performance Μουσική

Γρηγόρης Εμφιετζής : «Η σύνθεση είναι μάλλον ένα πεδίο ελεύθερης δράσης»

Ο μουσικός Γρηγόρης Εμφιετζής, με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη, ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Δημιουργός του Metapraxis Ensemble, μιας  συνεργασίας μουσικών και άλλων καλλιτεχνών, παρουσιάζει  παραγωγές που έχουν στόχο μια σύγχρονη μουσική δομημένη γύρω από την εκάστοτε αφήγηση, ενισχυμένη με πειραματικά  στοιχεία.  Τα έργα του έχουν παιχτεί από διάφορα μουσικά σύνολα σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Την Τρίτη 27 Μαρτίου ανεβαίνει στο Blue Elephant Theatre του Λονδίνου η παράσταση « Sisyphus Distressing». Με αυτήν την αφορμή ο Γρηγόρης μιλά στην Ειρήνη Δερμιτζάκη και το artplay.gr

-Γρηγόρη, πες μου γιατί συνθέτεις μουσική;

Το έχω αναρωτηθεί κι εγώ αυτό, δεν είμαι σίγουρος… Η σύνθεση περιέχει κάποια μορφή αυτονομίας/ελευθερίας, ειδικά στον πιο συγκεκριμένο χώρο της μουσικής που με ενδιαφέρει. Η κλασική παράδοση σχετίζεται μερικώς με το αντικείμενο που ασχολούμαι, αλλά κατά τα άλλα δεν έχει να μοιραστεί και πολλά μαζί της. Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι δεν υπάρχει τόσο έντονο αυτό το κάτι που θα σε αναγκάσει να ακολουθήσεις πρότυπα/νόρμες, καθώς είτε το κάνεις, είτε όχι, δεν έχεις να κερδίσεις και πολλά από υλικής άποψης τουλάχιστον. Η όποια αναγνώριση, επίσης μικρό ρόλο μπορεί να παίξει σε επαγγελματικά επίπεδα, καθώς υπάρχει υπερβολικά μεγάλος όγκος «μουσικής δημιουργίας» για ένα αρκετά περιορισμένο κοινό.  Οπότε έχεις την «επιλογή» να …κάνεις αυτό που θέλεις, να πεις αυτό που θέλεις. Ίσως ακόμη και να βρίσεις, να φωνάξεις, να διαμαρτυρηθείς, να εκφράσεις μία μικρή ή μεγάλη αντίθεση, ή απλά να περιγράψεις ένα φαινόμενο χωρίς να πάρεις θέση. Ή ακόμη και να μην πεις τίποτα, να σωπάσεις (κυριολεκτικά). Ίσως αυτός να είναι ο κυριότερος λόγος που το κάνω. Ειδικά για μένα που με ενδιαφέρει λιγότερο η μουσική ως συναυλία, και περισσότερο μία μορφή μουσικής παράστασης με «δάνεια» από άλλες τέχνες, η σύνθεση είναι μάλλον ένα πεδίο ελεύθερης δράσης. Πιο συχνά από όσο συνειδητοποιώ όταν είμαι μέσα στη διαδικασία δημιουργίας, η σύνθεση γίνεται ένα βήμα για έκφραση απόψεων σε προσωπικά, κοινωνικά, και πολιτικά επίπεδα. Πιθανολογώ ότι δεν θα έκανα κάτι αντίστοιχο, τουλάχιστον όχι με τόση (εσωτερική) ένταση και όχι από ανάγκη, αν ζούσα σε κάποιου είδους χρυσό κλουβί. Ίσως…

-Είναι τυχαίο που εμπνεύστηκες από την Ελληνική μυθολογία για τη συγκεκριμένη παράσταση; Ή έχει να κάνει με το ελληνικό στοιχείο μέσα σου μιας και το εκφράζεις καλλιτεχνικά σε μια ξένη χώρα;

Είναι τυχαίο στο βαθμό του ότι θα μπορούσε, υποθετικά, να είναι οποιαδήποτε άλλη μυθολογία. Σίγουρα όμως η συγκεκριμένη μυθολογία είναι αυτή που γνωρίζω καλύτερα (χωρίς να είμαι ειδήμων σε καμία περίπτωση), και που σε διάφορες περιπτώσεις «προκύπτει» μπροστά μου χωρίς να την έχω αναζητήσει. Το στοιχείο της ξένης χώρας νομίζω ότι δεν σχετίζεται με τη συγκεκριμένη παράσταση αυτή καθαυτή (καθώς το θέμα της δεν περιορίζεται από σύνορα). Σίγουρα όμως, μου προσφέρει την απαραίτητη απόσταση (μία …νεκρή ζώνη) για να νιώσω «ασφαλής» στην διαδικασία προσαρμογής ενός πασίγνωστου μύθου στα δικά μου δεδομένα. Χωρίς σκέψεις ή επιρροές από ένα περιβάλλον που ίσως θα έβλεπε έλλειψη σεβασμού σε μία τέτοια κίνηση.

-Με συγκινεί αυτή η τρομακτική επανάληψη στο μύθο του Σισύφου, η αέναη πάλη να φτάσει ο βράχος στην κορυφή του βουνού για να κατρακυλήσει πάλι κάτω. Είναι ανώφελη τελικά η ζωή μας;

Χωρίς να υποδύομαι τον γνώστη σχετικών φιλοσοφικών ή άλλων απόψεων, καταλαβαίνω ότι ο Camus (πάνω σε κάποιες απόψεις του οποίου είναι βασισμένη η παράσταση) προσπαθεί μας δείξει ένα δρόμο σκέψης σχετικά με αυτή την ερώτηση. Ίσως όντως αποκαλούμε ανώφελη τη ζωή μας. Ίσως πιο συχνά από ότι πραγματικά πιστεύουμε. Αλλά κατά κύριο λόγο συνεχίζουμε να ζούμε και να παλεύουμε με κάθε αντιξοότητα. Επιπλέον, είναι πολλές οι φορές, που έχουμε ανάγκη να δούμε τον «βράχο» του διπλανού για να μπορέσουμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της ματαιότητας. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, πάλι δεν νομίζω ότι ένα μεγάλο μέρος του κόσμου (ίσως το μεγαλύτερο;) δρα με κάποιον τρόπο που υποδεικνύει ότι κατανοεί τη ζωή ως ανώφελη. Έχουμε όλη τη γνώση και το φόβο του τέλους που έρχεται, κι έτσι η ανάγκη να ζήσουμε το (όποιο) μέλλον γίνεται επιτακτική (και άρα δεν τίθεται θέμα έλλειψης νοήματος). Πάνω σε αυτή τη βάση χτίζουμε και την συγκεκριμένη παράσταση. Από τα λόγια του Camus προσωπικά προσλαμβάνω ότι κατά κάποιον τρόπο, η έννοια «ζωή» είναι μάλλον ταυτόσημη της ματαιότητας, της επανάληψης, της δυσκολίας. Τουλάχιστον για όσο καιρό ακόμη ισχύει το δεδομένο τέλος της. Όταν τελικά φτάσει η στιγμή που αυτό δεν θα υφίσταται ως απόλυτο δεδομένο, τότε ο μύθος θα αποκτήσει επιπλέον νοήματα, και ένα από αυτά ίσως να κρύβεται μέσα στην παράστασή μας.

-Αντιλαμβάνομαι πως υπάρχει η χρήση mixmedia στην παράσταση σας. Θες να μου μιλήσεις λίγο παραπάνω για τον πειραματισμό σου με τη μουσική και την αποδόμηση του ήχου;

Μιλήσαμε πιο πριν για την κλασική παράδοση, στην οποία φαίνεται να βασίζεται το είδος αυτό της μουσικής με το οποίο ασχολούμαι. Αποφεύγω επίτηδες να το ονομάσω καθώς είναι δύσκολο να υπάρξει όρος που να το περιγράφει χωρίς να αποκλείει κάτι. Η κλασική παράδοση έδωσε προφανώς μία βάση, η εξέλιξη στα δικά μου μάτια όμως εναντιώνεται σε πολλά από αυτά. Προσωπικά, ένα από τα πράγματα που μου «χτύπησαν» όταν, ως μαθητής, άρχισα να ανακαλύπτω την εξέλιξη της κλασικής παράδοσης τα τελευταία 100 χρόνια, ήταν η αποδόμηση της μουσικής, και η ανάδειξη του ήχου (ένας διαχωρισμός που στο δικό μου μυαλό δεν υπήρχε). Κάπου εκεί λοιπόν μου δημιουργήθηκε το ενδιαφέρον να βάλω τον ήχο (όχι αναγκαστικά με την μορφή μουσικής) μέσα σε ένα γενικότερο περιβάλλον παράστασης. Έχοντας τον ήχο ως ένα από τα κύρια εργαλεία αφήγησης λοιπόν, προχωρούμε στον συνδυασμό του με ψήγματα θεάτρου, χορογραφίας, βίντεο, και απόδοσης κειμένου. Δεν γνωρίζω το κατά πόσο αυτό που βγαίνει μπορεί όντως να χαρακτηριστεί πειραματικό, ή να υποδηλώσει κάποιας μορφής πρωτοτυπία. Το σημαντικό φαίνεται να είναι για τους συμμετέχοντες ότι εμπεριέχει κάποια μορφή αυθεντικότητας στον τρόπο έκφρασης, που συμβαδίζει με τις θεματικές επιλογές που γίνονται για κάθε παράσταση.

-Πες μας λίγο πως στήνεις τις παραστάσεις σου. Περιέγραψε μας λίγο τη διαδρομή από την ανάγκη για δημιουργία μέχρι την παρουσίαση του έργου σου στο κοινό.

Ξέρω ότι θα έπρεπε να ακούγεται ως κάτι περισσότερο μαγευτικό και ιδιαίτερο, αλλά θεωρώ ότι είναι απλά μία συζήτηση. Καταρχήν με τον εαυτό μου (αν η αρχική προσπάθεια ξεκινά από μένα), με τον εσωτερικό μου κόσμο που δεν σχετίζεται με αυτά που συμβαίνουν γύρω μου, και με ένα κριτικό μάτι που σχολιάζει την καθημερινότητά μας. Αυτά συνήθως γίνονται λέξεις και εικόνες. Λέξεις από υπάρχοντα ή μη κείμενα, και εικόνες από φανταστικές ταινίες ή παραστάσεις. Αν και όταν τα παραπάνω πάρουν μια πιο συγκεκριμένη μορφή και αποφασιστεί η δημιουργία κάποιου έργου, τότε μπαίνουν κι άλλοι παράγοντες στο παιχνίδι. Κατά κύριο λόγο οι συνεργάτες και ο χώρος. Οι φυσιογνωμίες, οι χαρακτήρες, τα στυλ των ανθρώπων που συμμετέχουν, και φυσικά οι ιδιαιτερότητες (ή μη) του χώρου που θα γίνει η παράσταση. Συνήθως αυτά είναι τα δύσκολα στάδια, και οδηγούν στη δημιουργία ενός σκελετού/δομής. Όταν παρθούν οι πρώτες κύριες αποφάσεις, συνήθως η συνέχεια είναι (θετικά) …σισύφεια, και κορυφώνεται με τις παραστάσεις.

-Η μουσική σου έχει κάποιες φορές κάποια επαναληπτικά στοιχεία. Σαν μια νότα να κρατάει για πάντα. Παρόλ’ αυτά σου τραντάζει τα σωθικά. Από που εμπνέεσαι και τι εκφράζεις; Έρχεται η μελωδία και σε βρίσκει;

Σχεδόν πάντα υπάρχει από πίσω κάποια δραματική ιδέα, κίνηση, αντί/δράση. Ακόμη και στα έργα που παρουσιάζονται ως μέρος μίας «κανονικής» συναυλίας. Αυτή η ιδέα συνήθως συνδέεται με κάποιο κοινωνικό προβληματισμό, ή/και με κάποιο επιστημονικό φαινόμενο (που κάποιες φορές μπορεί να εμφανίζεται ως κάτι όχι άμεσα σχετιζόμενο με τον αρχικό προβληματισμό). Η σύνδεση όλων των παραπάνω με τη μορφή ενός κειμένου/σεναρίου (ακόμη κι όταν δεν υπάρχουν λέξεις ή κινήσεις), λειτουργεί ως η ιδέα που υποστηρίζει την σύνθεση του όποιου έργου, και την εξέλιξή του σε συνεργασία με το/τους εκτελεστές.

-Τι ετοιμάζεις για το μέλλον;

Ένα κομμάτι για σόλο τσέλο, βασισμένο σε ένα σύντομο έργο του Μπέκετ, που θα παιχθεί στη Βιέννη από τη Λουκία Λουλάκη τον Απρίλη.

Ειρήνη Δερμιτζάκη

 

Η παράσταση Sisyphus Distressing παρουσιάζεται την Τρίτη 27 Μαρτίου 2018, 19:30–21:30

στο Blue Elephant Theatre, 59A Bethwin Road, SE5 0XT του Λονδίνου.

 

Εισιτήρια: http://blueelephanttheatre.co.uk/sisyphus-distressing

 

Την παράσταση υποστηρίζει το Υπουργείο Πολιτισμού Αγγλίας καθώς και το Hinrichsen Foundation