performance

Στα παραμύθια αναγνωρίζεις το ίχνος του άλλου

Η Αγνή Στρουμπούλη γράφει το Παραμύθι με Π κεφαλαίο, καταδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο τη σημασία που αυτό κατέχει στη ζωή της. Εδώ και είκοσι χρόνια αφηγείται παραμύθια σε θέατρα και αυλές, καφενεία και περιβόλια,

φυλακές και νοσοκομεία, βιβλιοθήκες και ραδιόφωνα. Μέρες που είναι, αναζητούμε να συναντηθούμε με το θαύμα, γι’ αυτό ακούμε την Αγνή να μιλά για τα παραμύθια, που, όπως υποστηρίζει, είναι “πάντα μαγικά, καθώς σ’ αυτά μπορεί να λάβει χώρα το θαύμα, το θαυμάσιο και η ζωή ανασαίνει στα θαύματα κι όχι στα προγράμματα”. Η Αγνή Στρουμπούλη μιλά στην εφημερίδα Αυγή και την Μάνια Ζούση για την πλούσια παράδοση της προφορικότητας του τόπου, τους σύγχρονους παραμυθάδες και τη συγκίνηση της μετάνοιας, καθώς, όπως εξηγεί, “στα παραμύθια βγαίνεις από τον εγωισμό σου και αναγνωρίζεις το ίχνος του άλλου”.

* Είστε από τις πρώτες αφηγήτριες παραμυθιών, σε εποχές που το παραμύθι είχε αρχίσει να παραμερίζεται από τις ζωές των ανθρώπων, κυρίως στις πόλεις. Τι σας έσπρωξε σε αυτήν την τέχνη, την τόσο παλαιά και τόσο παραμελημένη;

Το Παραμύθι παραμερίστηκε από έναν καινούργιο τρόπο ζωής, που μετά από πολλούς αιώνες «αναποδογύρισε» την αντίληψη για τον εαυτό μας μέσα στον κόσμο, τις έως τότε αξίες και αναφορές μας. Εμένα με έσπρωξε μια ακατανίκητη νοσταλγία κι αναρωτιόμουν: Το άλγος ποιου νόστου; Μ’ έσπρωξε κυριολεκτικά το βάρος μιας μνήμης πολύ ευρύτερης από τη δική μου ύπαρξη, το οποίο δεν έβρισκε πεδίο έκφρασης μέσα σ’ όλα όσα έκανα έως τα 43 μου χρόνια.

* Μεγαλώσατε με παραμύθια, υπήρχαν παραμυθάδες στην οικογένεια και τη γειτονιά; Τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε και σας έκανε να το ακολουθήσετε;

Εμείς οι Έλληνες, όπως όλοι οι μεσογειακοί λαοί, έχουμε πολύ πλούσια παράδοση προφορικότητας. Αναλογιστείτε τα έπη του Ομήρου, που έως τη γενιά της γιαγιάς μου αποστήθιζαν κάποιες Ραψωδίες, τη δημοτική μας ποίηση που οι άνθρωποι απήγγειλλαν ή και παρεμβάλλανε αποσπάσματα στον καθημερινό τους λόγο, τα ανέκδοτα, τα στιχάκια που ακόμα συνθέτουν σε πολλά μέρη για να επικοινωνήσουν μ’ αυτόν τον παιγνιώδη και περιπαικτικό τρόπο. Όλ’ αυτά υπήρχαν στην ατμόσφαιρα που ανατράφηκα. Μεγάλωσα σε μια γειτονιά του Πειραιά, στον βραχώδη δρόμο, με τους γείτονες να επικοινωνούν από παράθυρο σε μπαλκόνι και τον καλό καιρό στα σκαλάκια έξω από το σπίτι. Ε, εκεί άρχιζαν οι διηγήσεις…

* Για χρόνια λέγατε παραμύθια στην ελληνική ραδιοφωνία. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία και η σχέση που αποκτήσατε με το κοινό;

Κατ’ αρχήν ξεκίνησα με τη «Φωνή της Ελλάδος», που μετέδιδε στους Έλληνες σ’ όλες τις ηπείρους. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια πριν κλείσουν την ΕΡΑ, έλεγα λαϊκά παραμύθια κάθε Κυριακή πρωί στο Β’ Πρόγραμμα. Το ραδιόφωνο είναι ιδανικό για παραμύθια. Πας στον χώρο του ακροατή σου, στην κουζίνα του που μαγειρεύει, στο κρεβάτι του που χουζουρεύει, στο αυτοκίνητό του που οδηγεί και τον αφήνεις απόλυτα ελεύθερο να «δει», άρα και να νιώσει το παραμύθι. Η φωνή τα φανερώνει όλα και η φαντασία τα αποκαλύπτει όλα.

Είναι αδύνατον να περιγράψω την ένταση της συγκίνησης που έλαβα πίσω ως αντίδωρο από τους ακροατές μου. Ενάμιση χρόνο τώρα, που δεν υπάρχει η εκπομπή, προσπαθούν να επικοινωνήσουν μαζί μου άνθρωποι άγνωστοι για να μου πουν πόσο τους λείπει. Και η φωνή τους στην επικοινωνία είχε πάντα τον τόνο της εκμυστήρευσης και πολύ συχνά τον λυγμό. Τα τρία πρώτα χρόνια δεν έλειψα ούτε μια μέρα από τη ζωντανή εκπομπή μου.

* Τα τελευταία χρόνια το παραμύθι έγινε επάγγελμα από ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση με αυτό, αλλά δημιούργησαν τις προυποθέσεις για μια ασφαλή και σίγουρη συνθήκη. Διδάσκεται το παραμύθι; Μπορεί κάποιος να γίνει εύκολα παραμυθάς;

Η διδασκαλία του παραμυθιού δεν έχει καμιά σχέση με τον ακαδημαϊσμό. Έχει πιο πολύ σχέση με ένα ήθος, έναν ψυχικό τόπο, ένα βλέμμα στα πράγματα, για να μπορέσεις να μπεις στον κόσμο τους και να σου δώσει ο Δράκος τα κλειδιά από τις σαράντα κάμαρες. Και θα σου πει ν’ ανοίξεις τις τριάντα εννιά και όχι την τεσσαρακοστή. Μα όταν έχεις ανοίξει τις τριάντα εννιά, θα είσαι ώριμος για να τολμήσεις ν’ ανοίξεις και την τεσσαρακοστή. Οπότε κάθεσαι δίπλα σε κάποιον που σε γοητεύει η αφήγησή του και τον κατακλέβεις.

Αν είσαι άξιος γι’ αυτό, «διδάσκεσαι» την τέχνη. Αν όχι, δεν μπορούν να σε σώσουν ούτε τα όποια πτυχία έχεις, ούτε το όποιο βαρύγδουπο «πλασάρισμα». Το ‘χω πει χίλιες φορές, είναι τέχνη ταπεινή, γι’ αυτό πατάει γερά στα πόδια της κι αυτοαναιρείται με το καλησπέρα σας. «Ελάτε να πούμε ψέματα πέντε σακιά γιομάτα, ψέματα κι αλήθεια, έτσι είν’ τα παραμύθια.

* Τι πρέπει να διαθέτει κάποιος για να αφηγείται παραμύθια; Πόσα παραμύθια γνωρίζετε και ποιο είναι το αγαπημένο σας;

Να ‘χει ένα σαράκι και να μην μπορεί να τον εξαντλήσει η μονοδιάστατη εικόνα του ανθρώπου – πολίτη – καταναλωτή – ψηφοφόρου κ.λπ. Τώρα πια, στα είκοσι χρόνια που αφηγούμαι, ξέρω αρκετά παραμύθια, πάντα μαγικά, σ’ αυτά δηλαδή που μπορεί να λάβει χώρα το θαύμα, το θαυμάσιο, η ζωή ανασαίνει στα θαύματα κι όχι στα προγράμματα. Με συγκινεί στα παραμύθια, όπως και στη ζωή, η μετάνοια, εκεί όπου κανείς βρίσκεται σε απόγνωση και μετακινείται, βγαίνει από την όποια βεβαιότητά του και κυρίως από τον εγωισμό του και αναγνωρίζει το ίχνος του άλλου, του όποιου άλλου.

«…Ο βασιλιάς, σαν ήπιε το αίμα, κι από την πολύ στενοχώρια του, επειδή αγαπούσε πολλή την αδελφή του, έπεσε άρρωστος βαριά και φύτρωσε από την καρδιά του ένας δέντρος. Πάηναν ο κόσμος και του ‘λεγαν παραμύθια να τον παρηγοράνε….

* Έχετε πολλές παραστάσεις παραμυθιών στο ενεργητικό σας, αλλά και βιβλία παραμυθιών. Ωστόσο ετοιμάζεστε να αφηγηθείτε τη Βατραχομυομαχία, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά. Πώς συναντηθήκατε μαζί της και τι ήταν αυτό που σας έκανε να τη ζωντανέψετε;

Τον Ιούνιο του 2013 κλείνουν βίαια την ΕΡΤ . Προσβολή. Έρχεται ο μάγκας από την άλλη γειτονιά και μας δέρνει, και μας κοροϊδεύει από πάνω. Τρέχω στην οικογένεια. Σ’ αυτήν την περίπτωση οικογένεια είναι η γλώσσα. Χρειάζεται να δημιουργήσω το έδαφος όπου πατώ, για να μην κατρακυλήσω εντελώς. Πόλεμος, ναι! Ο φοβερός πόλεμος που περίμενε 21 χρόνια στη βιβλιοθήκη μου και δεν ήξερα ακριβώς τι να τον κάνω… «Βατραχομυομαχία», Βιβλίο του Οργανισμού Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, το μοναδικό σχολικό βιβλίο της κόρης μου που είχα κρατήσει.

Πέφτω με τα μούτρα στο να τον μεταφέρω και πάλι σε μια ρέουσα νεοελληνική γλώσσα. Είμαι αρκετά ασκημένη στην προφορικότητα. Δουλεύω με πρωτότυπο, με μεταφράσεις, με λεξικά, έξι μήνες κι ακόμα διορθώνω, κοντεύει χρόνος. Αλλά έτσι είναι. Στο μεταξύ αποφάσισα να τον «απαγγείλω» και όταν περνάς το κείμενο στο στόμα, συνεργάζονται θαυμάσια λόγος και ακοή και ψαλιδίζουν τις κακοηχήσεις, τις αστοχίες, τις πιθανές παρανοήσεις….

* Ποια είναι τα όνειρα που κάνετε σε σχέση με τα παραμύθια πέρα από τα βιβλία και τις παραστάσεις και τη διδασκαλία;

Να μην τελειώσει η περιπέτεια ώς να φτάσω στο τέλος του μονοπατιού που είναι χαραγμένο για μένα. Να! Αυτή η λαχτάρα για τη στιγμή.

Πηγή : Αυγή