Εικαστικά

Άγγελος Δεληβορριάς: Μια γεμάτη ζωή, μια διαδρομή πολιτισμού

Τον έβλεπα συχνά στα θέατρα. Συν τοις άλλοις, ο Αγγελος Δεληβορριάς ήταν και φανατικός θεατρόφιλος. Η τελευταία φορά που τον συνάντησα ήταν στην πρεμιέρα της παράστασης «Το ευχαριστημένο» στο θέατρο «Πορεία», μέσα στο Μάρτιο που μας πέρασε. Ήταν όπως πάντα: κεφάτος, ευγενής, πειραχτήρι, με διάθεση για επικοινωνία και επαφή.

Παρότι έχω αντιμετωπίσει προσωπικά και έχω «διαχειριστεί» επαγγελματικά πολλούς θανάτους επωνύμων, νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που η θλίψη ήταν άμεση, πάνδημη, ειλικρινής και βαθιά. Από όλες τις γενιές, από όλους τους χώρους. Γιατί ο Αγγελος Δεληβορριάς ήταν (μα ήταν; μα είναι δυνατόν;) πολλές προσωπικότητες μαζί, πολλές δεξιότητες μαζί. Είχε επιστημονική κατάρτιση, είχε όραμα και για την επιστήμη μου του και για τον πολιτισμό και για τη χώρα, είχε αγωγή, είχε κοσμοπολιτισμό, είχε γνώσεις, είχε άποψη και είχε το μεγάλο προσόν να μπορεί να συνομιλεί και να διαχειρίζεται όλων των ειδών τους ανθρώπους. Από τους υπουργούς Πολιτισμού (και έπρεπε να συνομιλήσει με πολλούς στα 41 χρόνια που υπήρξε διεθυντής του Μουσείου Μπενάκη) μέχρι τους απογόνους άλλων, παλαιότερων σπουδαίων ανθρώπων που δώρισαν τα κομμάτια πολιτισμού που τους περιήλθαν στο Μουσείο Μπενάκη.

Ηταν όλα αυτά μέσα στα πολλά «μαθήματα» που μας έδωσε ο Αγγελος Δεληβορριάς. Ηταν κι εκείνα της επιστημονικής του διαδρομής, (οι ανασκαφές του, οι μελέτες του, η διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο για όσους είχαν την τύχη να μετέχουν) και ήταν φυσικά και ο τρόπος που βοήθησε να ζωντανέψει η άποψή μας για τα μουσεία. Είτε μέσα από το κεντρικό κτήριο του Μουσείου Μπενάκη, είτε μέσα από το Μπενάκη της Πειραιώς, είτε από την Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα (από τα μεγάλα έργα και τα μεγάλα οράματα της ζωής του), είτ μέσα από το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης. Στην «Κιβωτό» του Μουσείου Μπενάκη, στο κτίριο της οδού Βασιλίσσης Σοφίας έστησε, ανά όροφο, όλες τις όψεις της ιστορίας του τόπου: αρχαιότητα, Βυζάντιο, νεότερη Ελλάδα, λαϊκός πολιτισμός. Στο Μπενάκη της Πειραιώς βρήκαν στέγη οι σύγχρονοι δημιουργοί και η συνομιλία τους με το παρελθόν ή το μέλλον, ενώ στην Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου-Γκίκα, στην οδό Κριεζώτου, δεν μας χάρισε μόνο ένα μοναδικό κτίσμα της μεσοπολεμικής Αθήνας, αλλά και τις αναζητήσεις των δημιουργών εκείνης της εποχής, τις μεγάλες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής δημουργίας σε κάθε τομέα τέχνης, συγκεντρωμένους σε λίγους ορόφους.

Ο Αγγελος Δεληβορριάς έφυγε από τη ζωή το μεσημέρι της Τρίτης, 24 Απριλίου, στα 81 χρόνια του. Νοσηλευόταν από τη Μεγάλη Πέμπτη σε νοσοκομείο της Αθήνας, με πνευμονολογικά προβλήματα.

Τιμήθηκε εν ζωή με πολλές βραβεύσεις και με την εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών, όπου -όπως έκανε γνωστό η συνάδελφος Μαρία Θερμού-, την ημέρα του θανατου του θα γινόταν η επίσημη υποδοχή του.

Κι αν έχουν ένα νόημα οι επίσημες τιμές, ίσως να έχουν ακόμα μεγαλύτερο οι τιμές του δήμου, του κόσμου, όσων γνώριζαν τι έκανε τόσα χρόνια ο Αγγελος Δεληβορριάς, όσων τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του, όσων απλώς μπορούν να αποτιμήσουν τις σημαντικές προσωπικότητες και το έργο τους. Ετσι, με την είδηση του θανάτου του, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλημμύρισαν με σχόλια πραγματικής θλίψης και οδύνης για την απώλειά του. Και μιας άμεσης αποτίμησης της διαδρομής του και της προσφοράς του. Θα σταχυολογήσω μερικά, είτε γιατί είναι ουσιαστικά, είτε γιατί είναι άμεσα και ζεστά και έχουν τη σημασία τους. Και γιατί όλα δείχνουν πώς αποτιμάται η παρουσία αλλά, πλέον, και η απουσία του Άγγελου Δεληβορριά.

«Υπάρχει εντέλει και ένα μοντέρνο κλέος σε αυτήν τη χώρα και όχι μόνο το αρχαίο- και ας ήταν αρχαιολόγος ο ίδιος ο Δεληβορριάς». (Νικόλας Σεβαστάκης, πανεπιστημιακός).

«Αποχαιρετούμε με ανείπωτη θλίψη τον πολυαγαπημένο μας Άγγελο Δεληβοριά, έναν υπασπιστή του πνεύματος, ωραίον όσο ελάχιστοι, έναν θεσπέσιο και σπάνιο άνθρωπο, πραγματικό στυλοβάτη του νεοελληνικού πολιτισμού, έναν ευπατρίδη, αριστοκράτη και συνάμα λαικό Αθηναίο και Πανέλληνα» (Θωμάς Κοροβίνης, συγγραφέας).

«Ήταν τόσο νέος. Στον τρόπο σκέψης, στην αποτελεσματικότητα στη δουλειά του, στο κέφι του για κουβέντα και πνευματικούς καυγάδες. Τόσο σοφός και τόσο έτοιμος να μάθει. Τόσο ουσιαστικός, ώστε να μπορεί να χαρεί κάθε μορφή Τέχνης και ό,τι του έδιναν οι άνθρωποι που συναντούσε. Αγγελιοφόρος μιας ζωής χωρίς παρωπίδες, ανοιχτός. Πώς αλλιώς να το πω για τον Άγγελο Δεληβορρια, δεν ξέρω. Πόσο με θλίβει που δεν θα ακούσω πάλι το τρανταχτό γέλιο του» (Μαρλένα Πολιτοπούλου, συγγραφέας).

«Ένας ουσιαστικός περιπατητής στο βήμα των μεγάλων φιλοσόφων- της κουβέντας,της τεχνης, του πνεύματος, του λόγου που είχε πάντα κάτι άξιο να καταθέσει (δεν είναι τυχαίο ότι δεν γέρασε ποτέ). Τώρα που έχει κυριαρχήσει το μέτριο και το τίποτα να φεύγει αυτός που πίστευε στο όλον. Η απώλεια του δεν ξεπερνιέται-το κεφάλαιο “ελληνικός πολιτισμός” έχασε ένα σπουδαίο κομμάτι του». (Τίνα Μανδηλαρά, δημοσιογράφος).

«Αντιγράφω από το Λεξικό της κοινής νεοελληνικής: “ευπατρίδης ο [efpatríδis] … 2. χαρακτηρισμός ατόμου που συνδυάζει την αριστοκρατική καταγωγή με την ευγένεια του χαρακτήρα και με την πνευματική καλλιέργεια”. Ποτέ άλλοτε το δημοσιογραφικό στερεότυπο δεν κυριολεκτεί τόσο καίρια όσο στην περίπτωση του Άγγελου Δεληβορριά…» (Σπύρος Κακουριώτης, δημοσιογράφος)

«Ο Άγγελος Δεληβοριάς είναι μεγάλη απώλεια για τον τόπο, τεράστια. Εκείνος ο φοβερός συνδυασμός ανθρώπου που και μπορούσε, και ήξερε, και ονειρευόταν και υλοποιούσε». (Μαρία Τσάκος, amagi.gr).

«Αν υπάρχει άνθρωπος που άλλαξε τον πολιτιστικό χάρτη της Αθήνας τα τελευταία είκοσι χρόνια αυτός είναι μόνον ο Αγγελος Δεληβορριάς. Χαρισματικός, εμπνευσμένος, ιδιοφυής, πληθωρικός και παραγωγικός με υψηλούς στόχους και ακόμη υψηλότερα έργα. Λάτρης των συγκινήσεων, γελούσε εύκολα και θύμωνε εύκολα, αγαπούσε την τέχνη κι όχι μόνον την αρχαία ως ειδικός στην κλασική γλυπτική που ήταν,είχε ιδιαίτερη προτίμηση στη Γενιά του ΄30 κι από τι τιμόνι του Μουσείου Μπενάκη έφτιαξε κι άλλα μουσεία, όλα με στόχο να αναδείξουν τον ελληνικό πολιτισμό σε όλο του το μεγαλείο». (Μαρία Θερμού, δημοσιογράφος).

«Ο Άγγελος Δεληβοριάς ήταν ένας από τους πιό εγκάρδιους, εμπνευσμένους, φωτεινούς ανθρώπους στην Ελλάδα. Ένας αληθινά ωραίος. Το έθνος -ακόμα κι αν δεν το ξέρει- τον πενθεί». (Χρήστος Χωμενίδης, συγγραφέας).

ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ