featured Μουσική Οι δημιουργοί γράφουν Πες μου μια ιστορία

Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου: «Ο Τεχνίτης Πράσινου Παραδείσου»

 

Ήταν οι δεκαετίες του Μεγάλου Εγκλεισμού. Είχαν ξεκινήσει με μια πανδημία  αλλά τελικά ο εγκλεισμός αποδείχθηκε  όχι μόνον ωφέλιμος κοινωνικά αλλά και αναπόφευκτος  λόγω των πολυάριθμων κι ανεξέλεγκτων κινδύνων που υπήρχαν  πια  ‘εκεί έξω’. Εξ άλλου η πραχτική της διαδικτυακής επικοινωνίας  είχε εξαιρετικά τελειοποιηθεί και προετοιμάσει επί σειρά ετών την ατομική αυτάρκεια. Τα υποκατάστατα ήταν  τόσα πολλά και συναρπαστικά ώστε η προσωπική αποστασιοποίηση και απομόνωση είχε γίνει  συνώνυμη της ατομικής ελευθερίας του κάθε πολίτη  και είχε επικυρωθεί  δια νόμου.  Ο  εκούσιος Εγκλεισμός ήταν μια ευγενής επιλογή που είχε αποδειχθεί κοινή μοίρα στην δημοκρατική Πολιτεία της Ευδαιμονίας. Η αιρετική άποψη περί πραξικοπηματικού  Εγκλωβισμού  που μερικοί παράφρονες είχαν τολμήσει  ν’ αρθρώσουν  είχε χαρακτηριστεί  από ύποπτη έως επικίνδυνη, στη συνέχεια είχε διαγνωσθεί ως ψυχο-νοητική διαταραχή που απαιτούσε ‘εγκεφαλικό επαναπροσδιορισμό’ των ασθενών.

Η  τελευταία μόδα απαιτούσε  κάθε σπίτι να είναι μια προσομοίωση Παραδείσου. Οι Τεχνίτες Πράσινου Παραδείσου είχαν γίνει πάμπλουτοι. Ο Jonas  ήταν ένας πολύ ξεχωριστός καλλιτέχνης Παραδείσου. Παρόλο που είχε μια ιδιαίτερα απροσάρμοστη και μεταιχμιακή προσωπικότητα είχε κατά κοινή ομολογία κατασκευάσει  αριστουργήματα κι ήταν περιζήτητος. Κι αυτό γιατί δεν σταματούσε να αναζητά αληθοφανή μακρινά πρότυπα  για να σχεδιάζει  όλο και πιο πρωτότυπους και μοναδικούς παραδείσους. Οι πιο διάσημοι τεχνοκρίτες  του Εγκλεισμού είχαν αποφανθεί πως η ομορφιά του πράσινου που χαρακτήριζε ειδικά τους Πράσινους Παραδείσους του Jonas συνδύαζε το βουκολικό με το υπερβατικό, το ανθρώπινο με το θείο, το μυστικιστικό με το trance , με μια λέξη, όλα.

Δεν κινδύνευε να στερέψει από οπτικές επινοήσεις γιατί είχε αποθηκεύσει τεράστιο ρεπερτόριο παραδεισένιων καταστάσεων για τους έγκλειστους ευδαίμονες. Έπρεπε να σχεδιάζει διαφορετικές προσβάσεις , διαφορετικές διαδρομές της  προκαθορισμένης φαντασίας τους ώστε ο πελάτης να έχει την ψευδαίσθηση της ελευθερίας πως επιλέγει μια διαφορετική είσοδο  στον παράδεισό του κάθε φορά για να μη βαριέται. Γιατί μη νομίζετε η ανία παραμονεύει τους χορτάτους και στον παράδεισο.

Όσον αφορά τις εσωτερικές λεπτομέρειες προσαρμοζόταν στο επίπεδο  και τις απαιτήσεις  του πελάτη. Με τους  ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών είχε προβληματάκια. Για παράδειγμα προ ημερών που χρειάστηκε  να σχεδιάσει τον παράδεισο ενός διάσημου φιλοσόφου επέλεξε μια απέραντη αέναα πολλαπλασιαζόμενη στον ορίζοντα αίθουσα συνεδριάσεων σκεπασμένη με ψηφιακή θολούρα.  Ωστόσο κατά παράκληση του πελάτη χρειάστηκε να προσθέσει και μια πινελιά ψηφιακής παρεξήγησης  για να κάνει πιο συμπαγή τη θολούρα. Για έναν διάσημο τραγουδιστή είχε σχεδιάσει ένα εξαιρετικά πρωτότυπο  διαγωνισμό νέων  ταλέντων   με  φουλ προγραμματισμένη συμμετοχή για τις επόμενες δεκαετίες ζωής του καλλιτέχνη  στον παράδεισό του. Είχε αποθηκεύσει στη μνήμη ταλέντα με αυτιά και χωρίς αυτιά , με μαλλιά και χωρίς  μαλλιά , με λαλιά και λιλιά , γυμνά ή ντυμένα , ζωντανά ή βαλσαμωμένα,  εξημερωμένα ή σε ημιάγρια κατάσταση, με φωνή και μυαλό, χωρίς φωνή και με μυαλό, χωρίς φωνή και χωρίς μυαλό.

Για τους πολιτικούς  σχεδίαζε παραλλαγές  πράσινου παραδείσου πάνω  σε πολύχρωμα συντρίμμια  ( η μονοχρωμία πάντα ενοχλούσε το success story των πολιτικών ).Τα συντρίμμια τα είχε σχεδιάσει με απόλυτη πιστότητα κι ακρίβεια από  ανθρώπινα οστά και κοτρώνες κάθε είδους και μεγέθους που στο βάδισμα προκαλούσαν αυτό το απολύτως χαλαρωτικό κι απαραίτητο για κάθε πολιτικό Ρίγος Γοήτρου. Γιατί  η απόλαυση του θαυμαστού  από το φριχτό δεν είχε μεγάλη απόκλιση για τους πελάτες του. Αν και κάποιοι τον εξέπλητταν διαρκώς η επινοητικότητά του σπάνια τον πρόδιδε. Είχε ετοιμάσει ένα υπέροχο project με πύργους Βαβέλ για τους Παραδείσους των μεταφραστών  οι οποίοι στο τέλος του ζήτησαν  απλά μια συλλογή από Καζαμίες. Δεν θα ξεχνούσε ποτέ τον βιβλιοθηκάριο που αρνήθηκε τον βιβλιοβριθή  Παράδεισο όπου θα διάβαζε αδηφάγα  και ζήτησε  Παράδεισο λιμνών με τα κείμενα των βιβλίων να πλέουν στο νερό.

Εκείνη την ημέρα προγραμμάτιζε έναν αρκετά φορεμένο και βαρετό για τα γούστα του  Πράσινο Παράδεισο  που του είχε ζητήσει μια διάσημη  τηλεπερσόνα.  Ενεργοποίησε  την τεχνητή αναπόληση προκειμένου  ν αντλήσει καινούργιες ιδέες γιατί το θέμα τον είχε κουράσει .Το   προνόμιο  της τεχνητής  αναπόλησης  το είχε αποκτήσει  πρόσφατα  χάρη στην  τεχνική εμφύτευσης  ανώνυμου DNA  προγόνων  που είχε λανσαριστεί με επιτυχία τα τελευταία χρόνια και είχε αντικαταστήσει τις  ξεπερασμένες  πια ενέσεις φαντασίας. Αυτή η πανάκριβη τεχνική  που είχε εμπλουτίσει τα αποθέματα φαντασίας του με εικόνες άλλων εποχών κι εξωτικών πολιτισμών είχε εξασφαλίσει και εδραιώσει την διαχρονική  καλλιτεχνική του επιτυχία ως  ξεχωριστός Τεχνίτης Πράσινου Παραδείσου.

Την ώρα που τον συντάραζε η  έμπνευσή του με κόπο έπνιγε τους  αναστεναγμούς του. Τελικά δεν μπόρεσε να  συγκρατήσει ένα παχύ δάκρυ που κύλησε στο μάγουλό του στη αναπόληση αρχαίων ιεροτελεστιών  των μακρινών του προγόνων  μέσα σε καταπράσινες κοιλάδες των Ιμαλάϊων με τρεχούμενα νερά που υπόσχονταν αληθινούς  παραδείσους. Έκανε ζουμ   στο living room για να προσαρμόσει  με ακρίβεια τον χλοοτάπητα Ιμαλάιων  που μόλις είχε εμπνευστεί. Με την άκρη του ματιού του είδε από μακριά  τις ώρες να πλησιάζουν με μικρά  βηματάκια  φορώντας γυαλιά με διπλούς φακούς για να βλέπουν καλύτερα και να ακολουθούν  στη σωστή κατεύθυνση το βέλος του χρόνου.

Γιατί κι ο Χρόνος είχε απορυθμιστεί. ..Ξεκίνησε με το πρώτο στρώμα πάνω στο καλογυαλισμένο δάπεδο προσέχοντας να μην καλύψει τους αισθητήρες που χρησιμοποιούσαν οι ένοικοι για να  εντοπίζουν με ηχοβολισμό και να αποκρούουν ανεπιθύμητα όνειρα που εξέπεμπαν  hackers  ονείρων  προκειμένου να διαταράξουν την παγκόσμια  virtual ευτυχία . Στρώνοντας με επιμέλεια τις ζώνες του πράσινου  πήρε το μάτι του στα πεταχτά την τελευταία viral είδηση , πως οι υπεύθυνοι του  Teatro alla Scala στο Μιλάνο , πετώντας παλιά  άχρηστα κοστούμια της Προεγκλεισμού Εποχής  στα σκουπίδια, κατά λάθος πέταξαν και την ίδια  Φήμη του Θεάτρου στα σκουπίδια  κι αναρωτήθηκε με θλίψη γιατί και η φήμη να έχει κι αυτή ημερομηνία λήξης όπως οι άνθρωποι.

Ο Jonas  όμως είχε κουραστεί να στρώνει  χλοοτάπητες και να διακοσμεί  τέτοιους παραδείσους  με δέντρα και  λουλούδια  πρωτότυπα, μήλα και φίδια και πουλιά  εξωτικά, για μυημένους στην προσομοίωση ευτυχίας. Είχε κουραστεί και βαρεθεί μαζί , η τελειομανία του κινδύνευε γιατί  μέσα στην πλήξη της επανάληψης ήθελε να προσπαθήσει  επιτέλους να πειραματιστεί με κάτι καινούργιο, κάτι τυχαίο , κάτι απρόβλεπτο. Έτσι πληκτρολόγησε τον κωδικό λείανσης μαζί με δύο τυχαίες λέξεις για πρώτη φορά και περίμενε το απρόβλεπτο να λειτουργήσει. Οι λέξεις ήταν : Μέδουσα και Πέτρα.  Αυτές του ήρθαν στο μυαλό και το μυαλό του το εμπιστευόταν .

Και ξαφνικά είδε. Είδε την ‘ποιητική’ μετάλλαξη του τυχαίου συνδυασμού  να συμβαίνει εκεί ακριβώς μπροστά στα μάτια του.

-Ωωωω , αναφώνησε ο Jonas ενθουσιασμένος , ακόμα και το πιο κοινό ανθρώπινο πείραμα προκαλεί  το απρόβλεπτο!

Εκεί μπροστά του  μέσα από τις ζάρες του χλοοτάπητα  άρχισαν να ξεπροβάλλουν πολύχρωμες μέδουσες και να παίζουν ποδόσφαιρο με ζαφειρόπετρες που έκκριναν από το δέρμα τους σα φυσαλίδες. Οι ζάρες άρχισαν να πολλαπλασιάζονται επικίνδυνα αλλά ο  Jonas  είχε μείνει τόσο έκθαμβος από το θέαμα που αγνόησε εντελώς πως  το σύστημα δεν είχε ανταποκριθεί καθόλου  στον κωδικό λείανσης. Ανακάθισε αναπαυτικά  στην πολυθρόνα του για ν’ απολαύσει το  πρωτόγνωρο θέαμα γιατί τόχε παράπονο, του είχε λείψει πολύ μια έκπληξη  στη ζωή του τα τελευταία χρόνια. Αλλά τα  ηλεκτρονικά fractals του πειράματος  άρχισαν γρήγορα να πολλαπλασιάζονται, γιατί το ίδιο το σύστημα  με αυτόματο συνειρμό προχώρησε παραπέρα. Μες από τις ακτίνες φωτός που διαθλούσαν οι πανέμορφες μέδουσες άρχισαν να διαγράφονται μαύρα, κατάμαυρα ράσα που γελούσαν σαρδόνια. Οι συνειρμοί ανάμεσα στα ράσα και στο χλοοτάπητα του  τεχνητού παραδείσου  ήταν προφανώς μια πρωτοτυπία της δικής του μονάδας τεχνητής νοημοσύνης που  μάλλον χωρίς αίσθηση χιούμορ είχε δραματικά παρεξηγήσει τις προθέσεις του τεχνίτη.

-Μα πώς! αναφώνησε ο Jonas,  εγώ ανέκαθεν φοβόμουν τα ξέφτια του μυστικισμού. Τι δουλειά έχουν τα μαύρα ράσα σ’ ένα φωτεινό παράδεισο όπου δεν έχω καν προγραμματίσει σκιές;

Ο  καλλιτέχνης  Παραδείσων κοίταξε καλύτερα: είδε πως οι ρασοφόροι κρατούσαν  περίτεχνους κοντυλοφόρους καλυμμένους με ολόχρυσα κέρματα. Αντί για ποιμενικές ράβδους κρατούσαν τεχνητά νήματα αράχνης και με τρανταχτά γέλια φώναζαν  πως δεν χρειάζονται τον Παράδεισο πια . Γιατί είχαν αρκετά  χρήματα και τιμαλφή  για να αγοράσουν το   πρόσφατα ανακαλυφθέν Γονίδιο του Αχινού  από το Βιοχημικό Εργαστήριο Υψηλής Προστασίας που θα τους εξασφάλιζε την  πολυπόθητη Αθανασία. Οι ρασοφόροι άρχισαν  ένα ξέφρενο χορό χαστουκίζοντας με τα ράσα τους τις πολύχρωμες μέδουσες και κλωτσώντας τις ζαφειρόπετρες λες κι ήταν απλοί βώλοι.

-Ω! τα Καρτέλ, γρήγορα τα Καρτέλ, φώναξε ο Jonas  κι έσκυψε μπροστά κάνοντας αστραπιαία  διπλό κλικ στο Πρόγραμμα ‘Καρτέλ των σκουπιδιών’ που καταβρόχθιζε αμέσως  κάθε άχρηστη πραγματικότητα. Χάθηκαν κι οι πέτρες μαζί με τα ράσα . Είχε πραγματικά ξεχάσει πόσο όμορφες πέτρες υπάρχουν. Τελευταία φορά που είχε δει πέτρες πεσμένες στη γη ήταν κάτι  αδέσποτες πέτρες- νότες   που έπεφταν από τα ραδιόφωνα των φορτηγών στις εθνικές οδούς.

Και πάνω που ετοιμαζόταν να προχωρήσει την πληκτρολόγηση του κωδικού λείανσης και διακόσμησης του χλοοτάπητα με τα  στάνταρ φαντασματάκια που είχε επιλέξει για την τηλεπερσόνα,   μια ανεπαίσθητη ρωγμή άρχισε να σχηματίζεται στον χλοοτάπητα που τον θορύβησε. Πριν προλάβει ν’ αντιδράσει, η  ρωγμή άρχισε να βαθαίνει , να πολλαπλασιάζεται, γινόταν   όλο και πιο βαθιά, ένα τεράστιο σκίσιμο που ξεκινούσε από κάτω και  ήταν μη αντιστρέψιμο.  Σχηματίστηκε μια καταπακτή σα χάσμα βαθύ  κι από μέσα άρχισαν να ξεβράζονται σωροί καταναλωτικών αγαθών πολυτελείας.  Ήταν το προγραμματισμένο Delivery  στη βίλα της  τηλεπερσόνας  που η τελευταία τεχνολογία  είχε επεξεργαστεί  για την κρυφή διανομή πλούτου στους εκλεκτούς. Αυτά τα  σπάνια προϊόντα  ήταν κατασκευασμένα σύμφωνα  με την  τελευταία τεχνολογία της μετάλλαξης  κενού που εξαγορασμένοι επιστήμονες είχαν επινοήσει για τους εκλεκτούς της   Ευδαίμονος  Κοινωνίας του Εγκλεισμού. Κυκλοφορούσαν μέσα από υπόγειες σήραγγες σε περιορισμένη ποσότητα και  διανέμονταν από υπόγειες κρύπτες  σε όσους είχαν τα οικονομικά εφόδια να εγγραφούν στην αδελφότητα των ‘Cοcaigne  Β’’ όπου ανήκε και η τηλεπερσόνα. Η  αδελφότητα ήταν μια απομίμηση της μυθικής μεσαιωνικής Πόλης της Αφθονίας  ‘Cοcaigne Α΄  όπου οι τοίχοι των σπιτιών  ήταν φτιαγμένοι από λαβράκια, σολομούς  και ρέγκες, τα δοκάρια της οροφής  από οξύρρυγχο, οι στέγες από μπέικον , τα πατώματα από λουκάνικο και οι περιφράξεις από ψητό κρέας και ζαμπόν. Η σύγχρονη Cocaigne Β’ ήταν ένα πανδαιμόνιο καταναλωτισμού που έτρεφε τους έχοντες και κατέχοντες με πλούτο, δόξα κι αυτοπεποίθηση. Μόλις ξυπνούσαν ντύνονταν  με σινιέ λιλιά, άνοιγαν την πόρτα του υπνοδωματίου  και βρίσκονταν  μπροστά σε σωρούς από  καταναλωτικά αγαθά πολυτελείας ,μια ακόμα ένεση ευωχίας κι ευτυχίας.

Εμβρόντητος ο Jonas  συνειδητοποίησε πως το προγραμματισμένο delivery που η τηλεπερσόνα είχε από λάθος ή βλακεία προγραμματίσει την ώρα της δικής του δουλειάς , απλά την είχε προδώσει. O  Jonas θύμωσε. Ο   Jonas άρχισε να επαναστατεί. Κανείς δεν  τον είχε προειδοποιήσει  ή ενημερώσει  για τέτοιου είδους  ανομίες στην ευδαίμονα Κοινωνία του Εγκλεισμού όπου υποτίθεται πως όλοι ήταν ίσοι, όπου το κάθε νοικοκυριό ήταν μια ανεξάρτητη δημοκρατική νησίδα ευημερίας που  απολάμβανε δια Νόμου την απόλυτη ισότητα παροχών  με τις υπόλοιπες. Καθένας ήταν απόλυτος κύριος ,sibi princeps,  στην δική του ευδαιμονική μονάδα χωρίς διακρίσεις και διαφορές. Η αποκάλυψη που είχε γίνει μπροστά στα μάτια του από  ένα  απροσδόκητο λάθος  σε μια απλή κρυπτογράφηση  τον είχε αναστατώσει.

Η αίσθηση της εξαπάτησης φούντωνε μέσα του,  τον έπνιγε η αδικία. Γιατί όμως, αναρωτιόταν, δεν μοιράζεται κι ο ίδιος λίγη απ τη δόξα και τη φήμη των πελατών του; Λίγη από την αιωνιότητα των παραδείσων που φτιάχνει; Τι τον ενοχλούσε τώρα; Η απόκρυψη ή το ψέμα; Δεν  είχε το δικαίωμα άραγε να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους  έστω και μέσα από ένα ψέμα; Γιατί δεν μπορεί απλά να δεχτεί ο ίδιος το ψέμα που του αποκαλύφθηκε αν είναι  να συνεχίσει ν απολαμβάνει  τη δική του αδιατάραχτη ευτυχία κι ευημερία;  Άρχισε ξαφνικά να τον ενοχλεί η παθητική αποδοχή της ψευτιάς στο επάγγελμά του. Δεν ήθελε πια να κατασκευάζει πράσινους παραδείσους για τους άλλους. Ήθελε να κάνει κάτι  άλλο . Κάτι διαφορετικό , κάτι πραγματικά απρόβλεπτο . Τι όμως;

Δεν είχε τα κότσια για αμφισβητήσεις κι ανακατατάξεις .Ούτε για να γίνει εφευρέτης καινούργιων ιδεών. Εφευρέτης πράσινων παραδείσων ήταν. Τι κι αν ο πράσινος παράδεισος  ήταν  μια καλοστημένη φάρσα; Τι κι αν κάποιοι δεν έχουν καν στο σπίτι παράδεισο ;  Δεν είχε τη δύναμη να αντιπαρατεθεί στην εξουσία της  Κυβέρνησης του Εγκλεισμού γιατί  αυτή διέθετε τεράστιο οπλοστάσιο μέσων εξόντωσης , ήδη δοκιμασμένο  σ‘ άλλες ψυχές. Ούτε θα τα κατάφερνε ποτέ να τα βάλει με τους άξεστους και δόλιους που περιαυτολογούν πάνω στα βάθρα τους ,άσε που ευτυχώς  τα βάθρα τα φτιάχνουν άλλοι τεχνίτες. Ένοιωσε στο στόμα μια γεύση υποταγής. Δεν έδωσε σημασία.

Για να αποδείξει τον ακλόνητο ορθολογισμό της σκέψης του  κατέγραψε επιτόπου τις τρείς κυριότερες  εναλλακτικές εκδοχές  που είχε , προκειμένου να πάρει μια ψύχραιμη απόφαση , ήταν  πάντα οπτικός τύπος .Θα μπορούσε:

1.Ν’ αναπτύξει  στον υπολογιστή  μια νέα υβριδική  μορφή  ανεξάρτητης ανθρώπινης σκέψης. Άραγε ήταν ικανός; Όχι βέβαια, αυτό αποκλείεται.

2.Να φτιάξει ένα νέο  πρόγραμμα που  να βάζει όρια ώστε να αποφεύγονται οι διακρίσεις αυτόματα.

3.Να βρει  ένα Παγκόσμιο  μαθηματικό Ισοδύναμο  ανάμεσα στο  Όριο και το Τίποτα.

Ταλαντεύτηκε αρκετά . Τελικά διάλεξε  απλά ,

        Το Τίποτα

 

Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου

Πιανίστρια