Metamanias Θέατρο Οι δημιουργοί γράφουν

Η Αβινιόν πληρώνει απόψε το χρέος της στην Ελλάδα για το θέατρο. Αλλά, πώς τιμάται η τέχνη;

Απόψε το βράδυ στις 9:30 ώρα Ελλάδας, στην πλατεία του Πτι Παλέ στην Αβινιόν, καλλιτέχνες και άνθρωποι του θεάτρου προσκαλούν τον κόσμο να λάβει μέρος σε μία «Αγορά λέξεων και ιδεών» με σκοπό να ξεπληρώσουν το χρέος τους προς την Ελλάδα,

το χρέος για το θέατρο, το χρέος για τον Αισχύλο, το Σοφοκλή, τον Ευριπίδη και τον Αριστοφάνη, με το ακόλουθο κάλεσμα:

«Εμείς, άντρες και γυναίκες, που το θέατρο είναι κομμάτι της ζωής μας, οφείλουμε πολλά στην Ελλάδα. Το χρέος μας είναι τεράστιο. Το θέατρο και η δημοκρατία γεννήθηκαν την ίδια χρονική στιγμή και στο ίδιο περιβάλλον, στην Αγορά της Αθήνας. Μεγάλωσαν στην καρδιά της ηπείρου μας και του κόσμου. Δεν έχουμε χάσει τη μνήμη μας. Πιστεύουμε στην Ευρώπη της γνώσης και της φαντασίας. Πιστεύουμε στη δημοκρατική Ευρώπη, σε αυτή όπου κάθε πολίτης μετράει ως ξεχωριστή οντότητα. Πιστεύουμε ότι η πραγματική κρίση θα είναι αύριο ένας μοχλός να παλέψουμε για αυτή την Ευρώπη, που θα υπηρετεί έναν κόσμο ανταλλαγής και συν-ανάπτυξης.

Είμαστε αλληλέγγυοι με τους Έλληνες, είμαστε στο πλευρό τους. Είναι ο καλύτερος υποστηρικτής μας για να σταματήσουμε τη λιτότητα της ηπείρου μας και να επανατοποθετήσουμε τον άνθρωπο και την αλληλεγγύη στην καρδιά του κοινού μας έργου. Παρ’ όλο που πολλές χιλιάδες ανθρώπων και πολλές δυσκολίες θρέφουν την επιστροφή ενός φασισμού που δε δηλώνει το όνομά του, ο ελληνικός λαός μας καλεί να μην ενδώσουμε στον εχθρό».

Φυσικά, κύριος στόχος των εμπνευστών της δράσης είναι να δηλώσουν την αλληλεγγύη τους στην Ελλάδα μετά τις πρόσφατες εξελίξεις. Ταυτόχρονα, όμως, θέτουν το ζήτημα της αποτίμησης της επίδρασης του καλλιτεχνικού έργου στην ανάπτυξη της κοινωνίας, δηλαδή το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στην τέχνη, την οικονομία, την ανάπτυξη και την κοινωνία. Πώς θα ήταν αλήθεια μια οικονομία στην οποία η ιδέα και το καλλιτεχνικό έργο και η επίδρασή της στην εξέλιξη και ανάπτυξη της κοινωνίας μας θα πληρωνόταν; Πώς θα καθοριζόταν αυτή η αξία και ποιος θα εισέπραττε το αντίτιμό της; Μπορεί μια τέτοια οικονομία να υπάρξει και να είναι βιώσιμη;

Εδώ ακριβώς εντοπίζεται η προβληματική της σχέσης ανάμεσα στην τέχνη και την οικονομία νοούμενη ως αλυσίδα παραγωγής διαχρονικά. Η τέχνη και ο καλλιτέχνης είναι το «αναγκαίο σφάλμα» της οικονομικής – παραγωγικής αλυσίδας. Αναγκαίο γιατί τροφοδοτεί την αλυσίδα με την απαραίτητη ύλη για να συνεχίσει να δουλεύει και σφάλμα γιατί δεν μπορεί ποτέ να εναρμονιστεί με τη θεμελιώδη αρχή λειτουργίας της που είναι το ατομικό κέρδος. Πολύ εύστοχα ο Μπουρντιέ παρατηρεί ότι το πεδίο της πολιτιστικής παραγωγής είναι ο οικονομικός κόσμος αντεστραμμένος.

Πρόσφατα, το Διεθνές Δίκτυο για τις Σύγχρονες Παραστατικές Τέχνες ΙΕΤΜ δημοσίευσε μία έρευνα στην οποία καταγράφει μοντέλα αξιολόγησης της επίδρασης των παραστατικών τεχνών που έχουν εφαρμοστεί σε διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες. Κύριος λόγος για την πραγματοποίηση της έρευνας ήταν η ανάγκη των επαγγελματιών του χώρου να απαντήσουν στο ολοένα και πιο ασφυκτικό πλαίσιο που διαμορφώνεται πανευρωπαϊκά γύρω από τη δημόσια επένδυση στις τέχνες και τον πολιτισμό και το οποίο θέτει ολοένα και περισσότερους αριθμητικούς δείκτες – αριθμούς προσέλευσης κοινού, εισπράξεων, νέων θέσεων εργασίας, ποσοστά προώθησης της ανταγωνιστικότητας κ.ο.κ. – προσαρμόζοντας στην ουσία το χώρο της τέχνης ολοένα και περισσότερο στη λογική της πολιτιστικής βιομηχανίας και του πολιτιστικού προϊόντος.

Ακόμη κι αν θεωρήσουμε τη λειτουργία της τέχνης στο στενό πλαίσιο που τη θεωρεί η οικονομική – αναπτυξιακή λογική, το πρόβλημα είναι ότι σε αυτή τη θεώρηση δε συνυπολογίζεται το βασικό χαρακτηριστικό της τέχνης και της ιδέας, που έγκειται στον ανοιχτό χαρακτήρα της. Η τέχνη και η ιδέα είναι θα λέγαμε “open source”. Οι ιδέες και τα έργα που αλλάζουν, εξελίσσουν και αναπτύσσουν τον κόσμο σε όλα τα επίπεδα (οικονομικά, κοινωνικά κτλ) είναι ανοιχτές διαδικασίες και όχι κλειστά πακέτα που περικλείουν ένα προϊόν. Η διαφορά αυτή είναι καθοριστική για να κατανοήσουμε το πώς επιδρά η τέχνη στην οικονομία και άρα να διαμορφώσουμε ένα μοντέλο που θα της επιτρέπει να το κάνει αυτό αποτελεσματικά. Είναι η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην ιδέα της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης και στην ιδέα των Windows της Microsoft, για να συγκρίνουμε σύγχρονα πράγματα και να αποφύγουμε την αναδρομή στο απώτερο παρελθόν. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης είναι μία ιδέα που εξέλιξε τις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες όσο λίγες, αποτέλεσε μοχλό τεράστιας ανάπτυξης για δεκάδες πόλεις και τοπικές οικονομίες και δημιούργησε χιλιάδες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, ο δημιουργός της ιδέας δεν έχει, δεν μπορεί να έχει κανένα προσωπικό οικονομικό κέρδος από το έργο του. Το ερώτημα, λοιπόν, που οφείλει να απαντήσει σήμερα η οικονομική θεώρηση της τέχνης είναι πώς μπορεί να εξασφαλίσει το χώρο που απαιτείται για την ανάπτυξη αυτών των «αναγκαίων σφαλμάτων» που αποδεδειγμένα προωθούν την οικονομία και την ανάπτυξη, αλλά με έναν τρόπο που δεν είναι προβλέψιμος από το στενό πλαίσιό της.

Αυτή είναι, ωστόσο, η μία μόνο πλευρά του ζητήματος, η οποία παραδέχεται τη λειτουργία της τέχνης στο στενό πλαίσιο που ορίζει η οικονομική θεώρηση. Η άλλη πλευρά, και μάλλον η σημαντικότερη, έχει να κάνει με το ερώτημα του κατά πόσο η λειτουργία της τέχνης μπορεί να περιοριστεί στη συμβολή της στην ανάπτυξη της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας. Όπως παρατηρεί το ΙΕΤΜ «Η γενική αντίληψη είναι ότι περιμένουμε από τον πολιτισμό να προτείνει μία διέξοδο από την κρίση όχι βοηθώντας τον άνθρωπο και τις κοινωνίες να βρουν νέο νόημα και αξίες – αντιμετωπίζοντας δηλαδή την κρίση στην καθεαυτή πολιτιστική της διάσταση – αλλά πετυχαίνοντας οικονομικούς δείκτες».

Το πλέον ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι η Ευρώπη – ο τόπος δηλαδή, που, μεταπολεμικά και ως απάντηση στην προηγούμενη εμπειρία του φασισμού, διακήρυξε την αξία της τέχνης ως δημόσιου αγαθού – και οι πολιτικές τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και των κρατών μελών παρουσιάζουν μία ολοένα και πιο αυξητική τάση εναρμόνισης με την οικονομική θεώρηση, που είναι χαρακτηριστικό του Αμερικάνικου τρόπου αντίληψης της τέχνης ως προϊόντος, η λειτουργία του οποίου ρυθμίζεται από τους κανόνες της Αγοράς. Η παραδοχή ότι η τέχνη και ο πολιτισμός είναι δημόσιο αγαθό και η συνακόλουθη ένταξη του πολιτιστικού πεδίου στα αντικείμενα της κυβερνητικής πολιτικής είναι μία κατάκτηση ανάλογη με αυτή της δημοκρατίας, καθώς η ρήξη που δημιούργησε με τους προγενέστερους τρόπους αντίληψης της τέχνης είναι αντίστοιχη με τη ρήξη που δημιούργησε η δημοκρατία συγκρινόμενη με τις προγενέστερές της πολιτειακές μορφές. Είναι επίσης μία ρήξη και μία θέση που διαφοροποιεί σημαντικά την Ευρώπη σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο ακόμη και σήμερα, σε σχέση με την αντίληψη της τέχνης ως προϊόντος που επικρατεί στον αμερικανικό κόσμο καθώς και σε σχέση με την αντίληψη της τέχνης ως εργαλείου εξύμνησης της εξουσίας – είτε θεϊκής, είτε κοσμικής – που επικρατεί στον ισλαμικό κόσμο και εκφράζεται στην πρακτική της ουσιαστικής διαχείρισης του πολιτιστικού πεδίου από τα ιδιωτικά ιδρύματα πλούσιων μουσουλμάνων.

Ως ο συμβολικός τόπος, η επίσημη γενέτειρα αυτής της ευρωπαϊκής κατάκτησης, της αντίληψης της τέχνης ως δημοσίου αγαθού, η Αβινιόν είναι λογικό να επαγρυπνά και να ανταποκρίνεται άμεσα στις προκλήσεις των καιρών. Αλλά, η υπεράσπιση αυτής της κατάκτησης είναι δουλειά όλης της Ευρώπης και όλων όσοι δεν έχουν χάσει την ευρωπαϊκή τους μνήμη, δεν έχουν απωθήσει τόσο τις σκοτεινές τραγωδίες της Ευρώπης όπως αυτή του φασισμού, όσο και τις φωτεινές της κατακτήσεις και επιμένουν να καθορίζονται από τις τελευταίες.

Κέλλυ Διαπούλη

Θεατρολόγος – Πολιτιστική Διαχειρίστρια