Μουσική Οι δημιουργοί γράφουν

«Το ούτι ψιθυρίζει τις ιστορίες του με τρόπο μυστικό»

«Ο κάθε δημιουργός, είτε συνθέτει συμφωνίες είτε σιγοντάρει σε ένα πάλκο, οφείλει να γεφυρώσει τα «γήινα» ακούσματά του με τον μυστικό οικουμενικό λόγο που τον κάνει στοχαστική ύπαρξη και τον κάνει να διαφέρει από ένα τζουκ μποξ», αφηγείται με περισσό πάθος και γενναιόδωρες λέξεις, ο Θύμιος Ατζακάς, μουσικός, δάσκαλος και βραβευμένος σολίστας στο ούτι, στο οποίο όπως αποκαλύπτει υπήρξε αυτοδίδακτος. Με αφορμή τον νέο του δίσκο Udopia, μιλά στο artplay.gr για «την ανορθόδοξη σχέση» του «με τη μουσική», για το «πένθιμο, ίσως και σκοτεινό» του δίσκου, «ειδικά όταν το ούτι ακούγεται μόνο του», αλλά και για ένα «ερωτικό αντάμωμα» μαζί του, αφού «καθώς το αγκαλιάζεις θαρρείς ότι εξακολουθεί να σου ψιθυρίζει τις ιστορίες του με τρόπο μυστικό», όπως λέει.

  1. Ποιές αγωνίες, βάσανα, εικόνες, λέξεις, ιστορίες συνθέτουν την μουσική της Udopia;

H μουσική της udopia είναι, θα έλεγα, ένα μουσικό χρονολόγιο το οποίο σκιαγραφεί, με έντονες διαθλάσεις, διάφορες φάσεις που βίωσα σαν μουσικός, αλλά και σαν άνθρωπος, από τα όψιμα φοιτητικά μου χρόνια μέχρι και σήμερα.  Σίγουρα λοιπόν δεν έχει τόσο συγκεκριμένες αναφορές, παρόλο που πολύ θα το ήθελα. Στο έντυπο ένθετο του cd αναφέρω ότι «Η πρώτη ύλη από την οποία δονείται η Udopia είναι ύλη ονείρου, απρόσμενα νεφελώματα ιδεών και διαμελισμένου μουσικού λόγου που μου χαρίστηκαν, δίχως γνώση. Στο μακροκοσμικό plasma των ήχων, ονειρεύομαι τη μουσική όπως ποτέ μου δεν τη γνώρισα πριν, ζώντας αυτό που δεν έχω γευθεί, ακούγοντας έτσι το παρόν μου. Οι ήχοι αυτοί αντιδονούν έναν εαυτό εντελώς ανεξερεύνητο». Έτσι λοιπόν, οι μουσικές ψηφίδες της udopia συμπληρώνουν κομμάτια και ιστορίες που ποτέ μας δεν θα δούμε ούτε θα ακούσουμε ολόκληρες. Ίσως, αυτό να προδίδει και την ανορθόδοξη σχέση μου με τη μουσική και, βέβαια, με το ούτι το οποίο με μεγάλη δυσκολία έμαθα να γρατζουνάω καθότι υπήρξα αυτοδίδακτος σε αυτό. Ωστόσο, υπάρχει ένα κεντρικό μοτίβο που λειτούργησε σαν συνδετικός ιστός ανάμεσα σε όλο αυτό το σκόρπιο υλικό: το πως πάλλεται το ξύλο (ud), ένα νεκρό αντικείμενο. Καθώς το αγκαλιάζεις θαρρείς ότι εξακολουθεί να σου ψιθυρίζει τις ιστορίες του με τρόπο μυστικό. Έτσι γεννήθηκαν όλες οι ιδέες της udopia.

2. Ακούγοντας το μικρό απόσπασμα του trailer αισθάνεσαι έναν καημό και ένα πένθος που φέρει αυτό το όργανο.

Μπορώ να συμμεριστώ αυτήν την εντύπωση. Το trailer που φτιάξαμε βασίζεται επάνω σε ένα μακροσκελές σόλο στο ούτι το οποίο θα μπορούσες να πεις ότι μοιάζει με ηπειρώτικο μοιρολόι. Όταν έβαζα σε τάξη το κομμάτι αυτό, σκεφτόμουν κάτι τελείως διαφορετικό, όμως όταν τελικά εμφανίζεται η φωνή της Αυγερινής Γάτση δίνει καταλυτικά αυτόν τον χαρακτήρα. Μιας που το έφερε η κουβέντα, είναι πάντα αναπάντεχα όμορφο να ακούς ακροατές να παραλληλίζουν τους ασαφείς και άρρητους κώδικες της μουσικής με ανθρώπινα ψυχοσυναισθηματικά συμβάντα. Νομίζω ότι αυτή μας η τάση είναι που μας κάνει και να νιώθουμε κάποτε και οικεία μέσα στις δίνες των ήχων. Το λέω αυτό γιατί συχνά νιώθω μεγάλη απόσταση από το να κατανοήσω, πόσο μάλλον να κατονομάσω, τους «χώρους» που ανοίγει μέσα μου η έκθεση στη μουσική. Πολλές φορές η τρομάρα μου είναι τέτοια που δεν θέλω να έχω καμμία σχέση μαζί της! Πάντως, ακόμη και έτσι, υποθέτω ότι το μεγάλο κάδρο που βλέπει κανείς ακούγοντας όλο το δίσκο έχει κάτι το πένθιμο, ίσως και σκοτεινό, ειδικά όταν το ούτι ακούγεται μόνο του. Ίσως γιατί «…στη χώρα αυτή το ούτι είναι ουτοπικό και άξεστο». Οι έξι απίθανοι συνοδοιπόροι μουσικοί της udopia όμως μαλακώνουν απαλά αυτήν την αίσθηση και θέλω να πιστεύω ότι η επίγευση είναι γλυκιά και ευχάριστη στα αυτιά.

3. Που συναντιούνται οι κόσμοι του Ατζακά, του Σατί και του Νικολάκη;

Πουθενά στην πραγματικότητα, εκτός από το ότι η ευχαρίστηση του να παίζεις αυτήν τη μουσική είναι αστείρευτη. Ο Σατί και ο Νικολάκης είναι ιερά τέρατα της μουσικής και οι αιμομιξίες μαζί τους είναι τουλάχιστον επικίνδυνες! Γι’ αυτό περιορίστηκα στην ελεύθερη επεξεργασία της μουσικής τους. Θα αναφερθώ και πάλι στο κείμενο που συνοδεύει το έργο αυτό: «Στην Udopia βίωσα την υπόσταση ενός κρίκου μεταξύ του μουσικού Λόγου που ποτίζει την ύπαρξη μας και μιας προφορικής, κοινής καθομιλουμένης μουσικών φθόγγων. Έτσι, δεν μπορώ να αναγνωρίσω τον εαυτό μου παρά μόνο ως αφηγητή». Θέλω να τονίσω λοιπόν ότι ο κάθε δημιουργός, είτε συνθέτει συμφωνίες είτε σιγοντάρει σε ένα πάλκο, οφείλει να γεφυρώσει τα «γήινα» ακούσματά του (τα οποία και αποτελούν το βασικό dna της μουσικής του ταυτότητας), με τον μυστικό οικουμενικό λόγο που τον κάνει στοχαστική ύπαρξη και τον κάνει να διαφέρει από ένα τζουκ μποξ. Ο Σατί και ο Νικολάκης λοιπόν αποτελούν ένα αξιόλογο μέρος του ακουστικού μου κόσμου και έγιναν μέρος της αφήγησης αυτής. Συνάμα η κομψότατη μουσική τους μου έλυσε πολλούς κόμπους και με γλύτωσε από τη μοναξιά των ήχων σου, που μπορεί τελικά να αφορούν μόνο εσένα και κανέναν άλλο.

Μάνια Ζούση