Θέατρο Οι δημιουργοί γράφουν

Μαρία Μαγκανάρη : «Επιστροφή στα βασικά, ηθοποιοί και κείμενο»

Με αφορμή την ολοκλήρωση του κύκλου παραστάσεων της “Φθνινοπωρινής Σονάτας” για 4 ακόμη Δευτερότριτα, έως και την Τρίτη 5 Ιανουαρίου στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής

με τις Μαρία Κεχαγιόγλου και Ανθή Ευστρατιάδου στους κεντρικούς ρόλους, θυμόμαστε τι είχε γράψει στο artplay.gr η σκηνοθέτις Μαρία Μαγγανάρη.

«Ο Ingmar Bergman, φαντάστηκε την ταινία “Φθινοπωρινή Σονάτα”, “σαν ένα όνειρο σε τρεις πράξεις, χωρίς δυσκίνητα σύνολα, με δύο πρόσωπα και τρεις φωτισμούς.” Ανάλογη περιγραφή είχε πολύ νωρίτερα δώσει και ο Στρίντμπεργκ για τη δική του Σονάτα, αυτή των φαντασμάτων.
Όταν η Μαρία Κεχαγιόγλου είχε την ιδέα να δουλέψουμε πάνω στη “Φθινοπωρινή Σονάτα”, η πρώτη μου αίσθηση ήταν: επιστροφή στα βασικά. Ηθοποιοί και κείμενο- σχεδόν τίποτα άλλο. Η συγκυρία ήταν ιδανική -και όχι μόνο λόγω της οικονομικής πίεσης που υφίσταται το θέατρο και της εγκατάλειψής του από την Πολιτεία.
Τον τελευταίο καιρό, συχνά αναρωτιόμουν τόσο ως θεατής όσο και ως δημιουργός, ποιο είναι το σημείο στο οποίο κεντράρει στ’ αλήθεια η θεατρική πράξη και πού αισθάνομαι εγώ ότι κάτι συμβαίνει πραγματικά. Μου φαίνεται λοιπόν πως τίποτα δεν είναι πιο ενδιαφέρον από, ας πούμε, δύο ηθοποιούς που έχουν τρομακτική ανάγκη ο ένας τον άλλον επί σκηνής, που πασχίζουν να επικοινωνήσουν, που κάτι θέλει ο ένας από τον άλλον, χωρίς το οποίο δεν μπορεί να συνεχίσει, και αυτό το κάτι ξεκινάει από τα λόγια που λένε και βαθαίνει μέσα τους, σωματοποιείται, γίνεται η σχέση τους, παράγει την ποίηση της σχέσης τους.
Μια τέτοιου είδους εμπειρία έχω τη χαρά να βιώνω καθημερινά στις πρόβες της “Φθινοπωρινής Σονάτας” με δύο εξαιρετικές ηθοποιούς, τη Μαρία Κεχαγιόγλου και την Ανθή Ευστρατιάδου.
Στη “Φθινοπωρινή Σονάτα” το κείμενο είναι αφοπλιστικό σαν αρχαία τραγωδία. Η σχέση μητέρας- κόρης την οποία αναλύει σε βάθος, είναι πολύπλοκη και αρχετυπικά αναγκαστική. Εμπεριέχει εξ’ ορισμού τον πόνο και τις ενοχές. Αυτό που κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρον το έργο είναι ο τρόπος που ο Μπέργκμαν σε αναγκάζει να δεις πόσο επιφανειακοί είναι ενίοτε οι ρόλοι που υιοθετούμε στη ζωή. Η μητρότητα είναι δεδομένη μόνο ως βιολογικός ρόλος, η συνάφεια με τον αντίστοιχο ψυχολογικό ρόλο, δεν είναι καθόλου αυτονόητη.
Στη διασκευή μας εστιάσαμε στο δίπολο αυτό, μητέρας- κόρης, στο καθρέφτισμά τους. Στην αφήγηση και στη σκηνοθεσία προσπαθούμε ν’ αντιμετωπίζουμε τις “πληγές” που η καθεμία φέρει σαν κάτι που δημιουργείται στο “εδώ και τώρα” της σκηνικής πράξης, που προκαλείται από τις λέξεις, τα λόγια που εξαπολύουν η μία στην άλλη, αποφεύγοντας τη γενίκευση του ψυχολογισμού. Αντιμετωπίσαμε τις συνομιλίες τους ως κάτι το σωματικό, με την έννοια ότι όταν απευθύνομαι πραγματικά σε κάποιον, επιδρώ πάνω του.
Η σονάτα, ως μουσική φόρμα, μας ενέπνευσε σε ζητήματα ρυθμού και δομής της παράστασης. Πάντως η μουσική είναι δομικό στοιχείο στην παράσταση και όχι στοιχείο ατμόσφαιρας. Είναι σαν ένας ακόμα ηθοποιός- γι’ αυτό και οι ηθοποιοί προσπαθούν να συνδιαλλαγούν μαζί της, ή και να την σωματοποιήσουν. Και φυσικά, η ίδια η ταινία του Μπέργκμαν υπήρξε μεγάλη πηγή έμπνευσης, ιδίως από τη στιγμή που απελευθερωθήκαμε από τη δυνατή και αναπόφευκτη επίδρασή της.
Ένα ακόμα στοιχείο που δρα καταλυτικά στη δημιουργία της παράστασης είναι ο χώρος αυτός καθαυτός: το θέατρο μέσα στο οποίο δημιούργησε ένας τόσο μεγάλος καλλιτέχνης όπως ήταν ο Λευτέρης Βογιατζής, δεν μπορεί παρά να φέρει την πνευματικότητα και την αύρα του, τόσο απαραίτητες και οι δύο στα δικά μας καλλιτεχνικά εγχειρήματα».

Μαρία Μαγκανάρη