Εικαστικά Συναντήσεις

Μάριος Ελευθεριάδης: “Είμαι σε μια διαρκή performance”

«Ζω την κάθε στιγμή! Γεννιούνται  μέσα μου  συνεχώς επιθυμίες και ιδέες  για έργα και εικαστικά project  και παράλληλα  δουλεύω κάτι θεωρητικό,  που έχει σχέση με την ύπνωση,  χωρίς να θέλω να περάσω σε λεπτομέρειες. Όμως μπορώ να πεθάνω αύριο!»

«Αυτό υποδηλώνει πληρότητα ξέρετε!»

ARVE Error: Mode: lazyload not available (ARVE Pro not active?), switching to normal mode

 

Αυτό ήταν το τέλος μιας συζήτησης  με τον Μάριο Ελευθεριάδη, που κράτησε πάνω από δύο ώρες. Πηγαίνοντας να τον συναντήσω σκεφτόμουν,  πως αν είχα τη δυνατότητα,  η συζήτησή  μας  θα γινόταν  οκλαδόν, πάνω σ ένα από τα υπέροχα υφάσματα γνωστών οίκων του εξωτερικού, της Ρούλας Δογραματζιάν. Υφάσματα που αποτέλεσαν τα βασικά υλικά για την κατασκευή εικαστικών αντικειμένων με αφορμή την έκθεση φιλανθρωπικού χαρακτήρα με τίτλο “ Comme il faut?” υπέρ του Σωματείου «Στοργή»

 

yfasmata

 

Ένα σκηνικό στημένο στη λευκή καυτή άμμο, ανάμεσα στο γαλάζιο του ουρανού και  το βαθύ μπλε της θάλασσας  κι απλωμένα μπροστά μας  διάφανα κρυστάλλινα σερβίτσια. Μια δεύτερη πιο προσγειωμένη εκδοχή, θα ήταν αυτό το σκηνικό να έχει στηθεί κάτω  από τις σκιές του  τελευταίου  γερανού  στο  λιμάνι,  στο κέντρο του Θερμαϊκού . Να είμαστε στο κέντρο ενός  απέραντου κύκλου με μια οπτική 360 μοιρών ανάμεσα σε γη και θάλασσα τόσο κοντά και τόσο μακριά από όλα. Μια κουκίδα ανθρώπων στο Google map,  σχεδόν στο πουθενά,  την ώρα που εκατομμύρια ψυχές τρέχουν στο πολύβουο μελίσσι τους.

Τελικά σκαρφάλωσα στον ουρανό. Από το μαγικό χαλί,  που είναι το γραφείο του Μάριου Ελευθεριάδη, είχα όπως μου είχε υποσχεθεί,  την καλύτερη  θέα στη Θεσσαλονίκη και  το λιμάνι της. Μια βουτιά στο γαλάζιο!  «Πρέπει να νιώθετε ευλογημένος!» του είπα την ώρα που ετοίμαζε τον καφέ μου ως τέλειος οικοδεσπότης κι εγώ φωτογράφιζα εκστασιασμένη το θαύμα που απλωνόταν  μπροστά στα μάτια μου. «Ναι είναι αλήθεια πως έτσι νιώθω!» μου απάντησε.  «Γι αυτό κι έχω γράψει όπως  βλέπεις με μαρκαδόρο στο τζάμι « Θεέ  κατέβα να πιούμε έναν καφέ»!

taratsa limani

 

Πρωί Σαββάτου ένα πλοίο μόλις ξεκίνησε το ταξίδι του. Η πόλη ξυπνάει νωχελικά. Καράβια έχουν δέσει στους κάβους. Ένα πολύχρωμο παζλ από κοντέινερ κι οι  γερανοί έτοιμοι να δουλέψουν. Οι κόκκινες στέγες από τις αποθήκες του λιμανιού που φιλοξενούν πλέον το Κέντρο Σύχρονης Τέχνης, το Μουσείο φωτογραφίας, το Μουσείο Κινηματογράφου, μου θυμίζουν το βράδυ του “sleepover στο λιμάνι”, όπου είχα για πρώτη φορά την ευκαιρία να τον συναντήσω και  να δω πλευρές ενός ανθρώπου, ενός καλλιτέχνη, που θα ήθελα να γνωρίσω. Είχε αναλάβει την καλλιτεχνική επιμέλεια αυτού του event, που περιελάμβανε ξενάγηση και διανυκτέρευση στα παραπάνω μουσεία κι ένα υπέροχο δείπνο στις ελιές, που άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις για το επίπεδο και την αρτιότητα της οργάνωσής του, αποτελώντας εδώ και μέρες ένα talk of the town.

 

sleepove

 

Στον ασημένιο δίσκο αχνίζει ο καφές και δίπλα γλυκό τριαντάφυλλο. Οι μυρωδιές και οι γεύσεις άλλωστε είναι για τον Μάριο Ελευθεριάδη,  ένα κομμάτι από τις  παιδικές μνήμες,  που ξύπνησαν τις αισθήσεις και διαμόρφωσαν την αισθητική του αλλά και την άποψή του για τον κόσμο και την ανθρώπινη ψυχή, όπως μου λέει απαντώντας στην ερώτηση κατά πόσο η οικογένεια και το περιβάλλον στο οποίο γεννιέται κι  αναθρέφεται ένας άνθρωπος επηρεάζει τις αναζητήσεις του αλλά και μπορεί να γεννήσει  έναν καλλιτέχνη.

Μου μιλάει για εκείνα τα χρόνια στο χωριό. Τον πατέρα,  που πολυτεχνίτης όπως ήταν τον θυμάται να δουλεύει με τα χέρια, να φτιάχνει ή να διορθώνει πράγματα, να ανακατεύει μπογιές και χρώματα κι αυτός  από μικρός να τον βοηθάει και να μαθαίνει τα καλοκαίρια. Να έχει  τη γνώριμη  αυτή μυρωδιά αποτυπωμένη στη μνήμη του, ίδια με αυτή που συναντά κανείς τώρα πια στο εργαστήριό του. Εκεί που κάθε υλικό, χαρτί, κόλλα, ξύλο, ύφασμα, γίνεται μέσο έκφρασης .

« Τι να πρωτοθυμηθώ! Τα περιοδικά «Ταχυδρόμος» και «Burda»,  που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή και ήταν καθημερινή ανάγνωση για τη μάνα και τη γιαγιά μου;  Όπως θυμάσαι είμαστε η γενιά που πρόλαβε έστω και για λίγο,  υποχρεωτικά το μάθημα των οικοκυρικών στο σχολείο και τη δόξα της σταυροβελονιάς, στις κάρτες με το ελληνικό αλφάβητο !

giagia png

 

Μεγάλωσα γνωρίζοντας κι αναγνωρίζοντας αρώματα, γεύσεις, υλικά και τεχνικές μαγειρικής, παρακολουθώντας τη μητέρα μου στην κουζίνα του εστιατορίου που διατηρούσαμε. Έμαθα να παρατηρώ, να κλέβω όπως  λέω ακόμη και τώρα εικόνες, σκέψεις, συμπεριφορές που με βοήθησαν στην ανάγνωση της πραγματικότητας των ανθρώπων, μιλώντας και σερβίροντας  καφέδες και φαγητό στους ταξιδιώτες  που σταματούσαν στο μαγαζί μας. Κι αυτοί ήταν φυσικά κάθε είδους. Άνθρωποι του μεροκάματου, φορτηγατζήδες, τουρίστες αλλά και καλλιτέχνες. Μικροί θίασοι και  μπουλούκια έστηναν παραστάσεις στο μαγαζί και σε πολλούς από τους γνωστούς πια ηθοποιούς που συναντώ σήμερα,  θυμίζω παραστάσεις που ξέχασαν ή θα ήθελαν να ξεχάσουν.

Συχνά τα  βράδια στηνόταν ένας  αυτοσχέδιος θερινός κινηματογράφος  υπό την τεχνική επιμέλεια του πατέρα μου. Κι εγώ καθισμένος σε αναποδογυρισμένα κασόνια από λεμονάδες παρακολουθούσα τις ιστορίες που εκτυλισσόταν στο  άσπρο πανί. Ήταν ακόμη η περίοδος που είχα τη βεβαιότητα ότι θα γίνω γιατρός και έκανα με περίσκεψη διαγνώσεις στους θαμώνες, μετρώντας δήθεν την πίεση τους. Αργότερα ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας και έμπορος. Η κατάληξη είναι γνωστή βέβαια.

lagoydakia

 

Είναι εξαιρετική εμπειρία επίσης,  μικρό παιδί να έχεις συναντήσει τη θρησκεία και τους «αντιπροσώπους» της στην απλή καθημερινή ανθρώπινη εκδοχή τους, χωρίς θρησκοληψίες και ύποπτες συμπεριφορές και μέσα από αυτό ακόμη κι ο θάνατος τότε να σε κάνει να διακωμωδείς τη ζωή. Να παρακολουθείς τις κηδείες των συγχωριανών σου, το μοιρολόι , τις υπερβολές και τις σιωπές των ανθρώπων. Τα πρόσωπα και οι σκιές τους, η υποκρισία και η οδύνη  μπροστά στην αγωνία του θανάτου  ήταν  τότε αφορμή για αστείες παιδικές ιστορίες και  μετά προβληματισμός και ερέθισμα. Χρειάστηκαν  επτά χρόνια δουλειάς  για να πάρει  σάρκα και οστά το «Ars Moriendi» . Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, ο έρωτας κι ο θάνατος είναι πάντα ο κεντρικός άξονας της θεματολογίας μου.»

xristos

 

«  Η πάλη του ανθρώπου με  τη φθαρτή ατελή του ύπαρξη. Η φωτιά  του έρωτα και οι αδυναμίες της σάρκας απέναντι στα διλήμματα της ψυχής. Έχω ακούσει να σας αποκαλούν τελειομανή ισχύει; Απαιτείτε το ίδιο και από τους φοιτητές σας; Και τι κάνει κάποιον  καλλιτέχνη  τελικά; Είναι κάτι που χρειάζεται οπωσδήποτε τις αντίστοιχες σπουδές για να δώσει καρπούς και αναγνώριση;»

« Τελειομανής όχι. Απαιτητικός ναι. Κατ αρχήν δεν υπάρχει το τέλειο κι όποιος το υποστηρίζει είναι κομπλεξικός. Δεν απαιτώ τίποτα λιγότερο απ ότι απαιτώ από εμένα τον ίδιο. Σκληρή δουλειά, επιμονή, αφοσίωση, συνεχή παρατήρηση, να αφουγκράζονται την πραγματικότητα και να τη μετουσιώνουν  σε καλλιτεχνική  δημιουργία. Αυτό που τους λέω την πρώτη μέρα  στη σχολή είναι: «Εδώ η κλοπή απαγορεύεται» εννοώντας τα υλικά μας, για να συμπληρώσω σχεδόν αμέσως « Όμως δεν σημαίνει αυτό πως δεν επιτρέπεται» μιλώντας για την υποχρέωση που έχουν απέναντι στην τέχνη που υπηρετούν, να κυκλοφορούν ανάμεσα στους ανθρώπους «κλέβοντας» εικόνες και στιγμές.

Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων στον χώρο της τέχνης. Από τη μία είναι οι εξωγήινοι όπως τους αποκαλώ και είναι αυτοί που το  «έχουν». Γι αυτούς  που η καλλιτεχνική έκφραση και άποψη είναι αποτέλεσμα ενός πηγαίου αδιαμφισβήτητου ταλέντου, το οποίο αποτελεί  την  προέκταση του εαυτού τους και δεν χρειάζονται βοήθεια. Υπάρχουν όμως και τα διαμάντια. Κι όταν λέω διαμάντια εννοώ όλους τους πρωτοετείς,  που είναι ακόμη ακατέργαστοι, αδούλευτοι όταν έρχονται στη σχολή και τους εκπαιδεύουμε να αντιλαμβάνονται τι έχουν μέσα τους  δίνοντάς τους ερεθίσματα, μυώντας τους στις τεχνικές, αφήνοντάς τους να εκφραστούν  χωρίς περιορισμούς  κι έτσι σιγά-σιγά  βρίσκουν  τον δρόμο τους.

Limoge foithtes

 

Προσωπικά  μπροστά στον  φοιτητή κλαίω, από σεβασμό .  Είναι σαν το  έμβρυο που ζητά συνεχώς τροφή από σένα χωρίς να ρωτά αν έχεις να του δώσεις, σχέση «παρασιτική» και μονόδρομη. Σέβομαι και κατανοώ τις ανασφάλειες, τις φιλοδοξίες, τις προσπάθειες  και  τη ματιά του. Όσον αφορά εμένα θα έλεγα ότι είμαι κομήτης. Είμαι φωτιά! Δεν με σταματάει  τίποτα αν ξεκινήσω κάτι. Ό, τι  κι αν μου πει οποιοσδήποτε δεν είναι ικανό  να με αποθαρρύνει, αν κάτι το κατέχω και το πιστεύω .  Μπορεί στην πορεία να αλλάξω κάτι αν δε μου βγαίνει όπως το είχα σκεφτεί αρχικά, αλλά  στο τέλος θα το ολοκληρώσω. Θα έλεγα πως είμαι σε μια διαρκή performance, αλλά  όσο κοινωνικός κι αν είμαι, όταν δημιουργώ απομονώνομαι. Αυτοσκοπός μου, όπως και κάθε καλλιτέχνη που σέβεται τον εαυτό του και την τέχνη του,  είναι η «θέωση»  με την έννοια της απόλυτης πληρότητας  η οποία  προκύπτει  από τη  συνεχή ανάγκη  για δημιουργία.»

miro sti mayorka

 

 « Ο Κώστας Γαβράς,  στο  master class που πραγματοποιήθηκε προ μηνών στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών,  εξήρε το Υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας  για τη χρηματοδότηση και την υποστήριξη του τομέα του κινηματογράφου. Θα υποστηρίζατε το ίδιο και για τον χώρο των εικαστικών τεχνών;»

« Στη Γαλλία ισχύει αυτό που συμβαίνει και στις υπόλοιπες χώρες όσον αφορά τις χρηματοδοτήσεις και τις αναλογίες τους. Τη μερίδα του λέοντος την παίρνει  η μουσική με δεύτερο τον κινηματογράφο, για να ακολουθήσει το θέατρο και τέλος τα εικαστικά.  Το κατανοώ απόλυτα όσο κι αν με δυσαρεστεί. Γιατί τα χρήματα δίνονται στους χώρους που με τη σειρά τους θα τα φέρουν πίσω. Απλά μαθηματικά. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να παραδεχτούμε επίσης,  πως η τέχνη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιχειρηματικότητα και το δημόσιο χρήμα από αρχαιοτάτων χρόνων. Πιστεύετε πως θα είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάσουμε τις δημιουργίες του Da Vinci εάν αυτός ο εμπνευσμένος επιστήμονας, εφευρέτης  και δημιουργός δεν χρειαζόταν χρηματοδότηση για τις κατασκευές του; Οι αναθέσεις που του γίνονταν ήταν η κύρια πηγή εσόδων για τις κατασκευές και τις μελέτες του. Και όπως πάντα, το χρήμα που τροφοδοτεί και υποστηρίζει  την τέχνη, πολλές φορές προέρχεται από μαύρο χρήμα, παντού στον κόσμο. Η αλήθεια είναι σκληρή και θα πρέπει να παραδεχτώ, πως είναι αποδεκτή στον χώρο μας οποιαδήποτε μορφή επένδυσης  στην τέχνη, από όπου κι αν προέρχεται χρηματοδότηση, ευτυχώς αγοράζουν έργα και όχι όπλα .»

« Πως βλέπετε  την κατάσταση στον εικαστικό χώρο στην Ελλάδα;»

« Η τέχνη για να ανθίσει και να επιβιώσει χρειάζεται  μια ισχυρή αστική τάξη, κάτι που δεν υπήρχε ποτέ στην Ελλάδα. Κι όταν λέω αστική τάξη εννοώ μια αριστοκρατία που δεν  προσδιορίζει την αξία, την ταυτότητα  και το status  της τόσο από την οικονομική της δύναμη,  όσο  από την παιδεία, τον τρόπο ζωής της,  την κουλτούρα της. Δεν αναφέρομαι σε νεόπλουτους , πλούσιους και απλά κατόχους πτυχίων. Οι γκαλερί κλείνουν  η μία μετά την άλλη και οι πωλήσεις είναι μηδενικές και στο λέει κάποιος  που ως επί των πλείστων εξέθετε σε μουσεία. Το λυπηρό δε είναι, πως αυτοί που θα μπορούσαν πράγματι να παράγουν τέχνη φεύγουν στο εξωτερικό  και πίστεψέ με δε θα γυρίσουν πίσω.»

atelier

 

« Κι εσείς  μοιράζετε τον χρόνο ανάμεσα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Παρίσι.»

« Πράγματι  σκέφτομαι σαν Γάλλος όταν είμαι στην Ελλάδα, αλλά σαν Έλληνας όταν είμαι στη Γαλλία, για να κρατάω τις ισορροπίες. Δηλώνω όπως ξέρετε ‘γαλλοπόντιος’. Είναι ένας φόρος τιμής  στη γαλλική μου παιδεία,  στην  ποντιακή μου καταγωγή και τη γιαγιά μου. Τη γυναίκα, που με την σκληρή αλήθεια της, με καυστικό  λόγο και την άδολη ματιά της,  μου έλεγε πάντα την καθάρια γνώμη της  και αυτή ήταν που με ενθάρρυνε να ασχοληθώ με την τέχνη χωρίς να μου το πει με λέξεις αλλά με έργα, όταν άρχισα να κάνω τις πρώτες νεανικές καλλιτεχνικές μου απόπειρες. Το να σε εκπαιδεύει κάποιος ώστε να κάνεις τριάντα  ομοιόμορφα αυλάκια ποτίσματος κηπευτικών η να βλέπεις εκατό  σαντάλια καπνού κρεμασμένα στα ξηραντήρια  με το ίδιο ύψος στον ορίζοντα, αυτό είναι μια βασική σπουδή  στην τέχνη και λέγεται υπομονή και επανάληψη .  Κι αυτό λέω και  στους φοιτητές μου.  «Αν στο πρώτο καλλιτεχνικό σας ξύπνημα θέλετε μια γνώμη, ζητήστε τη γνώμη της γιαγιάς σας ή κάποιου που δεν είναι στο χώρο της τέχνης,  γιατί  θα κρίνει τη δουλειά σας ανεπηρέαστος από «σχολές», τεχνικές και  εικαστικές φόρμες. Θα σας  μιλήσει για  την αίσθηση και  το ερέθισμα  που του δώσατε. Μην ξεχνάτε πως τα έργα σας απευθύνονται σε ανθρώπους. Ο καλλιτέχνης είναι για να δίνει και να δείχνει.»

«Η γνώμη της μητέρας;»

« Η γνώμη της μητέρας δεν είναι πάντα τόσο αντικειμενική. Μπορεί να είναι ενθαρρυντική χωρίς λόγο ή αποθαρρυντική προκειμένου να σε προστατέψει από την έκθεση και πολλές φορές επεμβατική προκειμένου να επιβληθεί. Ένα παρεμφερές  προσωπικό παράδειγμα από την παιδική μου ηλικία είναι όταν εκδήλωσα την επιθυμία μου να ασχοληθώ με τη μουσική μαθαίνοντας πιάνο. Η μητέρα μου μου αγόρασε μια κιθάρα. Την έσπασα. Ζήτησα πιάνο. Μου έφερε ακορντεόν. Κάποια στιγμή ήρθε και το πιάνο και μαζί και η εγκατάσταση στη Θεσσαλονίκη. Δεν έκανα ποτέ πιάνο, είχα προλάβει να βρω καινούρια ενασχόληση, ακόμη και σήμερα θέλω να μάθω μουσική, αλλά είναι πλέον αργά για εμένα, αυτό όμως δεν με αποθαρρύνει να γλεντώ με τους μουσικούς.»

mana & Lomel

 

« Πως λειτούργησε η Θεσσαλονίκη στη σχέση σας  με την τέχνη;»

« Στη Θεσσαλονίκη γεννήθηκε η αγάπη  και ο σεβασμός  μου για το θέατρο και τη σκηνογραφία. Η θεία μου συνεργαζόταν με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος  και  από τα 14 μου χρόνια παρακολουθούσα  από το υπερώο  του ΚΘΒΕ  μοναδικές θεατρικές παραστάσεις και το αέναο χοροθέατρο, με τα εισιτήρια που μου έδινε. Έτσι  θαυμάζω αυτό τον άθλο των ηθοποιών και χορευτών  να καταθέτουν την ψυχή τους και να κρίνονται κάθε βράδυ από το κοινό χωρίς περιθώρια διόρθωσης και λάθους.  Eπίσης είχα την τύχη να μαθητεύσω   για δώδεκα χρόνια δίπλα στον κορυφαίο  Daniel  Lommel . Άλλωστε στην τέχνη και τη ζωή όλα γίνονται από τύχη ή από προξενιό. Μαζί του έμαθα την αξία της παρατήρησης.  Δικαίως απαιτητικός, με τον τρόπο του δεν σου έλεγε άκου τι λέω αλλά βλέπε τι κάνω να μαθαίνεις. Έμπαινα λοιπόν στη διαδικασία να καταγράφω στη μνήμη  μου κάθε κίνηση ή τεχνική, να συντονίζομαι σαν το γρανάζι μιας μηχανής που δημιουργεί και με τον καιρό χωρίς καν να μιλάμε λειτουργούσαμε με μια ροή, που ήταν απόρροια μιας κοινής αντίληψης. Δύσκολη περίοδος απαιτητική και αμίλητη με την έννοια και το φόβο για την κρίση»

ARVE Error: Mode: lazyload not available (ARVE Pro not active?), switching to normal mode

 

 

«Στα 17 φεύγετε για σπουδές στη Γαλλία και  κλείνετε  ένα μακρύ κύκλο σπουδών  με  Printmaking  Art & Research ( Διδακτορικό Έκδοσης – Εκτύπωσης)  στην  Ακαδημία Καλών Τεχνών του  Ρέικιαβικ στην Ισλανδία. Αντιλαμβάνομαι πως οι εκτυπώσεις έχουν μια ιδιαίτερη σημασία για σας. Τι σας  έκανε να ασχοληθείτε  με αυτή τη μορφή τέχνης την οποία και διδάσκετε;»

« Οι εκτυπώσεις είναι ευαισθησία» μου λέει και για πρώτη φορά το βλέμμα του έχει μια γλυκιά τρυφερή  λάμψη. Σαν γονιός που μιλάει για το μωρό του. Μέχρι εκείνη τη στιγμή έχω δει να ξετυλίγονται μπροστά μου όλες τις πιθανές  εκφράσεις και ψυχολογικές διακυμάνσεις ενός ανθρώπου. Θυμός, απογοήτευση, πάθος, οργή, νοσταλγία. Αυτή τη στιγμή νιώθω πως χτύπησε η καρδιά. Χρησιμοποιεί τα χέρια και με απαλές κινήσεις χορευτή εξηγεί: « Στις εκτυπώσεις υπάρχει κάτι μοναδικό. Είναι η ευαισθησία της χαρακτικής του τυπώματος . Είναι η ιδιαίτερη αυτή σχέση ανάμεσα στο χαρτί και τη  μήτρα, όπου το μελάνι λειτουργεί σαν έμμεσος συνδυαστής και μέσα από τη μαγική διαδικασία της εκτύπωσης παράγεται ένα θαύμα. Από τα έργα μου όμως υπάρχει μία και μόνο κόπια. Δεν μου επιτρέπω τη μαζική αναπαραγωγή τους παρά μόνο μετά το θάνατό μου αν χρειαστεί, ας πράξουν όπως κρίνουν. Κάθε έργο είναι για μένα σαν μια γυναίκα με ωάρια που δεν γονιμοποιήθηκαν, αλλά προσδοκούν.»

 

ektyposeis

« Κι όμως θα μου επιτρέψετε να πω , πως πραγματοποιείται η αναπαραγωγή. Το κάθε έργο είναι ένα ερέθισμα για τον κάθε θεατή του. Γεννά σκέψεις, ερωτήσεις, προβληματισμούς, συναισθήματα, έμπνευση αλλά και συζητήσεις. Άρα γονιμοποιείται και αναπαράγεται και μάλιστα χωρίς να κλωνοποιείται.»

«Ναι κι εγώ δίνω το σπέρμα» απαντά σηκώνοντας δυναμικά τα χέρια.

final

 

 

Κείμενο : Μαρία Μαυρίδου

 

Οι φωτογραφίες έχουν παραχωρηθεί από το προσωπικό αρχείο του Μάριου Ελευθεριάδη

ARVE Error: Mode: lazyload not available (ARVE Pro not active?), switching to normal mode




 

Ο Μάριος Teriade Ελευθεριάδης είναι εικαστικός καλλιτέχνης. Το 2000 εκλέγεται τακτικός καθηγητής και διευθυντής των εργαστηρίων Έκδοσης-Εκτύπωσης στην Ανωτάτη Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών της Λιμόζ, στη Γαλλία, ενώ από το 2011 είναι επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Λιμόζ, στο Master Τέχνης και Γραμμάτων, Σύγχρονης Δημιουργίας και Πολιτιστικής Βιομηχανίας.

Σπούδασε Καλές Τέχνες στην Ανωτάτη Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών της Μπουρζ, στη Γαλλία, και Πλαστικές Τέχνες στη Σορβόννη, στο Παρίσι. Απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα Έκδοσης-Εκτύπωσης από την Ανωτάτη Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας.

Το 2001 βραβεύτηκε από το Ίδρυμα Mirο της Μαγιόρκα σε συνεργασία με τον οίκο δημοπρασιών Sotheby’s. Το 2009 διατέλεσε επιμελητής της έκθεσης «Ο Mirο της Μαγιόρκα», ένα πολιτιστικό πρόγραμμα μιας σειράς από εννέα εκθέσεις τού Miro στην Ελλάδα και στην Κύπρο, μετά από αίτημα του Τελλόγλειου Ιδρύματος Τεχνών του ΑΠΘ, σε συνεργασία με το Ίδρυμα «Pilar y Joan Miro» της Μαγιόρκα, την Κίνηση των Πέντε Μουσείων, της Προεδρίας της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας, των υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού της Ελλάδας και της Κύπρου, του Ινστιτούτου «Ramon Llull» και των πρεσβειών της Ισπανίας στην Αθήνα και στη Λευκωσία.

Ως εικαστικός καλλιτέχνης έχει πραγματοποιήσει 28 ατομικές εκθέσεις/ «performance» σε διεθνείς εκθέσεις, μουσεία και γκαλερί ανά τον κόσμο και έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 32 ομαδικές εκθέσεις. Συμμετέχει ακόμη σε «residencies», φεστιβάλ και Μπιενάλε.

Έργα του υπάρχουν σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές ανά τον κόσμο. Έχει αναλάβει την καλλιτεχνική επιμέλεια σημαντικών εκδόσεων τόσο για το υπουργείο Πολιτισμού όσο και για ιδιωτικές συλλογές, καθώς και σκηνογραφιών, σκηνικών και κοστουμιών. Είναι μέλος στο διοικητικό συμβούλιο του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, ως εκπρόσωπος του δήμου Θεσσαλονίκης.

Περισσότερα στην ιστοσελίδα www.mariosnet.gr