Metamanias Θέατρο

Για όσα θέλουμε και όσα δεν θέλουμε να δούμε

Άλλο ένα θεατρικό κείμενο που κουβαλάει ιστορία. «Μόλλυ Σουήνη» του Ιρλανδού Μπράιαν Φρίελ, που πρωτοείδαμε, πριν από χρόνια, στο Απλό Θέατρο του Αντώνη Αντύπα. Αυτή τη φορά επανέρχεται, στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου, από την Ομάδα ΠΥΡ σε σκηνοθεσία Ιώς Βουλγαράκη.

Μικρός χώρος το Δώμα. Πολύ μικρός. Και οι σκηνογράφοι πρέπει να κοπιάζουν πολύ. Η Μαγδαληνή Αυγερινού όμως κατάφερε, με μερικές συρόμενες «κουρτίνες» σε απαλά χρώματα και αέρινης υφής υφάσματα, να στήσει τον κόσμο της σκιάς και του φωτός των οφθαλμών της Μόλλυ Σουήνη και της ψυχής των άλλων δύο χαρακτήρων αυτού του διαρκώς νέου και πολυεπίπεδου θεατρικού έργου. Ενας χώρος χωρίς κανένα σκηνικό αντικείμενο, εκτός από τα τρία χρωματιστά σκαμπουδάκια. Γιατί είχε πολύ χρώμα αυτή η παράσταση. Και στα ρούχα των ηθοποιών, και στις κουρτίνες του σκηνικού που έκρυβαν και φανέρωναν τους τρεις ήρωες και τις διαθέσεις τους, τους τόπους και τις στιγμές της δράσης. Ενας χώρος που εξ αρχής περιέγραφε τον κόσμο μέσω των  αισθήσεων. Ακολουθώντας τον τρόπο που η Μόλλυ Σουήνη γνώριζε τον κόσμο, τον γευόταν, τον μύριζε, τον αναγνώριζε και ήταν απολύτως συμφιλιωμένη με τη μεγάλη της αυτή έλλειψη. Γιατί η Δέσποινα Κούρτη (κάθε φορά μου αρέσει και περισσότερο) ήταν μια χαρούμενη Μόλλυ  Σουήνη, που αγαπούσε τους ανθρώπους. Και τον Φρανκ ασφαλώς,  (Αργύρης Ξάφης), τον άνθρωπο που αφοσιώθηκε σ’ εκείνην, έναν άνθρωπο δοτικό και αγνό, που όλο κάτι αναζητούσε, που του άρεσαν διάφορα παράξενα και διάφορα μέρη του κόσμου, που την αγάπησε και την παντρεύτηκε και έβαλε σκοπό της ζωής του να κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι του για να μπορέσουν εκτός από τη ζωή τους να μοιραστούν και αυτά που έβλεπαν γύρω τους. Και απευθύνονται στο γιατρό Ράις του τοπικού νοσοκομείου (Δημήτρης Γεωργιάδης), έναν άνθρωπο ηττημένο και στην προσωπική και στην επαγγελματική του ζωή, η οποία είχε ξεκινήσει με λαμπρές προδιαγραφές, που κρύβεται σχεδόν σ’ εκείνη την άσημη και μικρή επαρχιακή πόλη για να μην αντιμετωπίσει τα αδιέξοδά του. Ομως στο πρόσωπο της Μόλλυς ξυπνά ο επιστήμονας και ο ερευνητής ξανά. Και παρά τις απαισιόδοξες προβλέψεις άλλων συναδέλφων του, αποφασίζει να προχωρήσει σ’ αυτή την επέμβαση, συνεπικουρούμενος από την τεράστια ώθηση και επιθυμία του Φρανκ. Δύο άνθρωποι που θέλουν να δουν κάτι δικό τους μέσα από τα μάτια της Μόλλυ. Και η Μόλλυ; Τα αποδέχεται όλα, συμμετέχει αγόγγυστα σε όλη τη διαδικασία, από τα πάρτι των ευχών μέχρι την ώρα που βγαίνουν οι επίδεσμοί από τα μάτια της. Και τότε βλέπει αλλιώς τον κόσμο. Και τρομάζει. Και καταπιέζεται να μάθει με ονόματα όσα ήξερε με μυρωδιές και αισθήσεις. Να μάθει να βλέπει όσα κατανοούσε με τη απέραντη συναισθηματική της νοημοσύνη. Και από τη μοναξιά της τυφλότητας, περνά στη μοναξιά της όρασης και κλείνεται σ’ ένα δικό της σύμπαν. Κι ο Φρανκ με τον Ράις; Φεύγουν και μ’ έναν τρόπο απελευθερώνονται από το «καθήκον» και την προσδοκία που ο καθένας είχε στο μυαλό του. Κατανοώντας, ίσως, ότι η προσδοκία δεν αφορά μόνον έναν. Ο Φρανκ ταξιδεύει, επιτέλους, στην Αιθιοπία και ο Ράις αντιμετωπίζει την πρώην σύζυγό του και τον εαυτό του.

Ενα πολύ πικρό κείμενο έγραψε ο Μπράιαν Φρίελ, ένα κείμενο για όσα θέλουμε και όσα δεν θέλουμε να δούμε, για όσα μας κρύβει το φως και όσα μας φανερώνει το σκοτάδι. Ενα κείμενο που όμως ευτύχησε, στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου να γίνει μια παράσταση που μόλις τελειώσει οδηγεί τον θεατή σε ανάταση και λύτρωση.

Μια παράσταση που η Ιώ Βουλγαράκη έστησε με τρυφερότητα, αναδεικνύοντας τις πολλές αποχρώσεις του κειμένου και των ηρώων· μια παράσταση που οφείλει πολλά, ασφαλώς, στη νέα μετάφραση (του Αργύρη Ξάφη, ζωντανή, ποιητική, με χιούμορ, θαυμάσια με δυο λόγια), αλλά και στους ηθοποιούς που ζωντάνεψαν τα τρία πρόσωπα. Και φυσικά στο σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού, αλλά και στους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου.

Μια παράσταση που, κυριολεκτικά, παίρνει στο τέλος τους θεατές από το χέρι, τους τοποθετεί στη σκηνή, και τους καλεί να δουν τον κόσμο από την άλλη πλευρά.

  • Από Τετάρτη – Κυριακή στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.

Όλγα Σελλά