Θέατρο

Θωμάς Μοσχόπουλος: Σκέψεις, αγωνίες και αυτοκριτική

Ναι, ήταν μακροσκελές αυτό το δελτίο Τύπου, αλλά το διαβάσαμε με τεράστια προσοχή, προσήλωση και συγκίνηση και σε καμία περίπτωση δεν κάναμε διαγώνια ανάγνωση. Και ίσως, Θωμά Μοσχόπουλε, να είναι η πρώτη φορά που ένα δελτίο Τύπου καθήλωσε και απασχόλησε τόσους πολλούς δημοσιογράφους.

Γιατί δεν ήταν απλώς ένα δελτίο Τύπου. Ήταν ένα περίεργο κάλεσμα, μια  «συνέντευξη Τύπου» μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και διαδικτύου, για τα πεπραγμένα ενός ιστορικού θεάτρου, του «Πόρτα», τα τέσσερα τελευταία χρόνια που διευθύνει και διαχειρίζεται ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος. Που δεν ήταν ένας απλός απολογισμός. Ήταν μια διαδικασία σκέψης και προβληματισμού για όσα συμβαίνουν στον ευρύτερο χώρο του πολιτισμού και στο χώρο του θεάτρου ειδικότερα, αλλά και μια τολμηρή διαδικασία βαθιάς αυτοκριτικής και συνομιλίας με διαπιστώσεις πνευματικών ανθρώπων για το πώς όλοι μας -καλλιτέχνες, ειδικό κοινό και ευρύ κοινό- αντιμετωπίζουμε τον πολιτισμό, τα έργα του ή τα «προϊόντα» του. Μας καλεί, δηλαδή, να σκεφτούμε, όπως ακριβώς κάνει, τα τελευταία χρόνια ιδιαιτέρως, με τις παραστάσεις του, (ξεχωρίζω ιδιαίτερα τις τέσσερις διασκευές των έργων της σύγχρονης παγκόσμιας λογοτεχνίας).

Ξεκινάει με τους αριθμούς στη νέα φάση του «Πόρτα», τα τέσσερα τελευταία χρόνια: «12 παραστάσεις για ενηλίκους (σύγχρονο και κλασικό ρεπερτόριο, στην πλειοψηφία τους άπαιχτα στην Ελλάδα έργα, εκ των οποίων τέσσερις πρωτότυπες διασκευές λογοτεχνικών αριστουργημάτων) πέντε για παιδιά, τέσσερις για βρέφη, τέσσερις παραστάσεις χοροθεάτρου, επτά θεατρο-παιδαγωγικές δράσεις, 57 (!) πρωτότυπα προγράμματα συναυλιών (13 μουσικά έργα σε παγκόσμια πρώτη, τρία σε πανελλήνια πρώτη) δύο όπερες και, τέλος, μια μεγάλη σειρά εκπαιδευτικών σεμιναρίων υποκριτικής και σκηνοθεσίας».

Και πολύ σύντομα αναρωτιέται τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί, και πόσο ευημερεί η τέχνη μέσα από τις παραγωγές-αριθμούς. Και μας καλεί να ξανασκεφτούμε τη σχέση μας με τα θεάματα συνολικά μες΄ από μια διαπίστωση του Εριχ Φρομ: «Η ευτυχία του ανθρώπου συνίσταται σήμερα στο να «διασκεδάζει». Και το να διασκεδάζει, δε σημαίνει άλλο από το να έχει την ικανοποίηση του να καταναλώνει, να κάνει «δικά του» διάφορα εμπορεύματα, θεάματα, φαγητά, ποτά, τσιγάρα, ανθρώπους, διαλέξεις, βιβλία, κινηματογραφικές ταινίες. Όλα αυτά καταναλώνονται και καταβροχθίζονται».

Και αμέσως μετά περιγράφει όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στο χώρο του θεάτρου, εν προκειμένω: «Αυτό που κάποτε εμφανίστηκε στα θεατρικά πράγματα της Αθήνας ως αναγκαιότητα και κάλυψε ένα κενό ποικιλίας διαφορετικών καλλιτεχνικών φωνών και δημιουργικού πλουραλισμού, έχει καταλήξει να μοιάζει μια σπασμωδική- χωρίς σκέψη και πρόταση- συνήθεια, μια έξη εσωτερικής κατανάλωσης, που συνδέεται στενά με την ανάγκη να διατηρήσουν τη φωνή τους καλλιτέχνες που εμφανίστηκαν και ωρίμασαν (;) κατά τα χρόνια του θεατρικού πληθωρισμού. Γνωστά παράλληλα φαινόμενα οι δραματικές σχολές που, για να διατηρήσουν την ύπαρξή τους, «υπόσχονται» ανύπαρκτη θεατρική παιδεία χωρίς πραγματικά κριτήρια και αξιώσεις, οι θεατρικές «ομάδες» ευκαιριακού χαρακτήρα κ.λπ. κ.λπ… Όλα διαστρεβλώσεις νόμων «ελεύθερης αγοράς» συνδυασμένες άρρηκτα με την πάλαι ποτέ άνθηση της τηλεοπτικής αγοράς που ζητούσε «νέα άφθαρτα πρόσωπα», ενώ συνεχίζουν να δημιουργούνται νέες θέσεις ανέργων ηθοποιών, οι οποίοι θα δημιουργήσουν πιθανότατα τη θνησιγενή θεατρική ομάδα τους κάποια στιγμή, πελαγοδρομώντας, ψάχνοντας μια ακτή να αράξουν με ασφάλεια».

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος μιλάει για την επικράτηση της arte povera και για τις «παραστάσεις σε άδειες σκηνές με ελάχιστα μέσα, χωρίς κοστούμια ενίοτε, όλα αυτά από ανάγκη, που ως ενός σημείου ίσως ακόνισαν τη φαντασία και τη δημιουργικότητα όλων μας» αλλά και για τα φαινόμενα της ελάχιστα πληρωμένης εργασίας.

Με αυτά τα δεδομένα, με πρόδηλη την εξελικτική σκέψη, καταλήγει στο σήμερα και σε αυτό που επιλέγει για το σήμερα: «Ναι, και εγώ προσωπικά τα έκανα όλα αυτά στο παρελθόν και τα υποστήριξα. Άλλοτε επειδή πίστευα δικαίως ή αδίκως ότι ενδυναμώνουν μια ουσιαστική πολυφωνία και άλλοτε γιατί μια τέτοια επιλογή διασκέδαζε κάποιες ανασφάλειες του τύπου «αν δε μου πετύχει το ένα θα μου βγει το άλλο». Τη συγκεκριμένη όμως στιγμή και με απόλυτη συναίσθηση της αβεβαιότητας έκβασης των αποφάσεων μου γνωρίζω πως δε μπορώ να συνεχίσω προς αυτό το αδιέξοδο. Νομίζω ότι η διάσπαση δυνάμεων προσωπικών και κοινωνικών είναι βαθιά επιζήμια για όλους τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Έχω ανάγκη την συγκέντρωση και την αφοσίωση, κι αν αυτό δεν αποτελεί άλλο από μια απόλυτα προσωπική ανάγκη χωρίς εξωτερικό αντίκρισμα, είμαι έτοιμος να πληρώσω τις όποιες συνέπειες. Δε θα ήθελα πλέον ένα θέατρο με το οποίο ταυτίζω το όνομά μου να «σαστίζει» πλέον τον κόσμο με υπερβολική πληροφορία και να γεμίζει την αγορά παραγωγές αστόχαστα. (Ποιος εμπιστεύεται σε ένα εστιατόριο έναν κατάλογο με άπειρες επιλογές; Κάποιο απ’ όλα τα πιάτα δεν θα είναι και τόσο φρέσκο)».

Μ’ αυτό το σκεπτικό, το «Πόρτα» φέτος θα φιλοξενήσει τέσσερις παραστάσεις, που δένονται άρρηκτα με τους άξονες και τις επιλογές του θεάτρου και του Θωμά Μοσχόπουλου: με την ανάγνωση και την επανανάγνωση, με το θέατρο για παιδιά, με την εκπαίδευση, είτε μέσα από παραστάσεις, είτε μέσα από σεμινάρια για το αρχαίο δράμα.

Τι θα δούμε:

  • Δεκαοκτώ χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση, «μ’ ένα ολότελα καινούργιο ξανα-διάβασμα του έργου» παρουσιάζεται, στο θέατρο απ’ όπου ξεκίνησε, «Το Σκλαβί» της Ξένιας Καλογεροπούλου, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου και Σοφίας Πάσχου (από 28 Οκτωβρίου). Στη μουσική του Νίκου Κυπουργού και στους στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου. «Απ’ όλα τα έργα μου τo Σκλαβί είναι εκείνο που “κατοίκησε” περισσότερο μέσα μου. Πιο βαθιά και για πιο πολύ καιρό. Γι’ αυτό και το γεγονός ότι είχε μια τόσο πλατιά ανταπόκριση, μου έδωσε μεγάλη χαρά. Είναι- χωρίς αμφιβολία- το καλύτερο απ’ όσα έργα έχω γράψει κι εκείνο που γνώρισε τη μεγαλύτερη επιτυχία. Τιμήθηκε άλλωστε το 2000 με το βραβείο Καρόλου Κουν ως το καλύτερο θεατρικό έργο της χρονιάς.

Τα τελευταία χρόνια παρουσιάστηκε σε διάφορα θέατρα και πάντα με επιτυχία. Είχα, όμως, μια μεγάλη λαχτάρα να το ξαναδώ να παίζεται στο δικό μας θέατρο. Ανυπομονώ, λοιπόν, να δω την καινούργια παράσταση. Θα είναι πολύ διαφορετική από την πρώτη, καθώς τα 18 χρόνια που πέρασαν από τότε μας χάρισαν πολύτιμες εμπειρίες και καινούργιες ιδέες», γράφει η δημιουργός του, Ξένια Καλογεροπούλου.

  • Η περυσινή επιτυχία του Patari Project σε σκηνοθεσία Σοφίας Πάσχου «Χιονάνοι» (από το Σάββατο 13 Οκτωβρίου), βασισμένο στο μύθο της Χιονάτης και των Επτά Νάνων.

  • Για δεύτερη χρονιά και η τέταρτη παράσταση του «Πόρτα», το «Μουσική και φίλοι» των Burger Project, σε κείμενα Θάνου Κοσμίδη με τη σκηνοθετική υποστήριξη του Γιάννη Σαρακατσάνη. «Ένα χιουμοριστικό, πολυ-πολιτισμικό ταξίδι, που φανερώνει στα παιδιά τον πλούτο της μουσικής και αναδεικνύει τη σημασία της φιλίας, της ομαδικότητας και της συνεργασίας» (από 13 Οκτωβρίου).

  • Τη μεγάλη φετινή επιτυχία του στο Φεστιβάλ Αθηνών, το καλοκαίρι που πέρασε, τη θεατρική διασκευή ενός σπουδαίου κειμένου, του «Φαρενάιτ 451» του Ραίη Μπράντμπερυ σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου (από 9 Νοεμβρίου)

Αυτό είναι το φετινό πρόγραμμα του «Πόρτα», αυτό είναι το σκεπτικό, οι ανησυχίες, οι επισημάνσεις και οι αγωνίες ενός σκεπτόμενου ανθρώπου.

Θωμά Μοσχόπουλε, σ’ ευχαριστούμε για την πιο ενδιαφέρουσα συνέντευξη Τύπου, στην οποία δεν ήρθαμε ποτέ.

ΟΛΓΑ  ΣΕΛΛΑ