Metamanias Θέατρο Όπερα Ρεπορτάζ Φεστιβάλ

Όταν μια παράσταση αλλάζει χέρια: Τι απαντούν τέσσερις καλλιτεχνικοί διευθυντές

Η αφορμή ήταν, όπως συνήθως στα ρεπορτάζ, μια είδηση. Ήταν η είδηση -από το artplay.gr πρωτοέγινε γνωστή- ότι η παράσταση του Γιάννη Οικονομίδη «Στέλλα κοιμήσου», που έκανε μια πολύ επιτυχημένη διαδρομή, για δύο σχεδόν σεζόν στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, θα επαναληφθεί την ερχόμενη θεατρική περίοδο σε ένα ιδιωτικό θέατρο. Στο «Τζένη Καρέζη» συγκεκριμένα, το οποίο περνά στη διαχείριση του Μίλτου Σωτηριάδη. Δευτερότριτα θα παίζεται η παράσταση τη νέα σεζόν, με τους ίδιους συντελεστές (Αντώνης Ιορδάνου, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Μάγια Κώνστα, Γιάννης Μυλωνάς, Καλλιρόη Μυριαγκού, Γιάννης Νιάρρος, Στάθης Σταμουλακάτος, Έλλη Τρίγγου).

Λίγες μέρες μετά τη γνωστοποίηση της είδησης, δύο από τους βασικούς πρωταγωνιστές της παράστασης «Στέλλα κοιμήσου», η Ιωάννα Κολλιοπούλου και ο Γιώργος Νιάρρος, τιμήθηκαν με δύο από τα πιο σημαντικά θεατρικά βραβεία: το βραβείο «Μελίνα Μερκούρη»

και «Δημήτρης Χορν» αντίστοιχα. Δύο βραβεία που επιβεβαίωσαν, πέρα από την ήδη τεράστια υποδοχή του κοινού και της κριτικής, τα επιτυχημένα «συστατικά» αυτής της παράστασης.

 

Αναρωτήθηκα, λοιπόν, είναι σκόπιμο, θεμιτό και επωφελές για έναν κρατικό φορέα πολιτισμού να παρέχει επιτυχημένες παραστάσεις του σε ιδιώτες; Είναι δύσκολη έως αδύνατη η επανάληψή τους ή η διατήρησή τους στο ρεπερτόριό τους; Ή μήπως αυτές οι παραχωρήσεις έχουν να κάνουν με τη νέα πραγματικότητα και κινητικότητα του θεατρικού τοπίου;

Αυτά τα ερωτήματα θέσαμε στους καλλιτεχνικούς διευθυντές των τεσσάρων μεγαλύτερων κρατικών φορέων στο χώρο του πολιτισμού: στον Γιάννη Αναστασάκη (ΚΘΒΕ), στον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο (Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου), στον Γιώργο Κουμεντάκη (Εθνική Λυρική Σκηνή) και στον Στάθη Λιβαθινό (Εθνικό Θέατρο). Ανταποκρίθηκαν όλοι άμεσα και οι απαντήσεις τους έχουν ενδιαφέρον και καταγράφουν, επίσης, κάποιες από τις νέες πραγματικότητες του θεατρικού τοπίου.

Η ερώτηση που θέσαμε και στους τέσσερις ήταν κοινή και είναι η ακόλουθη:

«Είναι δόκιμο, σκόπιμο ή επωφελές για έναν κρατικό φορέα τέχνης να παραχωρεί επιτυχημένες παραστάσεις του σε ιδιώτες παραγωγούς, έναντι αμοιβής; Ή μήπως θα ήταν σκόπιμο μια επιτυχημένη παραγωγή να παραμένει στο ρεπερτόριο του κρατικού φορέα και να επαναλαμβάνεται όπως είναι εφικτό στο πρόγραμμά του;».

  • Γιάννης Αναστασάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. «Παρόλο που η επανάληψη μιας παραγωγής δημιουργεί δύσκολα ζητήματα κάθε φορά, πιστεύω πως ένα κρατικό θέατρο οφείλει να διατηρεί στο ρεπερτόριό του παραγωγές που υπήρξαν και καλλιτεχνικά γεγονότα και αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από το κοινό. Στο ΚΘΒΕ το προσπαθούμε, έχοντας ως στόχο το εναλλασσόμενο ρεπερτόριο. Το “Festen”, το “Γκιακ”, τα “Ανεμοδαρμένα Υψη”, η “Ασκητική”, το “Δε σε ξέχασα ποτέ”, και πιο πριν: το “Αγόρι με τη βαλίτσα”, η “Απολογία του Σωκράτη” και το “Σωτηρία με λένε”, επαναλήφθηκαν την επόμενη θεατρική περίοδο, λόγω μεγάλης καλλιτεχνικής και εισπρακτικής επιτυχίας. Αποδείχθηκε επωφελής κίνηση για όλους. Την επόμενη σεζόν το ίδιο θα συμβεί πιθανότατα με 3 παραγωγές της φετινής περιόδου. Ελπίζω να βρεθούν οι λύσεις και πάλι. Στηριγμένοι στις δικές μας δυνάμεις και προφυλάσσοντας τις παραγωγές μας με τα δικά μας κριτήρια.

Δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό μου να… νοικιάσω ή να…πουλήσω μια παραγωγή του ΚΘΒΕ σε έναν ιδιώτη. Υποθέτω ότι νοσώ από κάποιου είδους «κρατισμό», άσε που θα είχα και τύψεις ηθικής τάξεως- άλλη νόσος αυτή!- απέναντι στην ιστορία του ΚΘΒΕ, που ακόμη προσπαθεί να επουλώσει πληγές από παρόμοιου τύπου συμφωνίες με πρόθυμους φιλότεχνους ιδιώτες… Βέβαια, η απάντησή μου μπορεί σε πολλούς να φαίνεται απόλυτη κι αφοριστική. Πιθανόν, σε άλλες συνθήκες μια ανάλογη παραχώρηση να ήταν η προσφορότερη λύση και για το Κρατικό Θέατρο και για τον ιδιώτη και για τους συντελεστές της παράστασης- εφόσον είχαν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια επανάληψης σε κάποια Σκηνή μας. Ομολογώ, όμως, πως και τότε θα το σκεφτόμουν πολύ σοβαρά».

  • Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, καλλιτεχνικός διευθυντής Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου:

«Οι  παραστάσεις δεν πρέπει να εξαντλούνται στις δύο ή το πολύ πέντε παραστάσεις, που παίζονται στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, αλλά να συνεχίζονται. Μ’ αυτό το δεδομένο έχουμε καθιερώσει στο Φεστιβάλ τη λογική των συμπαραγωγών, ώστε να είναι πιο εύκολο, αυτός που κάνει την εκτέλεση της παράστασης, να συνεχίσει τη διαδρομή της μετά το Φεστιβάλ.  Γιατί όταν δουλεύει μια ομάδα 5 ή 7 μήνες για την πραγματοποίηση μιας παράστασης, είναι άδικο η παράσταση να τελειώνει με τη λήξη της παρουσίας της στο Φεστιβάλ. Αυτή την τακτική ακολουθώ, που υπάρχει σε όλα τα μεγάλα φεστιβάλ του κόσμου και μ’ αυτόν τον τρόπο το Φεστιβάλ -όχι τώρα, και παλαιότερα- στηρίζει την ελληνική παραγωγή, ιδίως τα χρόνια της κρίσης και της κατάργησης των επιχορηγήσεων.

Ένας κρατικός φορέας, μπορεί να κρατήσει μια παραγωγή στο ρεπερτόριό του, μόνο αν έχει μόνιμους ηθοποιούς. Αν δεν έχει, στην καλύτερη περίπτωση να το κρατήσει και μια δεύτερη χρονιά. Η λογική του ρεπερτορίου σε μια κρατική σκηνή ή φορέα έχει να κάνει και με τις εργασιακές σχέσεις των ηθοποιών, με το πλαίσιο εργασίας, με τις συμπαραγωγές, κ.λπ. Για παράδειγμα, τα κρατικά θέατρα δεν επιτρέπεται από τον κανονισμό τους να παίζουν Δευτερότριτα. Δεν είναι εύκολο να κρατήσεις μια παράσταση στο ρεπερτόριό σου για πολλά χρόνια, γιατί και οι θίασοι εναλλάσσονται εκτός αν είσαι μια ομάδα όπως η Μνουσκίν, ο Καστελούτσι, κ.ά.».

  • Γιώργος Κουμεντάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

«Καθώς η ερώτηση σας απευθύνεται κυρίως σε θεατρικούς οργανισμούς, μιας και αυτή η πρακτική δεν θα μπορούσε εύκολα να εφαρμοστεί σε μεγάλες παραγωγές όπερας, θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι η Εθνική Λυρική Σκηνή και συγκεκριμένα η Εναλλακτική της Σκηνή έχουν ανοίξει από πέρσι έναν κύκλο συμπαραγωγών με ομάδες μουσικού θεάτρου. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΛΣ δίνει την ευκαιρία, αλλά και την οικονομική βοήθεια στις ομάδες αυτές να ανεβάσουν μια παράστασή τους στην Εναλλακτική Σκηνή, να πάρουν το μεγαλύτερο ποσοστό από τα εισιτήρια και στη συνέχεια να παρουσιάσουν την παραγωγή αυτή, σε όποιο θέατρο επιθυμούν ως δική τους πλέον παραγωγή. Με τον τρόπο αυτό η ΕΛΣ θέλει να στηρίξει ουσιαστικά τους ανεξάρτητους καλλιτέχνες που δημιουργούν με ζήλο, αλλά και με ελάχιστα οικονομικά μέσα. Έως τώρα έχουν ήδη παρουσιαστεί τρεις πολύ επιτυχημένες συμπαραγωγές, με το Theseum Ensemble και το Yo-ki-hi, την Ομάδα Ραφή και τον Μικάδο, και τους (Ο)pero και το Orpheus».

  • Στάθης Λιβαθινός, καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου.

« Αν υπήρχε θέατρο ρεπερτορίου, που θα επιθυμούσα να συμβεί και ελπίζω να συμβεί τα επόμενα χρόνια, δεν θα έφευγαν παραστάσεις από το ρεπερτόριο του Εθνικού. Το “Στέλλα κοιμήσου”, του Γιάννη Οικονομίδη έκλεισε έναν μεγάλο κύκλο, με τη φετινή του επανάληψη. Δόθηκε, και μάλιστα με υψηλό αντίτιμο, και θα παρουσιάζεται Δευτερότριτα. Σ’ ένα Εθνικό Θέατρο πρέπει να τηρηθεί ο προγραμματισμός και δεν μπορεί να λειτουργεί μόνο με κριτήρια κέρδους. Τα τελευταία χρόνια οι παραστάσεις παίζονται και μετά εξαφανίζονται. Στο “Στέλλα κοιμήσου” δόθηκε η ευκαιρία να συνεχίζει τη διαδρομή του».

ΟΛΓΑ  ΣΕΛΛΑ