Θέατρο Όπερα Παιδί

Ένα ατέλειωτο παιχνίδι που το λένε Μπιμπιλολό

Μια σύγχρονη όπερα χωρίς λιμπρέτο, υπόθεση και τραγουδιστές,  που συνδυάζει την περφόρμανς και το θέατρο αντικειμένων, βρίσκεται πίσω από τον παιγνιώδη τίτλο «Μπιμπιλολό»,  που παρουσιάζεται 5, 6, και 7 Νοεμβρίου στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Βασισμένη στο βραβευμένο μουσικό έργο του Μαρκ Μοννέ «Ακαταμάχητη φαντασμαγορία», που σκηνοθέτησε ο Αρνό Φαμπρ, το «Μπιμπιλολό», θα μπορούσε να είναι, όπως λένε οι διοργανωτές του, ένα ατέλειωτο παιχνίδι σαν να αναποδογυρίζεις κουτιά με παιχνίδια στη μέση της σκηνής, να κρεμάς τον πολυέλαιο της θείας ανάμεσα στο εκκρεμές και στο πιάνο, να ανάβεις κεριά μέσα στο προϊστορικό διακοσμημένο σπήλαιο και να ξεμοντάρεις το πλοίο για να προσελκύσεις την καταιγίδα!

Το «Μπιμπιλολό» δεν είναι μπαλέτο, γιατί δεν υπάρχουν χορευτές, αλλά χειριστές-μηχανικοί σκηνής, που εκτελούν τις κινήσεις τους πάνω σε μουσική. Δεν είναι ούτε συναυλία, παρά του ότι έχει τρεις δεξιοτέχνες πιανίστες που παίζουν σύγχρονη μουσική. Δεν είναι τσίρκο, παρότι θα μπορούσε, καθώς θυμίζει θέαμα με «νούμερα» και κλόουν. Δεν είναι ούτε  κουκλοθέατρο, παρότι υπάρχει τουλάχιστον μια μαριονέτα, ίσως και δύο. Μια παράσταση που θυμίζει παιδικό δωμάτιο με πλαστικά ζώα, ηλεκτρικά τρενάκια, τηλεκατευθυνόμενες μπουλντόζες, ρομπότ-εξολοθρευτές, μηχανές καπνού, τροχαλίες, ηλεκτρικά μοτέρ, καλώδια και επιβλητικές σκιές.

«Αυτό το έργο το έκανα για να διασκεδάσω»

«Αυτό το κομμάτι το έκανα με μεγάλη ελευθερία, ήθελα στ’ αλήθεια να διασκεδάσω, δηλαδή να μην απαγορεύσω τίποτε στον εαυτό μου», γράφει ο συνθέτης Μαρκ Μοννέ για το βραβευμένο έργο του. Όπως εξηγεί ο άνθρωπος που η μουσική του χαρακτηρίζεται από θεατρικότητα και χάος, συνέθεσε την αρχική εκδοχή του «Μπιμπιλολό» βασισμένος σε μια συλλογή από περισσότερους από τετρακόσιους «παλιομοδίτικους» ηλεκτρονικούς ήχους που παρήχθησαν με ένα συνθεσάιζερ Yamaha TG77 της δεκαετίας του ’90. Πρόκειται για «μια σύνθεση πυκνή, ανεξάντλητη και χιμαιρική, της οποίας οι ήχοι υποβάλλουν έναν ασφυκτικά πλούσιο κόσμο πυρετώδους και αδιάκοπης δραστηριότητας, όπου το χιούμορ στέκεται πλάι πλάι με τον τρόμο, όπως σε έναν πίνακα του Ιερώνυμου Μπος», αναφέρουν οι κριτικοί.

Την ίδια ώρα ο γνωστός για τις ηχητικές του εγκαταστάσεις Αρνό Φαμπρ, υπογράφει εδώ την πρώτη του σκηνοθεσία με ένα θέαμα αταξινόμητο. Οραματίζεται έναν σκηνικό χώρο ονειρικό και παράλογο, κάτι σαν τεράστιο παιδικό δωμάτιο πρόσφορο σε συνειρμικές μεταμορφώσεις, ξεκαρδιστικές όσο και εφιαλτικές, έναν χώρο όπου «τα λούτρινα τεμαχίζονται, οι κούκλες μακιγιάρονται και χτενίζονται, οι ανεμιστήρες παίζουν βόλεϊ, τα μεκανό είναι υπέροχα πουλιά και τα κουνέλια της “Ντούρασελ” φθάνουν στην άκρη του κόσμου και αυτοκτονούν συλλογικά πηδώντας στο κενό, ενώ συνεχίζουν να παίζουν τα ταμπούρλα τους ατάραχα»!