών. Είμαι ένας γεροέφηβος. Έχω τόσα να θυμάμαι που δεν τα θυμάμαι». Και απαριθμεί λέξεις της δικής του χαρακτηριστικής καθημερινότητας, όπως ονόματα φαρμάκων και αναγνωρίσιμα αξεσουάρ σαν το μπαστούνι και το πιεσόμετρο, και φράσεις όπως «να προσέχουμε να μην πέσουμε..»!
-Φοβάσθε το θάνατο; -Άλλη ερώτηση απαντά και αρχίζει να χορεύει ένα αβάσταχτο τσάμικο, γενναιόδωρο αποχαιρετισμό στη ζωή, που περιγελά το χάρο.

Μάνια Ζούση