Μουσική Οι δημιουργοί γράφουν

Ο Δημήτρης Καμαρωτός για τη “μουσική νοήματος” στον Σλάντεκ

Τελευταία παράσταση απόψε στο Πόρτα για το Σλάντεκ,  ένα από τα πλεον ενδιαφέροντα θεατρικά έργα που συζητήθηκαν και προσέλκυσαν φανατικό κοινό, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά και ηχητική δραματουργία Δημήτρη Καμαρωτού που γράφει στο artplay.gr για την “μουσική νοήματος” που συνέθεσε .

“Ο μόνος τρόπος που έχω για να προσεγγίσω μια παράσταση είναι η κύρια δραματουργία της. Το κείμενο και το θέμα μιας παράστασης δεν μου αποκαλύπτουν τίποτα για την μουσική της. Αυτό με βάζει σε μια διαδικασία σχετικά αργή και παράλληλη με την πρόβα, αλλά πολλές φορές βάζουν τον ήχο και την μουσική σε μια διαφορετική λειτουργία από την υποστήριξη. Γίνονται μέρος του μηχανισμού που κάνει την παράσταση να υπάρχει, δηλαδή μέρος της δραματουργίας.

Η συνεργασία με τον σκηνοθέτη δεν είναι μόνο αναγκαία, αλλά προϋποθέτει και μια κοινή γλώσσα που μπορεί να συμπληρώνεται με τον καιρό, αλλά στην βάση της ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Με τον Δημήτρη Καραντζά έχω αυτό το βασικό στοιχείο εκκίνησης. Όταν υπάρχει αυτό οι δυσκολίες, τα απρόοπτα ακόμα και οι διαφωνίες λύνονται πολύ εύκολα και σε όφελος της παράστασης.

Ο Σλάντεκ είναι ένα πρόσωπο, αλλά αντιμετωπίζεται από τον συγγραφέα σαν ένα κοινωνικό μοντέλο που ενσωματώνει όλες τις αντιφάσεις και αφομοιώνει, κάπως / όπως μπορεί, τις αντίρροπες δυνάμεις. Το μοντέλο που εξετάζει είναι τοποθετημένο στην Γερμανία ανάμεσα στους δυο πολέμους στην εποχή της επικράτησης του φασισμού.

Η μηχανή που ανεβάζει το κείμενο αυτό στη σκηνή – όπως καταλαβαίνω την πρόθεση του σκηνοθέτη – είναι μια ομάδα που μηχανεύεται συνέχεια νέους τρόπους για να προχωρήσει, να αφηγηθεί και να διεισδύσει βαθύτερα στην ιστορία. Η όποια μουσική λειτουργία πηγάζει κατευθείαν από τις ανάγκες αυτής της ομάδας να πει την ιστορία.

Μια κύρια τέτοια ανάγκη είναι να πάρει μια έμφαση και μια – σχεδόν – πρισματική διάσταση ένα πρόσωπο που λέγεται “Λοχαγός”. Αυτό το πρόσωπο / μοχλός της “σκοτεινής” δύναμης που καταλαμβάνει τα πάντα είχε την ανάγκη να φύγει από την απλή δραματοποίηση από έναν ηθοποιό. Αφού το αποφασίσαμε με τον σκηνοθέτη πριν τις πρόβες ανάπτυξα μια σχεδόν μουσική γλώσσα για να χειριστώ την λεπτομερειακή απόδοσή του από όλους τους ηθοποιούς. Μια ορχήστρα-Λοχαγός ένα συλλογικό πρόσωπο από μια παρτιτούρα που γράφτηκε και αποδίδεται από τους ηθοποιούς. Αυτό που με ενδιαφέρει ανεξάντλητα, είναι ότι παρά τα όποια εξωτερικά χαρακτηριστικά μπορεί να έχει (φωνητικούς ρυθμούς, αντιθέσεις πολυφωνίας , μονοφωνίας και τόνων), παραμένει μια “μουσική νοήματος”. Τίποτα δηλαδή, από τα μορφολογικά στοιχεία και την φόρμα που υλοποιούν οι ηθοποιοί, δεν έχει άλλη χρησιμότητα από το να προωθήσει με διάφορους εμφατικούς και μερικές φορές απρόσμενους τρόπους, το νόημα.

Με την ίδια λογική οι ηθοποιοί τραγουδούν μια μελωδία φτιαγμένη από τρία διαφορετικά τραγούδια της εποχής, ξανά και ξανά προσπαθώντας να υποστηρίξουν με ένα ελάχιστο υλικό – αν ήταν δυνατό – πολλές διαφορετικές συνθήκες της παράστασης. Έτσι ακόμα κι αυτό που μπορούν κάποιοι να τραγουδήσουν, γίνεται αναγκαστικό και από την χρήση του ακραίο”.

Δημήτρης Καμαρωτός