Θέατρο Οι δημιουργοί γράφουν

Η Γεωργία Κούρτη θυμάται το «September»

«Η πρώτη λέξη ήταν πλειάδες» γράφει για το μονόπρακτο θεατρικό έργο «September», η ηθοποιός Γεωργία Κούρτη, το οποίο μετά την ολοκλήρωση τρίμηνου Studio συγγραφής που οργάνωσε το Εθνικό θέατρο, παρουσιάσθηκε σε μορφή αναλογίου.

Για το «September» που ανέβηκε σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη, από τους ηθοποιούς Ιφιγένεια Γρίβα και Ηλία Κουνέλλα, η Γεωργία Κούρτη γράφει στο artplay.gr

«Από το σχολείο ακόμα έγραφα μικρές ιστοριούλες και τις μοίραζα στους φίλους μου. Θυμάμαι πως στο λύκειο είχα ένα μωβ τετράδιο και περνούσε κρυφά από θρανίο σε θρανίο. Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει μέρα που να μη γράψω κάτι ,έστω και μια λέξη ή μια φράση. Παλιότερα έστελνα ,στους πολύ δικούς μου ανθρώπους, κάθε βδομάδα κι από ένα γράμμα. Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο ,η γραφή ήταν αυτόματη χωρίς συγκεκριμένη δομή αλλά θυμάμαι ότι αυτοί οι δύο ή τρεις αναγνώστες ανυπομονούσαν να φτάσει ο ταχυδρόμος. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να λάβω μέρος σε κάποιο διαγωνισμό ,ο πατέρας μου είδε την ανακοίνωση του Eθνικού και μου είπε να δηλώσω συμμετοχή. Έγραψα στην αρχή έναν μονόλογο και λίγα λεπτά πριν τον στείλω στο Εθνικό ζήτησα τη γνώμη του φίλου μου ευτυχώς, και μου είπε ότι ο λόγος ήταν καλός αλλά το κείμενο δεν ήταν θεατρικό .Δε γνώριζα την τεχνική της θεατρικής γραφής, και τότε σκέφτηκα να “κλέψω” από την τεχνική της υποκριτικής. Και κατάλαβα πόσο όμοια ήταν η διαδικασία .Έκανα ακριβώς ό, τι και στο θέατρο ,πολλές φορές μάλιστα ασυναίσθητα άφηνα το πληκτρολόγιο και μιλούσα όπως οι ρόλοι, κουνούσα τα χέρια μου, ή καθόμουν όπως θα καθόταν ο κάθε χαρακτήρας. Τελικά έστειλα έναν κοριτσίστικο διάλογο! Με τη θεατρική γραφή κατάλαβα όλο τον Στανισλάφσκι ,που στη δραματική σχολή διάβαζα και ξαναδιάβαζα τα βιβλία του και μου φαινόντουσαν κινέζικα….
Δεν περίμενα να κερδίσω…Όταν με πήρε τηλέφωνο, η Κα. Κατερίνα Αγγελιδάκη ,υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του Εθνικού και συντονιστής του studio, νόμιζα ότι το βλέπω στον ύπνο μου. Ακολούθησε η συνέντευξη με τους τέσσερις καθηγητές τον Μήνα Βιντιάδη, τον Ηρακλή Λογοθέτη, τον Βασίλη Κατσικονούρη και τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Στη συνέντευξη ντρεπόμουν πάρα πολύ, δυσκολεύομαι όσον αναφορά τις κοινωνικές επαφές. Είμαι τελείως αδέξια. Πόσο μάλλον όταν απέναντί μου έχω ανθρώπους που θαυμάζω. Γρήγορα τελικά έσπασε ο πάγος όταν άκουσα τα πρώτα θετικά σχόλια για το δείγμα γραφής μου.
Το στούντιο συγγραφής του Εθνικού ξεκίνησε τον Φλεβάρη και ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο. Μέσα σ΄ αυτούς τους 4 μήνες που πέρασαν σαν αστραπή για όλους μας, προσωπικά έζησα μια από τις πιο σημαντικές, όχι μόνο σε διδακτικό πλαίσιο, εμπειρίες μου.
Ξεκίνησα να γράφω το September 20 μέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας που μας είχε δώσει το Εθνικό προκειμένου να καταθέσουμε τα έργα μας. Λόγω της πίεσης χρόνου και λόγω της απειρίας μου περνούσα το “μαρτύριο της λευκής σελίδας.”Ένα πρωί παράτησα τον υπολογιστή, έβαλα ένα μικρό τάμπλετ στην τσάντα μου και πήρα τους δρόμους. Περπάτησα σε όλη την Κυψέλη. Μένω από τα 22 στην Πλ. Αμερικής και όπου κι αν με πας μετά από πέντε μέρες μου λείπει η Κνωσού-και κατέληξα στην πλατεία του Αγ.Παύλου .Άνοιξα το τάμπλετ, κάθισα σ ένα παγκάκι και είπα :ωραία ,τώρα γράψε την πρώτη λέξη που θα σου έρθει στο μυαλό. Και ήταν η λέξη “πλειάδες”. Φυσικά και δεν ήταν τυχαίο ,το υποσυνείδητο έκανε καλά τη δουλειά του. Με την πρώτη λέξη όλος ο χαρακτήρας της Βάλιας ξεδιπλώθηκε. Με τις πρώτες ατάκες μου “φανερώθηκε” και η βασική ιδέα του έργου. Το βασικό συστατικό. Θα έγραφα για τα μαθηματικά. Είναι τα μαθηματικά ο μεγάλος ανεκπλήρωτος έρωτάς μου. Το 2005 αποφοίτησα από τμήμα Οικονομικών Επιστημών και είχα αποφασίσει να κάνω μεταπτυχιακό στα εφαρμοσμένα μαθηματικά. Τελικά με κέρδισε το Θέατρο. Έχω καταλήξει ότι η μαθηματική σκέψη είναι περισσότερο κουσούρι παρά χάρισμα. Όλα τα “θέματα” που προκύπτουν στη ζωή μου τ αντιμετωπίζω σαν μαθηματικές εξισώσεις. Αυτός ο τρόπος σκέψης πολλές φορές με βάζει σε μπελάδες. Τις περισσότερες φορές πέφτω σε τοίχο .Απουσιάζει το συναίσθημα. Όχι οι αισθήσεις, ούτε η φαντασία ούτε το ένστικτό-αυτά περισσεύουν-αλλα το συναίσθημα και κυρίως η ενσυναίσθηση. Ο χαρακτήρας της Βάλιας είναι κατά 90 τοις εκατό αυτοβιογραφικός. Τελικά όταν γράφεις αυτό δεν μπορείς να το αποφύγεις. Βέβαια η Βάλια παρόλο που είναι κοινωνικά αδέξια και με χαμηλή συναισθηματική νοημοσύνη ,σύνδρομο άσπεργκερ υψηλής λειτουργικότητας ονομάζονται πια αυτές οι δυσλειτουργίες αλλά αυτό σηκώνει μεγάλη κουβέντα, δεν τα παρατάει ποτέ, έχει αυτοπεποίθηση και είναι δυναμική παρά τις αντιξοότητες και το καθημερινό μπούλινγκ.(κι αυτό σηκώνει μεγάλη συζήτηση).
Το δεύτερο συστατικό του έργου είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας ανάμεσα σ έναν καθηγητή -μέντορα και μια μαθήτρια. Χιλιοειπωμένο και κλισέ το ήξερα από την αρχή αλλά περισσότερο με ενέπνευσε κάτι τέτοιο παρά με προβλημάτισε. Εξάλλου τέτοιου είδους σχέσεις είναι αρχετυπικές και στο θέατρο πάντα συναντάμε αρχετυπικές σχέσεις, από κει ξεκινάνε όλα, σημασία έχει πώς εξελίσσονται και πώς τις “ντύνεις” . Ο χαρακτήρας του καθηγητή με παίδεψε. Έμενε πάντα ατελής. Δεν έλεγε να ολοκληρωθεί ποτέ. Κι έτσι στο τέλος είπα να μην πιέσω τα πράγματα. Ας είναι αντιήρωας ας είναι ένας άνθρωπος που αφήνει πάντα στη ζωή του ανοιχτά μέτωπα. Κι έτσι αντιστράφηκαν μοιραία και οι ρόλοι. Η Βάλια γίνεται “δάσκαλος” και ο καθηγητής μαθητής.
Το έργο είναι κωμωδία. Αυτό προέκυψε. Από ένα σημείο και μετά οι χαρακτήρες γίνανε αυτόνομοι μιλούσαν και δρούσαν μόνοι τους. Αυτό που οφείλει να κάνει ο συγγραφέας εκείνη τη στιγμή είναι να τους αφήσει να κάνουν τη δουλειά τους. Τότε οι χαρακτήρες γίνονται μαριονετίστες και ο συγγραφέας μαριονέτα. Είχα διαβάσει τη Λολίτα του Ναμπόκοβ ,είδα πέντε φορές και την ταινία, τελικά το μόνο που έκλεψα ήταν η ανεμελιά και η αυθάδεια του κοριτσιού. Κλέβω συνέχεια Εννοείται -πως αλλιώς? Αλλά παίζω τίμια. Στις διορθώσεις το πρώτο πράγμα που άλλαξα ήταν οι ηλικίες. Η διαφορά ηλικίας στη Λολίτα είναι οριακή, αλλάζει τη δομή της σχέσης, τους συμβολισμούς και κυρίως παραπέμπει σε άλλου είδους αρχετυπικό πρότυπο. Άρα αλλάζουν και οι ψυχολογίες των ηρώων, και οι δράσεις τους και κυρίως ο λόγος τους. Αυτό που λατρεύω στη θεατρική γραφή είναι το πως μια τόση δα λεπτομέρεια μπορεί ν αλλάξει όλο το έργο. Όλες αυτές οι αλληλουχίες μου θυμίζουν τόσο πολύ μαθηματικές εξισώσεις. Μια ανθρώπινη σχέση είναι επίσης μια μαθηματική εξίσωση και μάλιστα υψηλού βαθμού δυσκολίας.
Τη στιγμή που είδα το έργο μου να παίρνει σάρκα και οστά πάνω στη σκηνή δε μπορώ να την περιγράψω με λόγια. Ο Γιώργος Νανούρης ,η Ιφιγένεια Γρίβα και ο Ηλίας Κουνέλας κάνανε καταπληκτική δουλειά και μάλιστα σε χρόνο dt. Ξεπέρασε κάθε προσδοκία μου. Αναδείξανε το κείμενο κάνανε τις ατέλειες -πολλές εννοείται -χαρίσματα κι αυτό δείχνει με πόσο σεβασμό και μεράκι αλλά και διάθεση για παιχνίδι -που είναι και το ζητούμενο-προσεγγίσαν τη δουλειά μου. Τους υπέρ ευχαριστώ.
Κλείνοντας -και το άφησα επίτηδες στο τέλος-θέλω να μιλήσω για τους συναδέλφους -συμμαθητές και για το πολύ υψηλό επίπεδο του studio. Στην Ελλάδα έχουμε σπουδαίους συγγραφείς, σπουδαία μυαλά, σπουδαίους καλλιτέχνες. Χρειαζόμαστε στήριξη. Ο πολιτισμός χρειάζεται στήριξη. Σ αυτούς τους πολύ ζοφερούς καιρούς, αν σκίσεις το περιτύλιγμα ,μάλλον, τα περιτυλίγματα της εποχής ,διανύουμε ιστορικά έναν δεύτερο μεσαίωνα. Και η ιστορία ,που είναι αλάθητος κριτής έχει αποδείξει πως μόνο η τέχνη μπορεί να δώσει το λάκτισμα για ν αλλάξει κάτι. Τίποτα άλλο».

Γεωργία Κούρτη