Εικαστικά

Αποχαιρετισμός στον Παναγιώτη Τέτση

Ζωγράφος που λάτρεψε το χρώμα και την ελευθερία του και τίμησε το φως, για την απόδοση του οποίου πάντα αγωνιούσε, με έργα που περιλαμβάνουν από σκηνές της καθημερινότητας, προσωπογραφίες, τοπία και νεκρή φύση


ο Παναγιώτης Τέτσης πέθανε στα 91 του χρόνια, μια ημέρα μετά την βράβευσή του με το βραβείο Μόραλη.

Η κηδεία του θα γίνει την Δευτέρα 7 Μαρτίου στον Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου στις 2.30 μ.μ. Η ταφή θα γίνει στην Ύδρα, την Τρίτη 8 Μαρτίου, στις 12.00 το μεσημέρι. Η οικογένεια επιθυμεί αντί στεφάνων να διατεθούν τα χρήματα για το Κουλούρειο Νοσοκομείο «Παναγία Φανερωμένη» της Ύδρας.

Υδραίος στην καταγωγή  , πήρε τα πρώτα του μαθήματα ζωγραφικής το 1940 από τον Γερμανό φιλότεχνο και ξυλογράφο Κλάους Φρισλάντερ ενώ την ίδια περίοδο γνώρισε τους Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα και τον Δημήτρη Πικιώνη. Σπούδασε νομική την οποία όμως εγκατέλειψε μετά από σύντομο χρονικό διάστημα. Κατά τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής εισήχθη στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών από την οποία αποφοίτησε το 1949 αφού είχε σπουδάσει υπό τους Δημήτριο Μπισκίνη, Παύλο Μαθιόπουλο και Κωνσταντίνο Παρθένη. Αργότερα χάρη σε υποτροφία ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού το διάστημα (1953-1956) όπου διδάχτηκε χαλκογραφία.

Εγκαινίασε την εκθεσιακή του δραστηριότητα το 1948 παρουσιάζοντας την πρώτη του ατομική έκθεση. Έκτοτε πραγματοποίησε αρκετές ακόμη ατομικές εκθέσεις ενώ έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής και χαρακτικής εντός αλλά και εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Μεταξύ των εκθέσεων στις οποίες έλαβε μέρος περιλαμβάνονται οι Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1957 και το 1965, της Αλεξάνδρειας το 1959, οι Διεθνείς Εκθέσεις Χαρακτικής του Λουγκάνο (1960) και του Τόκιο (1964) κλπ. Το 1970 αν και επιλέχτηκε ως αντιπρόσωπος της Ελλάδας στη Μπιενάλε της Βενετίας αρνήθηκε να λάβει μέρος διαμαρτυρόμενος για τα πολιτικά τεκταινόμενα στην Ελλάδα. Το 1999 η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε αναδρομική έκθεση του έργου του.

Το 1951 διορίστηκε επιμελητής στην έδρα του Ελεύθερου Σχεδίου στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ ενώ το διάστημα 1958-1962 υπήρξε καθηγητής στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο. Το 1958 συμμετείχε στην ίδρυση του Ελευθέρου Σπουδαστηρίου Καλών Τεχνών (μετέπειτα Σχολή Βακαλό) στο οποίο δίδαξε ως το 1976. Εκείνη τη χρονιά εξελέγη καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών όπου παρέμεινε ως το 1991 ενώ το 1989 εξελέγη πρύτανης. Το 1993 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.