Κινηματογράφος

Ντίνος Παναγόκος : «Κάνω σινεμά για μια εικόνα που θέλω να ξαναζήσω»

«Δεν θα έλεγα ότι το όνειρό μου ήταν να γίνω σκηνοθέτης. Είχα τρομερή φαντασία από μικρός , τόσο που περπατούσα και έφτιαχνα ιστορίες με το μυαλό μου, όπως κάθε παιδί. Μου άρεσε να ακούω και να βλέπω ιστορίες. Μου άρεσε να ακούω την γιαγιά μου να μου λέει ιστορίες. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι κυρίως με μια γιαγιά, για αυτό και μου έχει μείνει το γυναικείο πρότυπο. Για αυτό και ο πυρήνας των ταινιών μου είναι γυναίκες. Οι γυναίκες μετέδιδαν πάντα τους μύθους, μάλιστα πολλές φορές τους διαμόρφωναν κιόλας», αφηγείται στο artplay.gr με αφορμή την βράβευσή του με τον Αργυρό Διόνυσο στο Φεστιβάλ της Δράμας για την ταινία του «Το Νανούρισμα της Μαρίας», ο τριαντατριάχρονος σκηνοθέτης Ντίνος Παναγόκος.

14610733_668824703294532_51876377_n

Με τον Ντίνο συναντηθήκαμε λίγο μετά την βράβευσή του και την επιστροφή του στην Αθήνα από την Δράμα για μια συζήτηση που ξεκινούσε από την αρχή και τα περιελάμβανε όλα.

«Κάνω σινεμά γιατί κάτι μου λείπει. Σπούδασα χημεία και θα μπορούσα να ήμουν χημικός. Κάποια στιγμή είδα μια ταινία του Κουροσάβα, «Ο δολοφόνος του Τόκιο»  και έκανα να συνέλθω τρεις μέρες. Ήταν τόσο δυνατή. Μετά ακολούθησαν ο Ταρκόφσκι, ο Φελίνι, ο Πολάνσκι, ο Κισλόφσκι, πολύ δυνατές εικόνες και ερεθίσματα που με βύθισαν σε έναν κόσμο, σαν έναν βάλτο που με ρούφηξε και δεν μπόρεσα να ανέβω πια ποτέ ξανά στην επιφάνεια. Νομίζω ότι ακολούθησα το σινεμά γιατί αυτό το σινεμά που κάνω έχει μέσα το στοιχείο της έλλειψης, είναι προϊόν έλλειψης, κάτι μου λείπει, ωστόσο δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό.  Με ταρακούνησαν όχι μόνο οι ταινίες που είδα αλλά και τα γεγονότα της ζωής μου. Έχω ανάγκη να γυρνώ πίσω. Συνήθως οι ταινίες με βρίσκουν. Κάνω μια ταινία για μια εικόνα που θέλω να ξαναζήσω.

Ταινίες ξεκίνησα να βλέπω με το που μπήκα στο πανεπιστήμιο. Νωρίτερα διάβασα πολύ λογοτεχνία, που είναι ένας άλλος τεράστιος κόσμος. Η εικόνα μπορεί να σε διαπεράσει χωρίς να προσπαθήσεις. Για αυτό και ο κινηματογράφος μπορεί να είναι και επικίνδυνος, ως μέσο προπαγάνδας. Ο θεατής πρέπει να είναι πάντα λίγο υποψιασμένος. Εγώ ύπουλα προσπαθώ να τον πείσω. Ο καθένας θέλει να πείσει για κάποιο λόγο. Και ο θεατής πρέπει να σταθεί από μια απόσταση.

Θεωρώ τον εαυτό μου έναν εκκολαπτόμενο δημιουργό που προσπαθεί να ανακαλύψει τους ανθρώπους. Κάνω σινεμά για τους ανθρώπους. Δεν μπορώ να μην βάλω το προσωπικό στοιχείο μέσα σε αυτό. Σήμερα με πολύ λίγα χρήματα μπορείς να βρεις μια υψηλών προδιαγραφών κάμερα, κάτι που πολλοί πιστεύουν ότι είναι ο θάνατος του σινεμά. Αντίθετα εγώ πιστεύω ότι είναι η ανάστασή του.

Ξεκίνησα με τον Ανώνυμο. Μια ταινία που γύρισα με φιλμ. Ήταν βασισμένη σε ένα ποίημα που είχα γράψει όταν ήμουν 23 ετών για έναν άνθρωπο που πεθαίνει στην πλατεία Συντάγματος, έναν ξεπεσμένο φλαουτίστα. Μια ιστορία που μπορεί να μην ήταν αληθινή αλλά τα χρόνια που ακολούθησαν την επιβεβαίωσαν. Δεν ξέρω αν η ταινία πέτυχε τους καλλιτεχνικούς της σκοπούς. Μπορώ να πω όμως πως κατά μια έννοια προέβλεψα το μέλλον.  Το σενάριο το έγραψα το 2005-2006, αλλά την ταινία την γύρισα το 2011. Δεν πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να είναι επίκαιρη, δεν έχει την έννοια της δημοσιογραφίας. Και εγώ και ο παραγωγός μου ήμασταν πολύ νέοι τότε, η ταινία πήγε στις «Νύχτες Πρεμιέρας» και στο Φεστιβάλ της Κύπρου. Δεν ασχολήθηκα περαιτέρω.  Ήμασταν και άβγαλτοι, δεν είχαμε και πολλές προσδοκίες. Μια ταινία θέλαμε να κάνουμε, τίποτα άλλο.

Δεν πήγα σε καμιά σχολή. Ο Κουροσάβα, ο Φελίνι, ο Αντονιόνι, ο Αγγελόπουλος δεν πήγαν σε σχολή. Δεν έχω και πολύ καλή σχέση με τα πανεπιστήμια. Ήταν λίγο επαναστατικό αυτό, το ότι δεν πήγα σε σχολή. Μου δίνει μια ελευθερία. Βέβαια το σινεμά έχει κανόνες, που πολύ εύκολα μπορείς να τους σπάσεις, η τέχνη έχει επίσης κανόνες που εύκολα μπορείς να τους σπάσεις, αλλά  πρέπει και να τους γνωρίσεις.

Στον δικό μου κόσμο ήταν τόσο δυνατά αυτά που ήθελα να πω που δεν μπορούσα να περιμένω, είχα δει τόσες ταινίες, ένα διάστημα έβλεπα 6 με 7 την ημέρα, ήθελα να γνωρίσω και να αναλύσω το παγκόσμιο σινεμά. Διάβασα πολύ για αυτό.  Η σπουδή που έκανα ήταν προσωπική . Ο πυρήνας του σινεμά που κάνω είναι προσωπικός.  Ωστόσο η προβολή του και η επικοινωνία του με τους ανθρώπους  θα ήθελα να είναι όσο πιο μεγάλη γίνεται.  Ο πυρήνας μου είναι η έλλειψη επικοινωνίας . Η απώλεια σε όλες της τις μορφές.

nann 1

 

Το Νανούρισμα της Μαρίας

Η ταινία γυρίστηκε στην Πρέσπα το 2015. Μια μεγάλη παραγωγή 25 ατόμων. Το σενάριο επιλέχθηκε και στο Φεστιβάλ του Clermont-Ferrand. Η ταινία πέρασε διάφορα στάδια αλλά βρήκαμε συμπαραγωγούς που βοήθησαν να πραγματοποιηθεί.  Η ιστορία της ταινίας είναι η ιστορία της Μαρίας και του Φίλιππου, δυο νέων υδροβιολόγων, που ζουν δίπλα σε μια λίμνη και περιμένουν το παιδί τους. Όμως  η Μαρία αποβάλει και δεν μπορεί πια να αποκτήσει πια εύκολα ένα παιδί. Την βλέπουμε να αποστασιοποιείται, και ο Φίλιππος να προσπαθεί να μην χάσει την σύντροφό του. Με απασχόλησε πολύ αυτό το γεγονός και πάλι εδώ λειτούργησε η μνήμη μου. Η Μαρία πιστεύει ότι είναι ένα άδειο κουφάρι , μια τελειωμένη ύπαρξη και ο Φίλιππος έρχεται να της απλώσει το χέρι και να της πει ότι δεν είσαι τελειωμένη, έχεις εσύ εμένα και εγώ εσένα και αυτό είναι λυτρωτικό.

14628080_10209546212706214_743533037_n

 

“Το Νανούρισμα της Μαρίας” είναι μια ταινία για τους φόβους της ύπαρξης και για το μεγαλύτερο φόβο της απώλειας και της ανυπαρξίας. Ο άνθρωπος μόνος μέσα στη φύση,φοβισμένος,φωνάζοντας στο κάλεσμα της φύσης έχει μια μόνη ευκαιρία για να  λυτρωθεί.Να βρει τη δύναμη να αγαπήσει για να μπορέσει να κουβαλήσει το φορτίο της ύπαρξής του μέχρι το τέλος.

 

Η Δράμα ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία

Για πρώτη φορά ο Ντίνος Παναγόκος συμμετείχε στο Φεστιβάλ της Δράμας, ταξίδεψε έως εκεί και είναι σε θέση να ομολογήσει  πως «το Φεστιβάλ πρέπει να στηριχθεί».  “Στην Ελλάδα έχουμε την τάση να αποδομούμε πολύ εύκολα τα πράγματα και να τα μειώνουμε. Ας αρχίσουμε από αυτούς τους δύσκολους καιρούς να έχουμε μια γενναιοδωρία μέσα μας και ακόμα και τις ελλείψεις να προσπαθήσουμε να τις βελτιώσουμε και όχι να προσπαθήσουμε να αποδομήσουμε έναν θεσμό που κλείνει 40 χρόνια και βρίσκεται μέσα στα ελάχιστα καλύτερα της Ευρώπης. Το Φεστιβάλ της Δράμας πρέπει να στηριχθεί οικονομικά. Το ανθρώπινο δυναμικό που είναι πολύ ικανό, αλλά είναι ελάχιστο. Υπάρχει  μια μερίδα του κινηματογραφικού κόσμου που προσπαθεί να το υποβιβάσει, ίσως και άθελά του. Τα βραβεία είναι κάτι πολύ σχετικό, που δεν θα έπρεπε να δίνουμε και τόσο βάρος. Η βράβευση μου με τον Αργυρό Διονύσο μπορώ να πω με τιμάει,  όμως η μεγαλύτερη τιμή είναι ότι η ταινία αγαπηθηκε από το κοινό και από τους συναδέλφους, πολλοί εξ αυτών μετά την προβολή μου έσφιγγαν το χέρι και με κοιτούσαν στα μάτια. Τι μεγαλύτερο βραβείο από αυτό; Πολλοί με ρωτουσαν ποια είναι η συνέχεια της ταινίας. Το μετά. Ο Φίλιππος μαζεύει τη Μαρία στην αγκαλιά του. Τη βάζει μέσα στο σπίτι. Η πόρτα κλείνει. Στη ζωή όλα μπορεί να συμβούν. Οι άνθρωποι με βαθιές ρίζες θα βρουν τον τρόπο να επιβιώσουν και να συνειδητοποιησουν την αξία της αφοσίωσης.Θελω να πιστεύω ότι ο Φίλιππος και η Μαρία υπάρχουν, εγώ πάντως τους άφησα εκεί..

 Όσον αφορά το Φεστιβάλ, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να σταθούμε στο  ότι είναι ένα φεστιβάλ που παρουσιάζει την ελληνική παραγωγή , δίνει την ευκαιρία στην μικρού μήκους να προβληθεί , κάτι που δεν υπάρχει, και την ίδια ώρα  σου δίνει την δυνατότητα να γνωρίσεις ανθρώπους, να κάνεις φιλίες και να δεις τόσες ταινίες που δεν έχεις την ευκαιρία να δεις αλλού. Είδα ταινίες που έχουν πολύ υψηλό επίπεδο σε ένα φεστιβάλ που πολλοί προσπαθούν να το υποβιβάσουν».

Μάνια Ζούση