Οι δημιουργοί γράφουν

Ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος για το «Αμάρτημα…»

Μιλάει μόνος του στη σκηνή για μία ώρα. Αφηγείται ένα δύσκολο και βαθύ κείμενο, το “Αμάρτημα της μητρός μου” του Γεωργίου Βιζυηνού. Και το έχει κάνει σε πολλές παραστάσεις τα τελευταία δύο χρόνια. Γι αυτή του την εμπειρία, ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος γράφει στο artplay.gr.

Όταν την Άνοιξη του 2013 δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον Δήμο Αβδελιώδη για να κάνω τον Βιζυηνό στο «Αμάρτημα της μητρός μου» διαισθάνθηκα ότι θα ήταν κάτι ξεχωριστό! Και δεν διαψεύστηκα! Είχα στα χέρια μου ένα αριστούργημα της Ελληνικής διηγηματογραφίας, έναν σκηνοθέτη που έχει παρελθόν στον Βιζυηνό (και όχι μόνο..) και τη Ρένα (Κυπριώτη) που γνωριστήκαμε λίγα χρόνια πριν κάνοντας μια περιοδεία στο εξωτερικό.

Συνεργαστήκαμε πολύ καλά και τα αποτελέσματα εκείνο το καλοκαίρι δεν άργησαν να φανούν. Πρώτη φορά σ αυτά τα δεκαεπτά χρόνια που είμαι ηθοποιός, ένοιωσα πως ο κόσμος που έρχονταν να μας δει, δεν ήθελε να φύγει μετά το τέλος της παράστασης, πριν περάσει να μας σφίξει το χέρι, να μας κοιτάξει στα μάτια και να μας πει κάτι.. ή ακόμα και τίποτα!

Ειδικά το δεύτερο ήταν συγκλονιστικό! Κάποιοι δεν μπορούσαν να μιλήσουν. Ήταν βαθιά συγκινημένοι κι αυτό το έβλεπα στα μάτια τους που έλαμπαν σαν να έλεγαν «Σ ευχαριστώ», «είχα ξεχάσει πως είναι..»

Δεν ήταν κανείς λυπημένος, ήταν σαν να είχαν μεταλάβει! Σαν κάθαρση απ αυτή που έχουν οι αρχαίες τραγωδίες! Την παραγωγή για την καλοκαιρινή περιοδεία την είχε το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ιωαννίνων-Ξεκινήσαμε εκεί την περιοδεία. Ήρθαν χίλια πεντακόσια άτομα! Απίστευτο!Παίξαμε και σε χωριά. Σε δύσκολες θεατρικά συνθήκες. Κι όμως αυτοί οι απλοί άνθρωποι είχαν μεγαλύτερη πρόσληψη από εκείνους των πόλεων..

Στην πρώτη μας παράσταση λέω κάποια στιγμή .. «Ἡ μήτηρ μου ἐσήκωσε τὸ μαραμένον κοράσιον εἰς τὴν ἀγκάλην της καὶ τὸ ἔφερεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν.» κι εκείνη την ώρα χτυπάει η καμπάνα της εκκλησίας που βρισκόταν δίπλα στο θέατρο! Ήταν το ρολόι που χτύπαγε τις ώρες..Το θεώρησα καλό σημάδι. Όταν πηγαίναμε στα χωριά παίζαμε συνήθως σε πλατείες που δίπλα σχεδόν πάντα είχε μια εκκλησία με καμπαναριό. Το ήξερα πια..γι αυτό και προετοιμαζόμουν όταν θα χτυπήσει η καμπάνα να μιλώ στο ενδιάμεσο των χτυπημάτων για να μη χαθεί τίποτα..

Στη Θεσσαλονίκη οι θεατές σηκώθηκαν όρθιοι κι είχαν έναν ενθουσιασμό σαν να ήταν γιορτή! Σε κάποιο άλλο μέρος μια κυρία ήρθε και μου είπε μ ένα πλατύ χαμόγελο.. «μου θύμησες τον παππού μου» Ήταν απ τη Βιζύη της Θράκης απ την οποία πήρε και το όνομά του ο Βιζυηνός..

Και πολλοί νέοι άνθρωποι! Πολλές φορές και μικρά παιδιά! Αυτό πραγματικά μου φαινόταν περίεργο. Κι όμως καταλάβαιναν τα πάντα. Έρχονταν στο τέλος και μας το έλεγαν. Κι όχι μόνο αυτό. Ήξεραν τι πάνε να δουν και ν ακούσουν! Ήξεραν τον Βιζυηνό και τη γλώσσα του..Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς υποτιμούμε τη νοημοσύνη τους κάθε φορά που τα θεωρούμε νωθρά ή χωρίς κρίση!

Οι ιστορίες πραγματικά δεν έχουν τέλος. Σημαντικό όμως είναι πως μέσα σε όλα αυτά ένοιωσα πως κάτι καλό προσφέρουμε σ αυτούς τους ανθρώπους και πραγματικά τους ευχαριστώ και δημόσια που μας τίμησαν με την παρουσία τους καθώς και για το ότι μοιράστηκαν μαζί μας ακόμα και πολύ προσωπικές τους ιστορίες! Μας θεωρούσαν οικογένεια τους..μας έβαζαν στα σπίτια τους!

Όταν γυρίσαμε στην Αθήνα αποφασίσαμε να συνεχίσουμε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης που ήθελε την παράσταση και την αγκάλιασε με αγάπη! Παίξαμε σχεδόν όλη τη χρονιά! Συνεχίσαμε και φέτος το καλοκαίρι για λίγες παραστάσεις με την ίδια ανταπόκριση, και τώρα είμαστε κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο «Θησείον» που πιστεύω πως ταιριάζει πολύ στο ύφος αυτής της δουλειάς.

Η συνέχεια στη σκηνή …

Με αγάπη

Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος