Μουσική

“Αντιδρώ στην επίθεση της βλακείας”

Επιστρέφει  πάντα στις παλιές του αγάπες, τα τραγούδια που δεν ακούστηκαν και τα κείμενα που δεν παίχτηκαν, όπως αυτά που είχε για χρόνια στο προσκεφάλι, σαν το «Duende» του Λόρκα και το «Η τεράστια κοινωνική σημασία των βλακών στο σύγχρονο κόσμο»  του Ευάγγελου Λεμπέση. Ο Σταμάτης Κραουνάκης επιμένει να τιμά την καλλιτεχνική του καταγωγή και τους συνεργάτες του, δημιουργώντας συνεχείς εκτινάξεις  «καινούριων αισθημάτων». Και συνεχίζει να μας αφιερώνει γενναιόδωρα νέες ιστορίες.  Τον Ιανουάριο παρουσιάζει στο Θέατρο Τέχνης μια παράσταση-λειτουργία όπως την χαρακτηρίζει, το «Duende» του Λόρκα, μια διάλεξη του μεγάλου Ισπανού το 1934 στο Μπουένος Άιρες όπου μιλά για «το πώς ο καλλιτέχνης ξεπερνάει την τεχνική και ενώνεται με το μη ελεγχόμενο πάθος, δηλαδή με το θεό του, εξηγώντας μας το μυστήριο των αγγέλων»!

Δημιουργός που ανά πάσα στιγμή ξέρει να απευθύνεται στον κόσμο ενσωματώνοντας τα βάσανα, τις αγωνίες και τις προσδοκίες του, να αφουγκράζεται τους καιρούς και να δίνει τη σκυτάλη σε νέες γενιές καλλιτεχνών που αναδύονται και ανθίζουν, ο Κραουνάκης σκηνοθετεί στις 29 Νοεμβρίου στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκη τον ταλαντούχο Χάρη Φλέουρα πάνω στο κείμενο περί βλακών, του «ευφυούς» Έλληνα διανοητή, κοινωνιολόγου, δημοσιογράφου, συγγραφέα και ποιητή Ευάγγελου Λεμπέση, που αν και γραμμένο μέσα στην Κατοχή, έρχεται να υψώσει ισχυρή ασπίδα στη χυδαιότητα, την αναξιοκρατία και τα κοινωνικά συστήματα που ποδοπατούν την ανθρώπινη ζωή. Το κείμενο αφιερώνεται από το συγγραφέα «εις τους δυναστευομένους από τους βλάκες, δηλαδή τους ευφυείς»!

«Την ώρα που έρχεται καταπάνω σου η βλακεία και σου επιτίθεται πρέπει να αντιδράσεις . Συνταρακτικό κείμενο και άγνωστο λόγω καθαρεύουσας, στο οποίο ο ηθοποιός λειτουργεί ως μεταφραστής. Είναι έντεκα κεφάλαια, έντεκα μικρές εικόνες», που κυκλοφορούν με το πρωτότυπο κείμενο και το μεταφρασμένο, καθώς και με φωτογραφίες από τις πρόβες, εν είδη προγράμματος, από τις εκδόσεις «Περίπλους». «Ο κρυφός κώδικας που προέκυψε είναι ότι πίσω από το κείμενο διαγράφεται η ιστορία του ελληνικού κράτους. Και το πώς ο συνασπισμός των βλακών αλληλοστηρίχτηκε, δημιούργησε εξουσίες και κατακερμάτισε τον τόπο. Σκιαγραφείται άλλοτε με πολύ αστείο τρόπο και άλλοτε με μελαγχολικές στιγμές. Πρόκειται για μια παρτιτούρα ερμηνείας από σκηνή σε σκηνή. Ο συγγραφέας μας αποκαλύπτει ότι σε αυτόν τον λεγόμενο βλάκα στηρίζεται όλος ο μηχανισμός της εξουσίας. Και τα λέει όλα, δεν υπάρχει φράση που να είναι για πέταμα. Κι είναι εντυπωσιακό πως ένας βαθύς γνώστης και  διανοούμενος φάνηκε να είδε μέσα στην Κατοχή του 41, κάτω από τα δεινά του τόπου, την αλήθεια. Μας άρεσε το ότι λειτουργεί λίγο σαν ένα διδακτορικό για το που βρισκόμαστε. Πρέπει να ξανακοιτάξουμε αυτά τα κείμενα. Έχουν πολλά να μας πούνε».

Κάθε Δευτέρα στη «Σφίγγα»

Παραγωγική χρονιά η φετινή για τον Σταμάτη Κραουνάκη που έγραψε συνολικά 25 καινούρια τραγούδια μεταξύ των οποίων για τα θεατρικά έργα «Το Μαυροπούλι» του Γιώργου Κιμούλη, «Απελπισίτο» των Λάκη Λαζόπουλου και Σοφίας Φιλιππίδου, αλλά και για το «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη στον ΘΟΚ.

«Είναι μια ευλογία αυτός ο μικρός θεός που έρχεται και μου σφυρίζει κάποια στιγμή στο αυτί και μου λύνονται τα χέρια», σχολιάζει.

Κάθε Δευτέρα μαζί με οκτώ νέους περφόρμερς από την Σπείρα παρουσιάζουν ένα πρόγραμμα κεφιού σε μια βραδιά που όπως λέει περιέχει εκπλήξεις. Η παράσταση είναι αποκλειστικά μουσική. «Ήθελα να παίξω τα λαικά μου. Είναι η πρώτη φορά που δεν έχουμε καθόλου πρόζα κι ό, τι γίνεται είναι με τα τραγούδια, από τα αστεία έως τις κοινωνικές και πολιτικές αναφορές. Περιέχει  πολύ λαικό Κραουνάκη, Τζωρτζ Μάικλ, ένα υπέροχο αγγλικό κομμάτι tango , το One, με στίχους δικούς μου, και βασικό τραγούδι ένα ινδικό hit που μοιάζει πολύ ελληνικό και στο οποίο έβαλα λόγια. Εμφανίζομαι στο δεύτερο μέρος και παίζω αρπούν, ένα περίεργο οργανάκι που μοιάζει με άρπα και μπουζούκι μαζί.

Έπρεπε να φτιάξω κάτι για τα παιδιά. Μου γυρόφερνε στο μυαλό πάρα πολύ καιρό, κι όσο η ομάδα επιμεριζόταν πια στους άντρες της και σε όσους ήθελαν να συνεχίζουν να δουλεύουν υπό την συνθήκη μικρά μεροκάματα, πολύς κόπος, αντοχή στις κακουχίες. Αυτή είναι η συνθήκη της Σπείρας από το 2000. Πηγαινοερχόταν συνεχώς στο μυαλό μου ένα μιούζικαλ με άνδρες κι άλλα τέτοιου τύπου που είχα δει στο εξωτερικό εδώ και χρόνια κι αποφάσισα να φτιάξω κάτι με μια ιστορία από οκτώ εργάτες  εργένηδες το οποίο να μπορεί να σταθεί σε οποιαδήποτε σκηνή. Ανταλλάξαμε ιδέες, τραγούδια, κυρίως πράγματα που είχαμε επιθυμήσει, νοσταλγήσει και που μας ήρθαν ξαφνικά στο μυαλό. Μας απασχόλησαν πολύ οι χαρακτήρες, τι κόσμο και σύμπαν εκπροσωπεί ο καθένας. Μέσα στο παιχνίδι είναι και οι τρεις μουσικοί που επίσης τραγουδάνε. Έτσι κυλάει το μισό πρόγραμμα, συντονισμένο στο λαϊκό τραγούδι. Ωστόσο πίσω από αυτό υπάρχει σενάριο, ακρίβεια, ιστορία και αυτοσχεδιαστικός οίστρος. Και το μυστικό της Σπείρας είναι φαντασία, ανθεκτικότητα, πίστη.

Υπάρχει μια στιγμή όταν τραγουδάμε τις «Νταλίκες» που αγαπάμε, που χωρίς να υποδηλώνεται, νιώθεις σαν να συμβαίνει ένα αέρινο μνημόσυνο στον Γιώργο Σαρρή, σε έναν άνθρωπο που πέρασε από την νύχτα και έφαγε την ζωή του. Υπάρχει ένα τραγούδι του Πιοβάνι από το «Χάος» των Ταβιάνι που δίνει σκυτάλη στον Χατζιδάκι, ένα μοτέτο συνδεδεμένο με τις ταινίες της Αλίκης που ξορκίζει την σκοτεινιά. Υπάρχουν τέτοια σημεία που φέρνουν ένα κύμα δακρύων και την επόμενη στιγμή μια χαρά σε παρασέρνει. Διάχυτο στην παράσταση είναι το θέλω ένα σπίτι να γυρίσω κι αυτό είναι ίσως αυτό που μας συνδέει με το κοινό. Όπως όλες οι κοινωνίες ζητάνε το σπίτι που θα γυρίσουνε, της μάνας, του χωριού, αυτού που άφησαν πίσω. Το ότι δημιουργείς μια πρόχειρη πατρίδα δεν σημαίνει ότι ξεριζώνεται από μέσα σου η πραγματική».

Μάνια Ζούση

Φωτογραφία εξωφύλλου : Πάνος Γιαννακόπουλος

Νέα Σελίδα 19/11/2017