Θέατρο Οι δημιουργοί γράφουν

«Πήραμε τα θραύσματα κι ενώσαμε τις τελίτσες με ιστορίες»

Για ένα νέο είδος θεατρικής αφήγησης, το Θέατρο Αρχείο, μια «σύνθεση θραυσμάτων που γίνεται με αυτοπειθαρχία αλλά και τόλμη και για μια παράσταση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «προσομοίωση έρευνας αρχείου», όπου το απρόσωπο

γίνεται προσωπικό, γράφουν στο artplay.gr η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Άρης Ασπρούλης, με αφορμή την πρεμιέρα του έργου τους «διακόσιες δέκα χιλιάδες οκάδες βαμβακιού ~ μια παράσταση στο Αρχείο», που ανεβαίνει από σήμερα  στο Ιστορικό Αρχείο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς στον Ταύρο. Ένα υλικό που όπως λένε « προσφέρεται ως κλειδαρότρυπα ή ως καλειδοσκόπιο -όπως θες δες το- για στιγμές στο παρελθόν». Γράφουν η Ιόλη και ο Άρης:

 

12376354_922311714551902_6244634421557020625_n

 

«Ένα «θέατρο-αρχείο», λοιπόν, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα τεκμήρια ενός αρχειακού χώρου για να γραφτούν νέα έργα που ενώνουν ένα-ένα τα θραύσματα μεταξύ τους με ιστορίες. Αυτό τον τρόπο χρησιμοποιήσαμε εμείς, πήραμε τα θραύσματα τα κοιτάξαμε και «ενώσαμε τις τελίτσες» με ιστορίες, σεβόμενοι τα ιστορικά στοιχεία αλλά και νιώθοντας όσο το δυνατόν πιο ελεύθεροι απέναντι σε αυτά.

Σε σχέση με τη μνήμη και την ιστορία: η ιστορία όπως μας τη μάθανε στο σχολείο ήταν κάτι απρόσωπο. Γι’ αυτό υπάρχει η ανάγκη για το άνοιγμα των αρχείων και των βιβλιοθηκών, για να γίνει το απρόσωπο, προσωπικό.

Ένα αρχείο προσφέρει κάθε φορά τη δική του θεματολογία, ανάλογα με το υλικό που περιέχει. Ταυτόχρονα, συγγενικό με άλλα είδη ιστορικού θεάτρου -όπως το «θέατρο ντοκουμέντο»- το αρχείο, με τη θραυσματική του πληροφορία γύρω από ένα θέμα, μπορεί να οδηγήσει σε ένα τρόπο θεάτρου εξίσου συνθετικό: με άλλα λόγια στη σύνθεση των θραυσμάτων, και όχι στην παρουσίαση τους ως έχουν, χωρίς καμία επεξεργασία. Όπως ακριβώς συμβαίνει και σε μια έρευνα αρχείου: αναζητάς με βάση ένα αρχικό σχέδιο λεπτομέρειες μέσα στο αρχείο, ύστερα το ίδιο το αρχείο σε ταξιδεύει σε νέες λεπτομέρειες και καταλήγεις -με αυτοπειθαρχία αλλά και τόλμη- να επιστρέφεις στον αρχικό σου σχεδιασμό, για να τον αναθεωρήσεις με βάση τα νέα δεδομένα. Εξού  και η παράσταση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «προσομοίωση έρευνας αρχείου».

Ας πούμε, βλέποντας ένα φύλλο εργαζομένου, μια μετοχή, μια φωτογραφία από μια επίσκεψη στο εργοστάσιο, όλοι μας φτιάχνουμε τη δική μας ιστορία για αυτό το ερέθισμα. Και ερμηνεύουμε το κάθε ερέθισμα ως υποψήφιοι ερευνητές με το δικό μας φίλτρο (ταξικό, οικογενειακό, εθνικό, έμφυλο), με τις προκαταλήψεις και τις προϊδεάσεις που κουβαλάμε προτού εισέρθουμε σε μια έρευνα – για αυτό και οι «μαθητευόμενοι ερευνητές / θεατές» στην πρώτη φάση της παράστασης διαχωρίζονται σε «βιομήχανους» και «εργάτες», έτσι, τυχαία, χωρίς κάποιο πραγματικά κριτήριο, ούτε από επιλογή δική τους, ούτε από επιλογή δική μας – όπως ακριβώς αδικαιολόγητα και τυχαία συμβαίνει και στη ζωή να γεννηθείς σε πλούσια οικογένεια ή σε φτωχή, στην Ασία ή στην Αμερική, άντρας ή γυναίκα. Φοράς έναν ρόλο, ακόμα και ακούσια.

Ένα «θέατρο-αρχείο», λοιπόν, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα τεκμήρια ενός αρχειακού χώρου για να γραφτούν νέα έργα που ενώνουν ένα-ένα τα θραύσματα μεταξύ τους με ιστορίες. Αυτό τον τρόπο χρησιμοποιήσαμε εμείς, πήραμε τα θραύσματα τα κοιτάξαμε και «ενώσαμε τις τελίτσες» με ιστορίες, σεβόμενοι τα ιστορικά στοιχεία αλλά και νιώθοντας όσο το δυνατόν πιο ελεύθεροι απέναντι σε αυτά.

Σε σχέση με τη μνήμη και την ιστορία: η ιστορία όπως μας τη μάθανε στο σχολείο ήταν κάτι απρόσωπο. Γι’ αυτό υπάρχει η ανάγκη για το άνοιγμα των αρχείων και των βιβλιοθηκών, για να γίνει το απρόσωπο, προσωπικό. Μόνο όταν η ιστορία γίνει κάτι προσωπικό, θα μας «μείνει» και κάτι από αυτή, θα μείνει κάτι στη μνήμη μας και τη ζωή μας. Η ιστορία με βλέμμα προσωπικό, μπορεί να αυξήσει την επιθυμία των ανθρώπων για έρευνα και διάβασμα, μελέτη, συγκέντρωση και κριτική σκέψη. Στην παράσταση επιχειρούμε το προσωπικό, εστιάζουμε σε αυτό: μιλάμε για την εποχή, για τον εικοστό αιώνα, από τις αρχές του ως το 1965, μέσα από τις ιστορίες δύο μόνο ανθρώπων! Δυο ανθρώπων τόσο διαφορετικών που μπορούν να «κυκλώσουν» όλο το προς διερεύνηση φαινόμενο: ένας βιομήχανος (εκ των ιδρυτών της Πειραϊκής – Πατραϊκής) και μια εργάτρια της ίδιας βιομηχανίας. Εν μέσω όλων αυτών των απρόσωπων στατιστικών που ορίζουν τη ζωή μας και τη σκέψη μας καθημερινά και που όλα εξετάζονται με την απόχρωση ενός κόσμου «κόστους – ωφέλειας», καθώς συμπερασματολογούν θεοποιώντας τους «μέσους όρους» και την εργαστηριακή αλήθεια τους, εμείς, στην παράσταση αυτή, ακούμε με προσοχή τις φωνές δυο ανθρώπων, τις αφηγήσεις της ζωής τους, την αλήθεια τους και το ψέμα τους, τους ψιθύρους τους, τους έρωτες τους, τις φιλίες τους, τα όνειρά τους, τις κακουχίες τους, τις προσδοκίες τους, τι κατάφεραν, τι δεν κατάφεραν. Για να κατανοήσουμε πώς ερμηνεύει τελικά ένας άνθρωπος τον εαυτό του μέσα στον κόσμο και τον κόσμο μέσα του.

Το υλικό του αρχείου προσφέρεται ως κλειδαρότρυπα ή ως καλειδοσκόπιο -όπως θες δες το- για στιγμές στο παρελθόν. Είναι μια αφορμή για σκέψη, ένας τρόπος να θυμηθούμε και να συνθέσουμε ξανά, ένα κομμάτι από τη μεγάλη εικόνα της ελληνικής ιστορίας, της ελληνικής και παγκόσμιας βιομηχανίας. Βλέπεις μια φωτογραφία και φαντάζεσαι ξεκάθαρα τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, πιο απλές απ’ όσο ενδεχομένως και οι ίδιοι τις σκέφτηκαν ποτέ… Βλέπεις ένα κομμάτι ύφασμα και σκέφτεσαι από πόσα χέρια πέρασε για να φτάσει σε αυτή την κατάσταση. Ανοίγεις ένα μητρώο εργατών και η υποψία σου επιβεβαιώνεται: η μια εργάτρια ήταν «καλαμού», η άλλη «παγκού», η άλλη «ανεμού», η καθεμιά προσέθετε το κατιτίς της στην όλη διαδικασία. Στην κυριολεξία προσέφερε τον εαυτό της ολόκληρο. Σκέφτεται, τότε, κανείς τους «Μοντέρνους Καιρούς» όπου από την τόση εξειδίκευση και αλλοτρίωση ο Τσάπλιν «κολλάει» και κάνει μόνο αυτή τη συγκεκριμένη κίνηση, στρίβοντας βίδες παντού, εντός και εκτός γραμμής παραγωγής».

Ιόλη Ανδρεάδη – Άρης Ασπρούλης

 

12439181_922311601218580_5199007298470162554_n