Μουσική

Αντάρτικο μετά μουσικής

“Μια ακραία κατάσταση ζωής, όπως είναι η εξορία και η δίωξη εξαιτίας πολιτικής ιδεολογίας ή φυλετικής καταγωγής, μετέτρεψαν σε υψηλή έμπνευση πολλοί καλλιτέχνες, μουσικοί, συνθέτες και δημιουργοί

μέσα από μουσικά έργα και συνθέσεις τους, ορισμένες από τις οποίες θα παρουσιαστούν στη συναυλία ‘Οι Μεγάλοι Εξόριστοι’, που θα διευθύνω στις 12 Μαΐου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών” μας εξηγεί ο Θόδωρος Αντωνίου, ακαδημαϊκός, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, ένας από τους διαπρεπέστερους και πολυγραφότερους σύγχρονους καλλιτέχνες με διεθνή καριέρα συνθέτη, μαέστρου και καθηγητή πανεπιστημίου στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

“Πρόκειται κυρίως για δημιουργούς που εκδιώχθηκαν από το ναζιστικό καθεστώς αναγκαζόμενοι να πάρουν τον δρόμο της εξορίας, αλλά και καλλιτέχνες που κυνηγήθηκαν από τη μακαρθική μαύρη περίοδο στις ΗΠΑ. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δημιουργίες των Κουρτ Βάιλ, Πάουλ Ντεσάου, Χανς Άισλερ, Ερνστ Κρένεκ και Πάουλ Χίντεμιτ” αναφέρει ο Αντωνίου ενθυμούμενος και τις δικές του περιπέτειες κατά τη διάρκεια της χούντας των συνταγματαρχών.

“Η στέρηση και οι περιορισμοί της ελευθερίας, τα κυνηγητά και οι διώξεις, οι απαγορεύσεις και οι λογοκρισίες μοιάζει να δημιουργούν αντισώματα στους καλλιτέχνες που βρίσκουν διεξόδους έμπνευσης και δημιουργικής λειτουργίας. Πολλά μεγάλα έργα έχουν δημιουργηθεί με αφορμή μεγάλες διώξεις” υποστηρίζει.

“Την εποχή της χούντας έγραψα μια σειρά έργων, έφυγα στις ΗΠΑ, αλλά δεν σταμάτησα τις δραστηριότητές μου. Επέστρεψα και θυμάμαι ότι στις παραστάσεις που ανεβάζαμε με τον Γιώργο Μηχαηλίδη μας ασκούσαν μεγάλο έλεγχο και λογοκρισία και πολλές φορές κατέβαζαν τα έργα. Ωστόσο αυτή η περίοδος μου έδωσε αφορμή να δημιουργήσω τα πιο επαναστατικά έργα, καθώς η χούντα δεν μπόρεσε να με σταματήσει από το να δημιουργώ” σημειώνει ο μαέστρος.

“Στα έργα ‘Διαμαρτυρία 1’ και ‘Διαμαρτυρία 2’ ο βαρύτονος δεν έλεγε τα λόγια όπως ήταν, σαν να παίζαμε κρυφτό με το καθεστώς, και ο κόσμος ένιωθε, καταλάβαινε και συμμετείχε, θαρρείς σιωπηρά, σε μια διαδήλωση. Οι καλλιτέχνες είναι και πρέπει να παραμένουν ελεύθεροι εμποδίζοντας τον περιορισμό. Σε παράσταση του 1970 κατά την ώρα του διαλείμματος, πέφταμε καλλιτέχνες και κοινό κάτω στο πάτωμα σαν να θέλαμε με αυτόν τον συμβολικό τρόπο να ρίξουμε έναν τοίχο που μας έκρυβε το φως και τον αέρα.

Σε άλλη παράσταση στο Ρεξ ακούγονταν συνθήματα όπως ‘ελευθερία’ και ‘κάτω η χούντα’ από τον θίασο του Μιχαηλίδη και τις φωνές επαναλάμβανε το κοινό και έτσι μουσικοί και κόσμος γινόντουσαν ένα” καταλήγει ο κ. Αντωνίου διευκρινίζοντας πως είχε πρωτοπαρουσιάσει αυτήν τη συναυλία πριν από περίπου δέκα χρόνια στις ΗΠΑ επαναλαμβάνοντάς την τώρα μετά από προτροπή του καλλιτεχνικού διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Γιώργου Κουρουπού.

«Οι μεγάλοι εξόριστοι»

Η συναυλία περιλαμβάνει συνθέσεις έργων από δημιουργούς που έζησαν τη μεγάλη οικονομική κρίση στη Γερμανία μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία προκάλεσε τη ραγδαία άνοδο του ναζισμού. Η φασιστική, εθνικιστική ιδεολογία, απειλή για την ελεύθερη πνευματική δημιουργία, ανάγκασε τότε καλλιτέχνες και επιστήμονες να τραπούν σε άτακτη φυγή. Οι δημιουργοί αυτοί, προσαρμοζόμενοι στις νέες συνθήκες της ζωής τους, μπόρεσαν να αναπτύξουν ελεύθερα τη σκέψη και την τέχνη τους. Ανάμεσά τους σημαντικοί σύγχρονοι συνθέτες, όπως οι Κουρτ Βάιλ, Πάουλ Ντεσάου, Χανς Άισλερ, Ερνστ Κρένεκ και Πάουλ Χίντεμιτ.

Κουρτ Βάιλ (1900-1950)

Γεννήθηκε στο Ντεσάου και πέθανε στη Νέα Υόρκη. Δεκαπέντε ετών εργαζόταν ως πιανίστας συνοδός στο Friedrich – Theater. Το 1918 μαθήτευσε δίπλα στον Χούμπερντινκ και δύο χρόνια αργότερα στον Φερούτσιο Μπουζόνι, στην Κρατική Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου. Τότε έγραψε την πρώτη του συμφωνία και το πρώτο του κουαρτέτο για έγχορδα. Με τη μονόπρακτη όπερα “Ο πρωταγωνιστής” καθιερώθηκε ως ένας από τους βασικούς δραματικούς συνθέτες της Γερμανίας. Ακολούθησαν το έργο “Μαχαγκόνυ” (Songspiel) και η “Όπερα της πεντάρας” σε συνεργασία με τον Μπρεχτ. Με την άνοδο του ναζισμού ο εβραϊκής καταγωγής Βάιλ φεύγει από τη Γερμανία. Μένει δύο χρόνια στο Παρίσι και το 1935 πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, όπου αρχίζει να γράφει μουσική για το Μπρόντγουεϊ.

Πάουλ Ντεσάου (1894-1979)

Γεννήθηκε στο Αμβούργο και πέθανε στο Βερολίνο. Μελέτησε βιολί στο Ωδείο του Βερολίνου. Από το 1914 έως το 1933 εργάστηκε ως δεύτερος διευθυντής χορωδίας στο Θέατρο Τίβολι της Βρέμης, μαέστρος στο Intimate Theatre του Αμβούργου, διευθυντής χορωδίας στην Όπερα της Κολωνίας και του Βερολίνου.

Το 1933 μετακόμισε στη Γαλλία και το 1939 στις ΗΠΑ, αρχικά στη Νέα Υόρκη και μετά στο Χόλιγουντ. Επέστρεψε στο Αν. Βερολίνο το 1948, όπου, εκτός της διεύθυνσης και της σύνθεσης, ανέπτυξε αξιόλογη ακαδημαϊκή καριέρα. Συνεργάστηκε με τον Μπρεχτ και έγραψε μουσική για θεατρικά έργα και για τον κινηματογράφο (πρώτα φιλμ του Ντίσνεϊ και βωβές ταινίες). Προσχώρησε στο κίνημα των αβανγκάρντ συνθετών της εποχής του μαζί με τους Λουτοσλάφσκι, Σνίτκε, Μπλάχερ, Χέντσε και Νόνο.

Χανς Άισλερ (1898-1962)

Σπούδασε στο Ωδείο της Βιέννης. Επηρεασμένος από τον μαρξισμό υιοθετεί, από το 1927, ένα πιο «λαϊκό» ύφος στη σύνθεση. Έγραψε πολιτικά εμβατήρια, χορωδιακά και θεατρική μουσική σε συνεργασία με τον Μπρεχτ. Εξορίστηκε το 1933 και εργάστηκε στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στην Κοπεγχάγη και στις ΗΠΑ. Το 1938 εγκαταστάθηκε στο Χόλιγουντ, όπου δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Νέας Καλιφόρνιας και συνέθεσε μουσική για ταινίες του Τσάπλιν.

Λόγω των μέτρων του Αμερικανού γερουσιαστή Μακάρθι κατά των κομμουνιστών, το 1947 απελάθηκε από τις ΗΠΑ και έφυγε, το 1948, για τη Βιέννη και το Βερολίνο. Το 1952 εγκαταστάθηκε στην Ανατολική Γερμανία, όπου οργάνωσε εργατικές χορωδίες και έγραψε λαϊκά τραγούδια (μεταξύ άλλων και τον εθνικό ύμνο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας). Πέθανε στο Βερολίνο.

Ερνστ Κρένεκ (1900-1991)…

Τσεχικής καταγωγής, πολιτογραφήθηκε Αμερικανός το 1945. Εργάστηκε σε πολλά γερμανικά λυρικά θέατρα ως μαέστρος. Το 1926 ολοκλήρωσε την όπερα “Ο Τζόνι παίζει” [Jonny spielt auf] σε τζαζ ύφος. Το 1928 μελέτησε επισταμένως το δωδεκάφθογγο σύστημα και συνέθεσε την περίτεχνη όπερα “Κάρολος Ε'” [Karl V]. Σε μεταγενέστερα έργα του εφάρμοσε την ελεύθερη ατονική τεχνική και χρησιμοποίησε ηλεκτρονικά μέσα. Μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1938.

Πάουλ Χίντεμιτ (1895-1963)

Σπούδασε βιόλα στο Ωδείο της Φραγκφούρτης. Είκοσι ετών έγινε Konzertmeister στην όπερα της πόλης. Έκανε πολλές περιοδείες ως μέλος κουαρτέτου και ως σολίστ. Το ίδιο διάστημα απέκτησε φήμη και ως συνθέτης, καθώς τα έργα του άρχισαν να παρουσιάζονται σε εκδηλώσεις της Διεθνούς Εταιρείας Σύγχρονης Μουσικής (SIMC) και στο Φεστιβάλ του Ντοναουέσινγκεν. Το 1927 έγινε καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Μουσικής του Βερολίνου. Καθώς το ναζιστικό καθεστώς τον χαρακτήρισε persona non grata, ο Χίντεμιτ έχασε τη θέση του στο πανεπιστήμιο και το έργο του απαγορεύτηκε στη Γερμανία. Επέστρεψε στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο και αργότερα ανέλαβε το Μουσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης.

Info

“Οι Μεγάλοι Εξόριστοι”

Τρίτη 12 Μαΐου ώρα 8. 30 μ.μ.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Συμμετέχουν η υψίφωνος Άρτεμις Μπόγρη, οι τενόροι Χρήστος Κεχρής και Γιώργος Κυριαζής και οι βαρύτονοι Βαγγέλης Μανιάτης και Σωτήρης Τριάντης. Μουσικοί: Βίκυ Στυλιανού, Στέλλα Τσάνη, Ανδρέας – Ρολάνδος Θεοδώρου

Μάνια Ζούση

Πηγή Αυγή